Γιατί τόσος πόνος καὶ μόχτος;
Ἀναπάντεχοι εἶναι οἱ ἀνέμοι ποὺ μὲ κυβερνᾶνε, κ᾽ ἡ καρδιά
μου ανήξερη˙ ἀνήμπορη ἡ βούλησή μου.
Τυφλὸς εἶμαι, μὰ γὼ δὲν τὸ στοχάζουμαι˙ γιατὶ ψευτὲς σκιές
μοῦ θαμπώνουνε τὸ φῶς.
Ἀδύνατη εἶναι ἡ ἀκουή μου˙ γιατὶ ταὐτιά μου ἀναπαίζουνε
κούφιοι ἦχοι.
Βασιλέα ἐλόγιασε καθένας τὸν ἐμαυτό του.
Σὲ βράχο ἔκρινε νὰ θεμελιώσει τοὺς πύργους του, κι ἔκτισε
εἰς τὴν ἄμμο.
Στὴ γῆς ἔσπειρε γιὰ τὴν τροφή του, κι ἀπόμεινε τροφὴ στὴ γῆς.
Τὸν οὐρανὸ ἐβουλήθηκε νἀγγίξει˙ καὶ τὴν κορφή του ἐσκέπασε
χῶμα.
Ἀψηλὰ στέκει ὁ οὐρανός, κ᾽ ἡ γῆς αἰώνια.
Ὁ ἄνθρωπος μικρός.
Μικρὸς κι ὁ πόνος του˙ μικρὴ κι ἡ χαρά του.
Θαυμαστὴ μόνον ἡ δύναμις τὅνα καὶ τ᾽ ἄλλο ὁρίζει.
ΚΑΡΟΛΟΣ ΚΟΥΝ
Ἀναπάντεχοι εἶναι οἱ ἀνέμοι ποὺ μὲ κυβερνᾶνε, κ᾽ ἡ καρδιά
μου ανήξερη˙ ἀνήμπορη ἡ βούλησή μου.
Τυφλὸς εἶμαι, μὰ γὼ δὲν τὸ στοχάζουμαι˙ γιατὶ ψευτὲς σκιές
μοῦ θαμπώνουνε τὸ φῶς.
Ἀδύνατη εἶναι ἡ ἀκουή μου˙ γιατὶ ταὐτιά μου ἀναπαίζουνε
κούφιοι ἦχοι.
Βασιλέα ἐλόγιασε καθένας τὸν ἐμαυτό του.
Σὲ βράχο ἔκρινε νὰ θεμελιώσει τοὺς πύργους του, κι ἔκτισε
εἰς τὴν ἄμμο.
Στὴ γῆς ἔσπειρε γιὰ τὴν τροφή του, κι ἀπόμεινε τροφὴ στὴ γῆς.
Τὸν οὐρανὸ ἐβουλήθηκε νἀγγίξει˙ καὶ τὴν κορφή του ἐσκέπασε
χῶμα.
Ἀψηλὰ στέκει ὁ οὐρανός, κ᾽ ἡ γῆς αἰώνια.
Ὁ ἄνθρωπος μικρός.
Μικρὸς κι ὁ πόνος του˙ μικρὴ κι ἡ χαρά του.
Θαυμαστὴ μόνον ἡ δύναμις τὅνα καὶ τ᾽ ἄλλο ὁρίζει.
ΚΑΡΟΛΟΣ ΚΟΥΝ
Ἀφιέρωμα στὸν Κάρολο Κούν, τοῦ περιοδικοῦ Ἡ Λέξη, 62 (1987), σ. 91.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
...έκανες κου πε πε;