Το
1423 η Λάρισα και όλη η Θεσσαλία, επί σουλτάνου Μουράτ του Β’, με τον
Οθωμανό στρατηγό Τουραχάν υπέκυψε οριστικά στο τουρκικό ζυγό.
Ετσι, για τους Ελληνες άρχισαν στερήσεις, ταπεινώσεις, απειλές, αρπαγές. Ο λαός ήταν πονεμένος και ραγιάς!
Εντούτοις
κάτι είχε να τον στηρίζει, αποφασιστικό για την επιβίωσή του. Ηταν η
Ορθόδοξη Εκκλησία! Ο άγιος οσιομάρτυς Δαμιανός ήταν ένας από αυτούς.
Ο
Δαμιανός γεννήθηκε γύρω στο 1500. Το χωριό του, το Μυρίχοβο, της
επαρχίας Καρδίτσας (Φαναρίου τότε), κατοικούνταν από λίγους αγρότες.
Το
μόνο πλούσιο που διέθεταν οι γονείς του Δαμιανού ήταν η ευσέβειά τους.
Και από αυτήν κάθε στιγμή προσέφεραν στον μικρό γιο τους, τον Δαμιανό.
Ο
ευλαβής νέος ήταν ένας από εκείνους στους οποίους ο Θεός έδωκε το
χάρισμα της αγάπης της μοναχικής ζωής. Πήγε λοιπόν κάποτε στο Αγιον Ορος
ο Δαμιανός, άγνωστο ακριβώς σε ποια ηλικία.
Πάντως νέος. Παρουσιάστηκε στην Ιερά Μονή Φιλόθεου, δήλωσε υποταγή, εκάρη και ενεδύθη το μοναχικόν σχήμα.
Ο
περίφημος και θαυματουργός όσιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω διέπρεψε ως
ασκητής στη μονή αυτή και ήταν ηγούμενός της περί το 1520 μ.Χ.
Αν
σκεφτούμε ότι ο Διονύσιος καταγόταν από την περιοχή του Δαμιανού, δεν
αποκλείεται η φήμη της αγιότητάς του και το παράδειγμά του να τον
ήλκυσαν στη μονή.
Υστερα
από ένα χρονικό διάστημα, η εσωτερική ορμή για μεγαλύτερη άσκηση έφερε
τον Δαμιανό κοντά σ΄ έναν ερημίτη του Ορους που ονομαζόταν Δομέτιος.
Πολύπειρος
ο Δομέτιος στην άσκηση, δέχθηκε να χειραγωγήσει και τον ενθουσιώδη
Δαμιανό στη σκληρή και για τους λίγους προορισμένη αυστηρή ασκητική ζωή.
Φαίνεται
ότι ήταν στο σχέδιο του Θεού αυτό. Τρία έτη αργότερα, μέσα στο
ερημητήριό του, ακούει ο όσιος Δαμιανός μία μυστηριώδη και θεία φωνή να
του λέει: «Δαμιανέ, ου μόνον το εαυτού δει σε ζητείν, αλλά και το των
ετέρων, κατά τον θείον Απόστολον». Η φωνή αυτή υπενθύμιζε στον ασκητή
την προτροπή του απ. Παύλου προς τους Κορινθίους (Α’ ι’ 24), που είναι
οδηγία προς κάθε χριστιανό, «μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του
ετέρου έκαστος». Και αυτό σήμαινε: «Δεν πρέπει να αναζητάς μόνο το
συμφέρον σου, αλλά και των άλλων».
Ετσι,
ο όσιος Δαμιανός ξεκίνησε ένα πρωί με τις ευχές του γέροντα και των
άλλων συνασκητών του για τη Θεσσαλία. Ηρθε πρώτα και περιόδευε τα χωριά
του Ολύμπου, που βρίσκονταν κοντά στην κοιλάδα των Τεμπών, και κήρυττε
επανευαγγελίζοντας τους «ραγιάδες».
Ο λόγος έπεφτε όπως η βροχή στην ξηρή γη. Κάποιοι όμως «χριστιανοί» τον αποκαλούσαν πλάνο και τον κατέτρεχαν.
Για
να ειρηνεύσουν οι αμφισβητίες, αναχώρησε περιοδεύοντας σε χωριά της
Οσσας, κηρύττοντας θείο Λόγο. Κυνηγημένος όμως κι από κει, δίδαξε στα
χωριά των Αγράφων, απ' όπου και καταγόταν.
Φαίνεται
ότι στα χωριά των Αγράφων βρήκε πιο επιδεκτικό κόσμο και ο λόγος του
Θεού, το κήρυγμά του, ήταν περισσότερον ευπρόσδεκτο.
Εκεί, κατά την παράδοση, έκτισε τη Μονή Παναγίας Πελεκητής. Παρά ταύτα, από πουθενά δεν λείπουν ο διάβολος και τα όργανά του.
Για τον λόγο αυτόν, ύστερα από λίγο καιρό, και εκεί έγινε ανεπιθύμητος! Επανήλθε στην Οσσα και τη νοτιοανατολική πλευρά της.
Εκεί,
περί το 1450, σε ύψος 950 μέτρων, ήρθαν Ελληνες από το Βαθύρεμα της
Αγιάς, εξαιτίας της καταπίεσης και τον διωγμό των Τούρκων, για να
κτίσουν νέο χωριό, τη Σελίτσανη (Ανατολή), μακριά από τις ενοχλήσεις των
αδίστακτων ισλαμιστών Τούρκων.
Στο
χωριό αυτό, λοιπόν, βρήκε ο ιεραπόστολος επιδεκτικές ψυχές. Εκεί
παρέμεινε εργαζόμενος, ενώ βρήκε πόρους ώστε να κτίσει ένα μοναστήρι,
τον Τίμιο Πρόδρομο.
Στη
μονή, που το κτίσιμό της περατώθηκε γύρω στο 1550, και στο ασκηταριό
του πήγαιναν πολλοί κάτοικοι των γύρω χωριών για να ακούσουν τα
κηρύγματά του και να πάρουν τη συμβουλή του.
Εριξαν τη στάχτη του στον Πηνειό ελπίζοντας να τον ξεχάσουν οι πάντες
Δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια έμεινε ο όσιος στην Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου.
Στις
αρχές του 1568, ενώ δίδασκε στη Βουλγαρινή (Ελαφο) συνελήφθη από
Οθωμανούς, που τον έστειλαν στον μουλά (δικαστής) της Λάρισας με την
κατηγορία ότι εμπόδιζε τους χριστιανούς να πουλάνε και να αγοράζουν τις
Κυριακές.
Μάλιστα, η λέξη Pazar στην τουρκική είναι το όνομα της ημέρας που εμείς ονομάζουμε Κυριακή!
Στη Λάρισα ο όσιος Δαμιανός ξυλοκοπήθηκε άγρια, του φόρεσαν βαριές αλυσίδες σε λαιμό και πόδια, ενώ ρίχτηκε στη σκοτεινή φυλακή.
Για
15 μέρες υποβαλλόταν σε συνεχή βασανιστήρια για να αρνηθεί την πίστη
του. Στη σκοτεινή φυλακή του ο όσιος, με προσευχές και δάκρυα χαροποιού
πένθους, έγραφε τον επίλογο της όσιας και αγίας ζωής του. Τελικά ο
Τούρκος διοικητής ξαναζήτησε τον όσιο και τον έφεραν εμπρός του.
Τον
βρήκε περισσότερο καταβεβλημένο. Περίμενε, όμως, να τον δει και στο
φρόνημα «πεσμένο». Με κολακείες, υποσχέσεις και δώρα τού ζητούσε να
αρνηθεί τον Χριστό και να ασπασθεί το Ισλάμ!
Ομως
αρνήθηκε. Τελικά, ο δικαστής, εξαγριωμένος από την υπομονή του αγίου,
διέταξε τη 14η Φεβρουαρίου 1568 να τον κρεμάσουν στη «φούρκα».
Οι
δήμιοι τον κρέμασαν σε ένα μεγάλο δέντρο που υπήρχε τότε στην περιοχή
Ξυλοπάζαρο της Λάρισας (στην αρχή της οδού Βενιζέλου, προς το ποτάμι).
Καθώς
όμως κάποιος βάρβαρος Οθωμανός, για να υποφέρει ο μάρτυς περισσότερο,
τον χτύπησε με τσεκούρι στο κεφάλι, κόπηκε το σκοινί.
Στη
συνέχεια, ημιθανής, ρίχτηκε στην πυρά. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας όλα
είχαν τελειώσει. Τη στάχτη του την έριξαν στον Πηνειό. Φοβούνταν οι
Οθωμανοί και το λείψανο του αγίου, επειδή γνώριζαν την τιμή που
απονέμουν οι χριστιανοί στα άγια λείψανα.
Ηξεραν ότι η ύπαρξή τους θα διαιώνιζε τη μνήμη του αγίου. Κι αυτήν τη μνήμη ήθελαν να εξαλείψουν. Δεν το κατόρθωσαν.
πηγή(Από το φύλλο του Φεβρουαρίου, της Ορθόδοξης Αλήθειας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
...έκανες κου πε πε;