Του Μιχάλη Πετμεζά
Πολλοί
φίλοι, καλόπιστα, αιφνιδιάστηκαν από την θέση που πήρε το Άρδην σχετικά
με το ζήτημα της Ιθαγένειας: «Πως είναι δυνατόν εσείς που επί δεκαετίες
προτάσσετε την αντίληψη του Ισοκράτη, περί της πολιτισμικής πρόσληψης της ελληνικότητας να αντιστρατεύεστε μια νομοθετική πράξη που την υπηρετεί;», ρωτούσαν.
Η απάντηση είναι πολύ απλή: Δεν την υπηρετεί. Την χρησιμοποιεί ως ιδεολογικό προπέτασμα για να επιτρέψει τις αντίστροφες
διαδικασίες εντός της ελληνικής κοινωνίας. Δηλαδή, την πολιτισμική της
αποσύνθεση, μέσω της αποδοχής ότι από τούδε και στο εξής Έλληνας
λογίζεται ο προσωρινώς εγκατεστημένος που έχει λάβει τις
στοιχειώδεις γνώσεις μιας ρημαγμένης και απονεκρωμένης εκπαίδευσης,
αποψιλωμένης από το ιδιαίτερο πολιτισμικό ίχνος αυτής της κοινωνίας.
Αν
θέλει κανείς να διαπιστώσει του λόγου το αληθές, ας κάνει μια βόλτα από
τα Γυμνάσια/Λύκεια του Άγιου Παντελεήμονα να διαπιστώσει εκεί εν τέλει
τι λειτουργεί και τι όχι σε αυτήν την χώρα. Του υπόσχομαι ότι θα μείνει
με το στόμα ανοιχτό.
Πολλοί θα
διαφωνήσουν με αυτή την διαπίστωση. Θα παραπέμψουν σε πλείστες όσες
περιπτώσεις συμπολιτών μας, που γεννήθηκαν εδώ, πήγαν σχολείο και
ενηλικιώθηκαν εδώ, έδεσαν την μοίρα τους με την μοίρα αυτού του τόπου –
ενώ παραμένουν ανιθαγενείς. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό. Θα μπορούσε όμως να αντιμετωπιστεί με μια ειδική νομοθετική ρύθμιση που να αποκαθιστά την συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων –και όχι με ένα γενικό νόμο που τροποποιεί εκ βάθρων την έννοια της Ιθαγένειας στην χώρα μας, μεριμνώντας ουσιαστικά για το μέλλον της.
Και
αυτό γιατί, στο μεταναστευτικό φαινόμενο έτσι όπως εξελίσσεται στην
χώρα μας υπάρχει μια τομή που ξεκινάει το 2005, και ολοκληρώνεται
τραγικά τις μέρες που ζούμε. Πρόκειται για μια λεπτή, αλλά πολύ
ουσιαστική διάκριση: Οι άνθρωποι που εγκαταστάθηκαν στην χώρα μας κατά
την τριαντακονταετία 1970-2000, είχαν εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά
από εκείνους που κατέφθασαν την δεκαετία 2005-2015: Ως επί το πλείστον
οικογένειες, από συγγενή ή ομοειδή πολιτισμικά περιβάλλοντα, ή από χώρες
προέλευσης Βόρεια Μεσόγειος, Ανατολική Μεσόγειος κ.ο.κ. που διατηρούν
μακραίωνους πολιτισμικούς δεσμούς με την Ελλάδα –με τον έναν ή άλλον
τρόπο.
Γι’ αυτό και παρά την
συγκρουσιακή πλευρά της ενσωμάτωσής τους, τα προβλήματα και τις
αντιπαραθέσεις που αυτή δημιούργησε κύρια λόγω της ηθελημένης κρατικής
αβελτηρίας/ανυπαρξίας μεταναστευτικής πολιτικής, η πλάστιγγα γι’ αυτούς
έγειρε προς την πλευρά της αποδοχής και της ενσωμάτωσης.
Ενώ ένα μικρό μέρος αυτών των ρευμάτων –η περίπτωση του Οδυσσέα Τσενάι
είναι πολύ χαρακτηριστική– πέρασε στην ανοιχτή, εκπεφρασμένη απόρριψη
της ελληνικής κοινωνίας και την εγκατάλειψη της χώρας.
Ο
πόλεμος στο Αφγανιστάν, αρχικά, στο Ιράκ δευτερευόντως, η αποσύνθεση
της υποσαχάριας Αφρικής και εν τέλει η διάλυση της Συρίας εισάγουν μια
τομή στην ευρύτερή μας περιοχή, και άρα τροποποιούν θεαματικά το
μεταναστευτικό ζήτημα και για την χώρα μας: Το σκηνικό της γεωπολιτικής
αποσταθεροποίησης που στήνεται, μέσα σε συνθήκες εκρηκτικής δημογραφικής
έκρηξης και ραγδαίας κοινωνικό-οικονομικής κατάρρευσης, ανατρέπει
παγιωμένες ισορροπίες αιώνων και οδηγεί σε έξοδο μουσουλμανικούς πληθυσμούς, συχνά μονολιθικών, σουνίτικων αναφορών. Τα ρεύματα αυτά μπλοκάρονται στην Ελλάδα από την Ευρώπη-Φρούριο, και έτσι αντικειμενικά η χώρα μας μεταβάλλεται σε μεθόριο μεταξύ Δύσης και Ανατολής, Βορρά και Νότου.
Δημιουργείται
έτσι ένα ακραίο προηγούμενο που προδιαγράφει το μέλλον του ελληνικού
χώρου ως έναν σταθμό φτηνής παραγωγής που ταυτόχρονα θα λειτουργεί και
ως φίλτρο παρακράτησης των λιγότερο συμβατών σε σχέση με τις
οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές απαιτήσεις της Δύσης πληθυσμών.
Ένα
μετα-εθνικό no man’s land. Και ο νόμος για την Ιθαγένεια στοχεύει
επακριβώς στην κατασκευή του θεσμικού εποικοδομήματος αυτού του
«θαυμαστού νέου κόσμου»: Της Ελλάδας ως Βαλκανικής Σιουδάδ Χουάρες.
Το
γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ή για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι
αυτή η παράδοξη συμμαχία Χριστόπουλου-Ζουράρι [δείξτε κατανόηση στην
ντόπια διανόηση], χρησιμοποιεί συστηματικά τα παραδείγματα των
ηλικιωμένων ανιθαγενών της χώρας μας ως δούρειο ίππο για να επιβάλουν
έναν νόμο με άλλες στοχεύσεις και άλλα αποτελέσματα, είναι δείγμα του
χειρότερου εξουσιαστικού οργουελιανισμού.
Ας το επαναλάβουμε. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 πραγματοποιείται μια τομή
στην ευρύτερη περιοχή – και στην χώρα μας. Έκτοτε, στήνονται «από τα
κάτω» οι προϋποθέσεις ώστε αυτή να διαλυθεί σε είκοσι-τριάντα χρόνια. Σε
αυτήν την τομή συγκατανεύει ο νόμος της Ιθαγένειας, και όχι στην
αποκατάσταση ενός προβλήματος με τους όρους του Ισοκράτη. Ας μην
μπερδεύουμε την προπαγάνδα με την πραγματικότητα. Εξ άλλου, και οι
μπόμπες στη Σερβία «ανθρωπιστικές» ήταν…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
...έκανες κου πε πε;