π. Δανιήλ Σισόγεφ
Μικρή εισαγωγή
Το
τι διδάσκει κάποιος για τις άλλες θρησκείες θεωρείται εν πολλοίς σαν
ένα ηθικό δίλλημα από το οποίο θα φανεί εάν ο Χριστιανισμός κηρύττει την
αγάπη ή διακρίνεται από μισαλλοδοξία.
Το
κείμενο που ακολουθεί φαίνεται αρκετά αυστηρό και απόλυτο. Φυσικά
κανείς δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει πως οι θέσεις του ομιλητή είναι
αντιευαγγελικές ή ανορθόδοξες, όμως οπωσδήποτε θα βρεθούν πολλοί που θα
υποστηρίξουν πως αν και όλα αυτά είναι αληθινά τουλάχιστον θα έπρεπε να
λεχθούν με περισσότερη «προσοχή», «διάκριση» ή «λεπτότητα», ίσως και
κάποιοι να θεωρούν πως θα έπρεπε να αποσιωπηθούν εντελώς.
Δεν
θα εξετάσουμε εν τέλει ποια γνώμη από τις προαναφερθείσες είναι η ορθή,
όμως θα παραθέσουμε έναν προβληματισμό μας. Ο π. Daniil Sysoev- ο
εκφωνήσας την παρακάτω ομιλία- απηύθυνε πολλές φορές αυτά τα λόγια και
άλλα παρόμοια, όχι σε κάποια ομάδα «φανατικών» ή «στενόμυαλων» Ορθοδόξων
αλλά σε πυκνά ακροατήρια αλλοθρήσκων. Το αποτέλεσμα ήταν διπλό. Αρχικώς
να προσελκύσει αρκετούς αλλοθρήσκους και να τους βαπτίσει Ορθοδόξους
(υπογραμμίζουμε, παρά την «αυστηρή» πλην αληθή γλώσσα του) και εν τέλει
να αξιωθεί να υπογράψει την γνήσια εν Χριστώ μαρτυρία του με το αίμα του, όπως και οι παλαιότεροι ομολογητές της Ορθοδόξου Πίστεώς μας.
«Μα γιατί είστε τόσο στενόμυαλοι φανατικοί; Γιατί πιστεύετε ότι δεν υπάρχει σωτηρία μακριά από την Ορθόδοξη Εκκλησία; Αφού όλοι πιστεύουν στον ίδιο Θεό – μουσουλμάνοι, χριστιανοί, ιουδαίοι και βουδιστές. Η διαφορά έγκειται μόνο στα διαφορετικά τελετουργικά. Γιατί θα πρέπει κανείς να επιμένει στην δική του μοναδικότητα; Πιστεύετε πραγματικά ότι ο δημιουργός δεν δέχεται κοντά του τους αλλόθρησκους; Κι όμως, δεν τον νοιάζει ποιός πιστεύει πού. Το βασικό είναι να είναι καλός άνθρωπος!»
-Τέτοια
λόγια έχουν ακούσει όλοι οι Χριστιανοί περισσότερες από εκατό φορές.
Και συχνά προέρχονται από εκείνους, που απρόσεκτοι ιερείς για άγνωστους
λόγους, τους επέτρεψαν να μετέχουν στη Θεία Κοινωνία. Και βέβαια, πώς
μπορεί κανείς να το αρνηθεί ότι υπάρχει μόνο ένας Θεός; Αφού ακόμα και ο
απόστολος Παύλος έλεγε: «…οὐδεὶς Θεὸς ἕτερος εἰ μὴ εἷς.» (1) (Προς
Κορ. Α’ 8,4.) Ο Θεός είναι ο μόνος Κύριος των πάντων, Αυτός και μόνο
είναι ο Θεός τόσο των ιουδαίων όσο και των εθνικών [ή Ιουδαίων ο Θεός
μόνον; ουχί δε και εθνών; ναι και εθνών](Προς Ρωμ. 3,29). Η κοινή λογική
λέει, ότι δεν γίνεται να υπάρχουν συγχρόνως δύο Θεοί πανταχού παρόντες –
δεν θα υπήρχε χώρος και για τους δύο και ο ένας θα περιόριζε τον άλλο.
Αν όμως είναι προφανής αλήθεια η μοναδικότητα του Θεού, σε καμία
περίπτωση αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι γνωρίζουν περί αυτού του Θεού και
Τον λατρεύουν όπως πρέπει. Η διατύπωση και μόνο, όμως, ότι «όλοι
πιστεύουν σε έναν Θεό» δεν είναι σωστή, για το λόγο ότι υπάρχουν πολλοί
αθεϊστές στον κόσμο – είτε κομμουνιστές, είτε βουδιστές είτε ακόμα και
οπαδοί του Σαμανισμού. Όλοι αυτοί δεν πιστεύουν σε κανένα Θεό. Αν πρέπει
όμως να μιλήσουμε για τους άλλους, τότε από την παραδοχή της
πραγματικότητας της υπάρξεως του Θεού δεν συνεπάγεται σε καμία
περίπτωση, ότι οι άνθρωποι τον λατρεύουν.
Το ακόλουθο παράδειγμα βοηθάει να το αντιληφθούμε αυτό: πολλοί γνωρίζουν τον πρόεδρο της Ρωσίας, αλλά συνεπάγεται αυτόματα ότι όλοι εκείνοι που τον ξέρουν, του είναι πιστοί και καταλαβαίνουν τις πράξεις του; Έτσι ακριβώς γνωρίζουν πολλά δισεκατομμύρια ανθρώπων για την ύπαρξη του Θεού. Αλλά μία μεγάλη πλειοψηφία τον αντιλαμβάνεται σαν μια πολύ μακρινή και ακατανόητη δύναμη. Για παράδειγμα στο Ισλάμ απαγορεύεται να πεις ότι ο Θεός είναι άνθρωπος (ή να ζωγραφίσεις τον Αλλάχ σαν πρόσωπο). Είναι περισσότερο κάτι που παρέχει το Νόμο, τιμωρεί και επιβραβεύει κατά τη θέλησή του. Το ίδιο και το Άϊν Σοφ της ιουδαϊκής Καμπάλα: δεν αναγνωρίζεται και δεν αναγνωρίζει τίποτα (2). Είναι κάπως σαν την Θέμιδα (3) των Ελλήνων, ή σαν έναν Θεό που φανερώθηκε από μόνος του στη Βίβλο. Είναι σαν το φως της πολύ απομακρυσμένης φωτιάς, που δεν μπορεί να ζεστάνει καμιά ψυχή.
Και αυτή η έννοια είναι στην πραγματικότητα πανανθρώπινη. Δεν είναι τυχαίο που η ″ομολογία πίστεως″ ενός μικροαστού είναι: «Λοιπόν, υπάρχει κάτι. Αλλά τι, αυτό δεν το ξέρω». Με αυτό το ″κάτι″ συνήθως συνδέεται η έννοια της δικαιοσύνης. Γι’ αυτό σε κάθε αδικία λέμε: «Αν υπήρχε Θεός, θα το επέτρεπε κάτι τέτοιο;». Μπορεί όμως να χαρακτηρίσει κανείς μια τέτοια ομολογία λογική; Φανταστείτε ότι σας προτείνει κάποιος να παντρευτείτε μια γυναίκα για την οποία δεν ξέρετε τίποτα. Και όταν ρωτήσετε «Ποια είναι;», να σας απαντήσουν: «Είναι δίκαιη και δεν την γνωρίζει κανείς». Μπορεί να θεωρηθεί αρκετή μια τέτοια απάντηση;
Κι όμως η πλειοψηφία των ανθρώπων ξέρει για τον Θεό πολύ λιγότερα απ’ ότι ένας εργοδότης για τον καινούριο εργαζόμενο που προσλαμβάνει. Και τότε σκέφτεται κανείς– για τους δικούς του λόγους ο καθένας– ότι αυτή η εμφανής άγνοια αρκεί για να σωθεί; Επιπλέον αυτή η άγνοια δεν έχει να κάνει καθόλου με το ότι οι άνθρωποι δεν έχουν τη δυνατότητα να μάθουν για το Θεό, αλλά αντίθετα με το ότι δεν το επιθυμούν.
Αυτό συμβαίνει ακριβώς όπως και στο Ευαγγέλιο προηγουμένως. Οι άνθρωποι προτιμούν, αντί να πάνε στο δείπνο του Θεού, να χασομερούν στους κήπους τους και να ασχολούνται με τα οικογενειακά ή τα κοινωνικά ζητήματα. Είναι πραγματικά τόσο αφελείς στην πίστη τους ώστε να πιστεύουν ότι ο Θεός παίρνει μαζί Του αυτούς που δεν Τον αγάπησαν και Τον σεβόντουσαν ελάχιστα; «Σίγουρα δεν είναι μικρότερη ιεροσυλία το να μη γνωρίζεις τον Πατέρα και Κύριο των πάντων, απ’ ότι να τον προσβάλλεις», έλεγε ο Μ. Μινούκιος Φήλιξ.
Μόνο στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό ο άνθρωπος πλησιάζει τόσο πολύ τη Θεϊκή ζωή, που βλέπει τη μυστηριώδη φλόγα της τριαδικής αγάπης.
Αναρωτιέται όμως συχνά κανείς: «Μα δεν υπάρχουν τίμιοι άνθρωποι σε άλλες θρησκείες; Είναι αλήθεια ότι και αυτοί θα πεθάνουν;».
Σ’ αυτή την περίπτωση μας αρέσει να ξεχνάμε ότι η λανθασμένη γνώση για τον Θεό είναι χειρότερη από την άγνοια. Διότι αυτός που αγνοεί μπορεί να συνειδητοποιήσει την δυσμένειά του και να βαπτισθεί στο μυστήριο του Θεού. Αυτός όμως που πιστεύει στο ψέμα του δεν θέλει να ψάξει, πιστεύει ότι τα έχει ήδη όλα.
Το ίδιο συμβαίνει και στη καθημερινή ζωή. Εκείνος ο άνθρωπος, που δεν έχει χάρτη, έχει περισσότερες πιθανότητες να φτάσει στον προορισμό του, από εκείνον που έχει έναν λανθασμένο χάρτη. Ένας αμελής γιατρός, που απλά δεν κάνει καλά τη δουλειά του, είναι προτιμότερος από έναν πραγματικό τσαρλατάνο. Στη δεύτερη περίπτωση ο άρρωστος δεν έχει καμιά ελπίδα. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την πίστη στο Θεό. Ο πεπεισμένος αλλόθρησκος δεν είναι σε θέση να δει το φως, χωρίς την άμεση επέμβαση του Θεού. Έτσι λέει ο Κύριος: «Γνωρίζω τα έργα σου, ότι ούτε κρύος είσαι ούτε ζεστός. Μακάρι να ήσουν κρύος ή ζεστός! Επειδή όμως είσαι χλιαρός και ούτε ζεστός ούτε κρύος, θα σε φτύσω από το στόμα μου. Και εσύ λες: Είμαι πλούσιος και τα έχω όλα και δεν χρειάζομαι τίποτα! Και δεν ξέρεις, ότι είσαι ελεεινός και αξιολύπητος, φτωχός, τυφλός και γυμνός. Σε συμβουλεύω να αγοράσεις από μένα χρυσάφι καθαρισμένο στη φωτιά για να πλουτίσεις, καθώς και ρούχα λευκά για να ντυθείς και να μη φανερωθεί η ντροπή της γύμνιας σου, κι επίσης κολλύριο για ν’ αλείψεις τα μάτια σου, ώστε να βλέπεις» [οίδα σου τα έργα, ότι ούτε ψυχρός ει ούτε ζεστός· όφελον ψυχρός ης ή ζεστός, ούτως ότι χλιαρός ει, και ούτε ζεστός ούτε ψυχρός, μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματός μου. Ότι λέγεις ότι πλούσιος ειμί και πεπλούτηκα και ουδενός χρείαν έχω, - και ουκ οίδας ότι συ ο ταλαίπωρος και ο ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός, -συμβουλεύω σοι αγοράσαι παρ΄ εμού χρυσίον πεπυρωμένον εκ πυρός ίνα πλουτήσης, και ιμάτια λευκά ίνα περιβάλη και μη φανερωθή η αισχύνη της γυμνότητός σου, και κολλύριον ίνα εγχρίση τους οφθαλμούς σου ίνα βλέπης.] (Αποκάλ. 3, 15-18).
Ακριβώς αυτό συμβαίνει και με τις λανθασμένες θρησκείες. Όσο πιο πολύ είναι βουτηγμένος ο άνθρωπος σε μια λάθος παράδοση τόσο πιο δύσκολο είναι να ξεφύγει από αυτή. Η πράξη της ιεραποστολής αποδεικνύει ότι εκείνοι που στρέφονται πιο συχνά στο Θεό είναι όσοι, από τη μια μεριά, δεν έχουν χάσει ακόμα το αίσθημα της αλήθειας και, από την άλλη, έχουν απομακρυνθεί από τη λανθασμένη πίστη τους. Μάλιστα το Ευαγγέλιο δεν το δέχθηκαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, αλλά οι απλοί ψαράδες. Γι’ αυτό δεν συστήνεται να επιδοκιμάζουμε τον θρησκευτικό ζήλο των ιουδαίων ή των μουσουλμάνων, αλλά να προβάλλουμε όλη την ανοησία της πλάνης τους, όπως το έκαναν οι άγιοι. Είναι λάθος πράξη να τους ευχόμαστε στις γιορτές τους και με αυτό τον τρόπο να υποστηρίζουμε περισσότερο την αμαρτωλή τους επιμονή.
Σε ένα βιβλιαράκι έδωσε κάποιος ένα παράδειγμα κατά το οποίο ένας Τάταρος απηύθυνε σε έναν ιερέα την ερώτηση: «Τι πρέπει να κάνω όταν οι αδερφοί μου με πιέζουν να πάω στο τζαμί;». Τι θα έπρεπε να απαντήσει ένας σωστός ιερέας σε μια τέτοια περίπτωση; Φυσικά, «Εγκατάλειψε το Ισλάμ βαπτίσου και πήγαινε στο μοναστήρι, εάν θέλεις πιο γρήγορα να ευχαριστήσεις τον Κύριο». Αλλά αυτός ο ιερέας απάντησε: «Πήγαινε στο τζαμί δύο φορές την εβδομάδα και υπάκουσε στον ιμάμη». Ο συγγραφέας του βιβλίου κρίνει αυτή τη συμβουλή σχεδόν ως ηρωισμό (όχι τυχαία ο ιμάμης επιδοκίμασε αυτόν τον ψευδοβοσκό), στην πραγματικότητα όμως είναι απλώς και μόνο ατιμία. Λόγω του κακώς εννοούμενου ανθρωπισμού έριξε ο ιερέας τον καημένο τον άνθρωπο σε μία πιο μεγάλη πλάνη και τον καταδίκασε σε αιώνια πτώση. Πώς είναι δυνατόν να μη γνώριζε, ότι «όποιος πιστεύει στον Υιό, αυτός έχει την αιώνια ζωή. Όποιος δεν πιστεύει στον Υιό, αυτός δεν θα δει την ζωή, αλλά θα πέσει πάνω του η οργή του Θεού»; [ο πιστεύων εις τον υιόν έχει ζωήν αιώνιον· ο δε απειθών τω υιώ ουκ όψεται ζωήν, αλλ΄ η οργή του Θεού μένει επ΄ αυτόν.] (Ιωαν. 3, 36). Σ’ αυτό το σημείο αξίζει να ασχοληθούμε με το ερώτημα, αν μπορεί κανείς να ισχυρίζεται ότι μπορεί ο άνθρωπος να είναι καλός, ανεξαρτήτως πίστεως. Και τι σημαίνει τελικά «να είναι καλός»;
Ποια είναι τα κριτήρια της συνείδησης; Ένας αλκοολικός θεωρεί έναν όμοιό του καλό άνθρωπο, ενώ η γυναίκα του έχει αντίθετη άποψη. Λένε οι άνθρωποι ότι, «είναι καλός εκείνος ο οποίος δεν κάνει τίποτα κακό στον διπλανό του» αλλά αυτό δεν είναι ορισμός. Σ’ αυτήν την περίπτωση δεν διαπιστώνουμε τι είναι "καλό" και τι "κακό". Σύμφωνα με τον μέθυσο είναι κακός εκείνος ο οποίος δεν του δίνει να πιει, αλλά οι διπλανοί του σκέφτονται διαφορετικά. Ποια είναι λοιπόν η αλήθεια; Από την άλλη πλευρά ένας συνηθισμένος κορμός δέντρου δεν κάνει σε κανέναν κακό, είναι όμως γι’ αυτόν τον λόγο ένα παράδειγμα αρετής;
Επίσης η συνείδηση συχνά λέει ψέματα, και πάρα πολύ την "βοηθάει" σ’ αυτό μια λάθος θρησκεία. Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός προφήτεψε: «Έρχεται μάλιστα ώρα που όποιος σας σκοτώσει, θα νομίσει πως προσφέρει υπηρεσία στο Θεό. Και θα τα κάνουν αυτά, γιατί δε γνώρισαν τον Πατέρα ούτε εμένα» [αλλ΄ έρχεται ώρα ίνα πας ο αποκτείνας υμάς δόξη λατρείαν προσφέρειν τω Θεώ. Και ταύτα ποιήσουσιν, ότι ουκ έγνωσαν τον πατέρα ουδέ εμέ.] ( Ιωαν. 16, 2-3). Και οι Χριστιανοί είδαν πολλά ανάλογα παραδείγματα από τις απαρχές του Χριστιανισμού.
Το ακόλουθο παράδειγμα βοηθάει να το αντιληφθούμε αυτό: πολλοί γνωρίζουν τον πρόεδρο της Ρωσίας, αλλά συνεπάγεται αυτόματα ότι όλοι εκείνοι που τον ξέρουν, του είναι πιστοί και καταλαβαίνουν τις πράξεις του; Έτσι ακριβώς γνωρίζουν πολλά δισεκατομμύρια ανθρώπων για την ύπαρξη του Θεού. Αλλά μία μεγάλη πλειοψηφία τον αντιλαμβάνεται σαν μια πολύ μακρινή και ακατανόητη δύναμη. Για παράδειγμα στο Ισλάμ απαγορεύεται να πεις ότι ο Θεός είναι άνθρωπος (ή να ζωγραφίσεις τον Αλλάχ σαν πρόσωπο). Είναι περισσότερο κάτι που παρέχει το Νόμο, τιμωρεί και επιβραβεύει κατά τη θέλησή του. Το ίδιο και το Άϊν Σοφ της ιουδαϊκής Καμπάλα: δεν αναγνωρίζεται και δεν αναγνωρίζει τίποτα (2). Είναι κάπως σαν την Θέμιδα (3) των Ελλήνων, ή σαν έναν Θεό που φανερώθηκε από μόνος του στη Βίβλο. Είναι σαν το φως της πολύ απομακρυσμένης φωτιάς, που δεν μπορεί να ζεστάνει καμιά ψυχή.
Και αυτή η έννοια είναι στην πραγματικότητα πανανθρώπινη. Δεν είναι τυχαίο που η ″ομολογία πίστεως″ ενός μικροαστού είναι: «Λοιπόν, υπάρχει κάτι. Αλλά τι, αυτό δεν το ξέρω». Με αυτό το ″κάτι″ συνήθως συνδέεται η έννοια της δικαιοσύνης. Γι’ αυτό σε κάθε αδικία λέμε: «Αν υπήρχε Θεός, θα το επέτρεπε κάτι τέτοιο;». Μπορεί όμως να χαρακτηρίσει κανείς μια τέτοια ομολογία λογική; Φανταστείτε ότι σας προτείνει κάποιος να παντρευτείτε μια γυναίκα για την οποία δεν ξέρετε τίποτα. Και όταν ρωτήσετε «Ποια είναι;», να σας απαντήσουν: «Είναι δίκαιη και δεν την γνωρίζει κανείς». Μπορεί να θεωρηθεί αρκετή μια τέτοια απάντηση;
Κι όμως η πλειοψηφία των ανθρώπων ξέρει για τον Θεό πολύ λιγότερα απ’ ότι ένας εργοδότης για τον καινούριο εργαζόμενο που προσλαμβάνει. Και τότε σκέφτεται κανείς– για τους δικούς του λόγους ο καθένας– ότι αυτή η εμφανής άγνοια αρκεί για να σωθεί; Επιπλέον αυτή η άγνοια δεν έχει να κάνει καθόλου με το ότι οι άνθρωποι δεν έχουν τη δυνατότητα να μάθουν για το Θεό, αλλά αντίθετα με το ότι δεν το επιθυμούν.
Αυτό συμβαίνει ακριβώς όπως και στο Ευαγγέλιο προηγουμένως. Οι άνθρωποι προτιμούν, αντί να πάνε στο δείπνο του Θεού, να χασομερούν στους κήπους τους και να ασχολούνται με τα οικογενειακά ή τα κοινωνικά ζητήματα. Είναι πραγματικά τόσο αφελείς στην πίστη τους ώστε να πιστεύουν ότι ο Θεός παίρνει μαζί Του αυτούς που δεν Τον αγάπησαν και Τον σεβόντουσαν ελάχιστα; «Σίγουρα δεν είναι μικρότερη ιεροσυλία το να μη γνωρίζεις τον Πατέρα και Κύριο των πάντων, απ’ ότι να τον προσβάλλεις», έλεγε ο Μ. Μινούκιος Φήλιξ.
Μόνο στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό ο άνθρωπος πλησιάζει τόσο πολύ τη Θεϊκή ζωή, που βλέπει τη μυστηριώδη φλόγα της τριαδικής αγάπης.
Αναρωτιέται όμως συχνά κανείς: «Μα δεν υπάρχουν τίμιοι άνθρωποι σε άλλες θρησκείες; Είναι αλήθεια ότι και αυτοί θα πεθάνουν;».
Σ’ αυτή την περίπτωση μας αρέσει να ξεχνάμε ότι η λανθασμένη γνώση για τον Θεό είναι χειρότερη από την άγνοια. Διότι αυτός που αγνοεί μπορεί να συνειδητοποιήσει την δυσμένειά του και να βαπτισθεί στο μυστήριο του Θεού. Αυτός όμως που πιστεύει στο ψέμα του δεν θέλει να ψάξει, πιστεύει ότι τα έχει ήδη όλα.
Το ίδιο συμβαίνει και στη καθημερινή ζωή. Εκείνος ο άνθρωπος, που δεν έχει χάρτη, έχει περισσότερες πιθανότητες να φτάσει στον προορισμό του, από εκείνον που έχει έναν λανθασμένο χάρτη. Ένας αμελής γιατρός, που απλά δεν κάνει καλά τη δουλειά του, είναι προτιμότερος από έναν πραγματικό τσαρλατάνο. Στη δεύτερη περίπτωση ο άρρωστος δεν έχει καμιά ελπίδα. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την πίστη στο Θεό. Ο πεπεισμένος αλλόθρησκος δεν είναι σε θέση να δει το φως, χωρίς την άμεση επέμβαση του Θεού. Έτσι λέει ο Κύριος: «Γνωρίζω τα έργα σου, ότι ούτε κρύος είσαι ούτε ζεστός. Μακάρι να ήσουν κρύος ή ζεστός! Επειδή όμως είσαι χλιαρός και ούτε ζεστός ούτε κρύος, θα σε φτύσω από το στόμα μου. Και εσύ λες: Είμαι πλούσιος και τα έχω όλα και δεν χρειάζομαι τίποτα! Και δεν ξέρεις, ότι είσαι ελεεινός και αξιολύπητος, φτωχός, τυφλός και γυμνός. Σε συμβουλεύω να αγοράσεις από μένα χρυσάφι καθαρισμένο στη φωτιά για να πλουτίσεις, καθώς και ρούχα λευκά για να ντυθείς και να μη φανερωθεί η ντροπή της γύμνιας σου, κι επίσης κολλύριο για ν’ αλείψεις τα μάτια σου, ώστε να βλέπεις» [οίδα σου τα έργα, ότι ούτε ψυχρός ει ούτε ζεστός· όφελον ψυχρός ης ή ζεστός, ούτως ότι χλιαρός ει, και ούτε ζεστός ούτε ψυχρός, μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματός μου. Ότι λέγεις ότι πλούσιος ειμί και πεπλούτηκα και ουδενός χρείαν έχω, - και ουκ οίδας ότι συ ο ταλαίπωρος και ο ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός, -συμβουλεύω σοι αγοράσαι παρ΄ εμού χρυσίον πεπυρωμένον εκ πυρός ίνα πλουτήσης, και ιμάτια λευκά ίνα περιβάλη και μη φανερωθή η αισχύνη της γυμνότητός σου, και κολλύριον ίνα εγχρίση τους οφθαλμούς σου ίνα βλέπης.] (Αποκάλ. 3, 15-18).
Ακριβώς αυτό συμβαίνει και με τις λανθασμένες θρησκείες. Όσο πιο πολύ είναι βουτηγμένος ο άνθρωπος σε μια λάθος παράδοση τόσο πιο δύσκολο είναι να ξεφύγει από αυτή. Η πράξη της ιεραποστολής αποδεικνύει ότι εκείνοι που στρέφονται πιο συχνά στο Θεό είναι όσοι, από τη μια μεριά, δεν έχουν χάσει ακόμα το αίσθημα της αλήθειας και, από την άλλη, έχουν απομακρυνθεί από τη λανθασμένη πίστη τους. Μάλιστα το Ευαγγέλιο δεν το δέχθηκαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, αλλά οι απλοί ψαράδες. Γι’ αυτό δεν συστήνεται να επιδοκιμάζουμε τον θρησκευτικό ζήλο των ιουδαίων ή των μουσουλμάνων, αλλά να προβάλλουμε όλη την ανοησία της πλάνης τους, όπως το έκαναν οι άγιοι. Είναι λάθος πράξη να τους ευχόμαστε στις γιορτές τους και με αυτό τον τρόπο να υποστηρίζουμε περισσότερο την αμαρτωλή τους επιμονή.
Σε ένα βιβλιαράκι έδωσε κάποιος ένα παράδειγμα κατά το οποίο ένας Τάταρος απηύθυνε σε έναν ιερέα την ερώτηση: «Τι πρέπει να κάνω όταν οι αδερφοί μου με πιέζουν να πάω στο τζαμί;». Τι θα έπρεπε να απαντήσει ένας σωστός ιερέας σε μια τέτοια περίπτωση; Φυσικά, «Εγκατάλειψε το Ισλάμ βαπτίσου και πήγαινε στο μοναστήρι, εάν θέλεις πιο γρήγορα να ευχαριστήσεις τον Κύριο». Αλλά αυτός ο ιερέας απάντησε: «Πήγαινε στο τζαμί δύο φορές την εβδομάδα και υπάκουσε στον ιμάμη». Ο συγγραφέας του βιβλίου κρίνει αυτή τη συμβουλή σχεδόν ως ηρωισμό (όχι τυχαία ο ιμάμης επιδοκίμασε αυτόν τον ψευδοβοσκό), στην πραγματικότητα όμως είναι απλώς και μόνο ατιμία. Λόγω του κακώς εννοούμενου ανθρωπισμού έριξε ο ιερέας τον καημένο τον άνθρωπο σε μία πιο μεγάλη πλάνη και τον καταδίκασε σε αιώνια πτώση. Πώς είναι δυνατόν να μη γνώριζε, ότι «όποιος πιστεύει στον Υιό, αυτός έχει την αιώνια ζωή. Όποιος δεν πιστεύει στον Υιό, αυτός δεν θα δει την ζωή, αλλά θα πέσει πάνω του η οργή του Θεού»; [ο πιστεύων εις τον υιόν έχει ζωήν αιώνιον· ο δε απειθών τω υιώ ουκ όψεται ζωήν, αλλ΄ η οργή του Θεού μένει επ΄ αυτόν.] (Ιωαν. 3, 36). Σ’ αυτό το σημείο αξίζει να ασχοληθούμε με το ερώτημα, αν μπορεί κανείς να ισχυρίζεται ότι μπορεί ο άνθρωπος να είναι καλός, ανεξαρτήτως πίστεως. Και τι σημαίνει τελικά «να είναι καλός»;
Ποια είναι τα κριτήρια της συνείδησης; Ένας αλκοολικός θεωρεί έναν όμοιό του καλό άνθρωπο, ενώ η γυναίκα του έχει αντίθετη άποψη. Λένε οι άνθρωποι ότι, «είναι καλός εκείνος ο οποίος δεν κάνει τίποτα κακό στον διπλανό του» αλλά αυτό δεν είναι ορισμός. Σ’ αυτήν την περίπτωση δεν διαπιστώνουμε τι είναι "καλό" και τι "κακό". Σύμφωνα με τον μέθυσο είναι κακός εκείνος ο οποίος δεν του δίνει να πιει, αλλά οι διπλανοί του σκέφτονται διαφορετικά. Ποια είναι λοιπόν η αλήθεια; Από την άλλη πλευρά ένας συνηθισμένος κορμός δέντρου δεν κάνει σε κανέναν κακό, είναι όμως γι’ αυτόν τον λόγο ένα παράδειγμα αρετής;
Επίσης η συνείδηση συχνά λέει ψέματα, και πάρα πολύ την "βοηθάει" σ’ αυτό μια λάθος θρησκεία. Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός προφήτεψε: «Έρχεται μάλιστα ώρα που όποιος σας σκοτώσει, θα νομίσει πως προσφέρει υπηρεσία στο Θεό. Και θα τα κάνουν αυτά, γιατί δε γνώρισαν τον Πατέρα ούτε εμένα» [αλλ΄ έρχεται ώρα ίνα πας ο αποκτείνας υμάς δόξη λατρείαν προσφέρειν τω Θεώ. Και ταύτα ποιήσουσιν, ότι ουκ έγνωσαν τον πατέρα ουδέ εμέ.] ( Ιωαν. 16, 2-3). Και οι Χριστιανοί είδαν πολλά ανάλογα παραδείγματα από τις απαρχές του Χριστιανισμού.
Γνωρίζουμε
ότι ανάμεσα σ’ εκείνους που δεν πιστεύουν στον Πατέρα και στον Υιό-
όπως οι Ιουδαίοι και οι Μουσουλμάνοι- υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι
σκοτώνουν τους Χριστιανούς έχοντας την εντύπωση πως έτσι εκπληρώνουν το
θρησκευτικό τους καθήκον. Αυτό ξεκίνησε την εποχή του αγίου
Στεφάνου (4) και συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας. Το παράδειγμα του
αρχιερέα Ανατολίου και του στρατιώτη Ευγενίου Ροντιόνωφ
οι οποίοι δολοφονήθηκαν πριν λίγο καιρό στην Τσετσενία, δείχνει ότι ο
ίδιος λόγος (άρνηση της Αγίας Τριάδας) οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα. Γι’
αυτό το λόγο μόνο η συνείδηση και η θρησκεία δεν είναι κριτήρια του
καλού και του κακού.
Ποιο είναι όμως το σωστό κριτήριο για το καλό και το κακό; Η απάντηση είναι προφανής: Καλό είναι αυτό το οποίο ο Δημιουργός θεωρεί καλό. Έτσι, όπως οι οδηγίες χρήσεως για μια συσκευή είναι οι πιο αξιόπιστες, αφού γράφτηκαν από τον κατασκευαστή της. Για τους Χριστιανούς είναι ακόμα πιο προφανές, διότι γνωρίζουμε ότι οι αρετές είναι άπειρα χαρακτηριστικά του Θεού. Έτσι οτιδήποτε δεν εναντιώνεται στη θέληση του Θεού είναι καλό, και οτιδήποτε εναντιώνεται σ’ αυτήν είναι κακό. Αλλά τώρα επιστρέφουμε στην ερώτηση, «οι τίμιοι άνθρωποι άλλων θρησκειών μπορούν να σωθούν;». Πώς μπορεί κανείς να ορίσει, εάν μια τίμια συμπεριφορά είναι καλή και μια άλλη όχι; Ερχόμαστε πάλι πίσω στην ερώτηση, εάν υπάρχουν πραγματικά κριτήρια του καλού και του κακού, διότι η τιμιότητα και η ατιμία είναι εντελώς υποκειμενικά πράγματα.
Εάν συμφωνούμε, ότι το καλό είναι η εκπλήρωση του θελήματος του Θεού και το κακό η μη εκπλήρωσή του, τότε έχουμε την απάντηση στο χέρι μας. Η παραμονή του ανθρώπου στη θρησκευτική παράδοση, η οποία δεν δημιουργήθηκε από το Θεό τον ίδιο, είναι αμαρτία. Από την πρώτη εκ των δέκα εντολών, που δόθηκαν στον Μωυσή, συμπεραίνουμε ότι ο Κύριος αποκηρύσσει τις άλλες θρησκευτικές διδασκαλίες: «Εγώ είμαι ο Κύριος, ο Θεός σου, αυτός που σε ελευθέρωσε από τη γη της Αιγύπτου, από τη γη της δουλείας. Δεν θα πρέπει να έχεις άλλους Θεούς εκτός από Εμένα» (2. Μωυσής 20,2-3) [ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου, ὅστις ἐξήγαγόν σε ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου δουλείας. οὐκ ἔσονταί σοι θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἐμοῦ. ] (Έξοδος 20, 2-3)
Ποιο είναι όμως το σωστό κριτήριο για το καλό και το κακό; Η απάντηση είναι προφανής: Καλό είναι αυτό το οποίο ο Δημιουργός θεωρεί καλό. Έτσι, όπως οι οδηγίες χρήσεως για μια συσκευή είναι οι πιο αξιόπιστες, αφού γράφτηκαν από τον κατασκευαστή της. Για τους Χριστιανούς είναι ακόμα πιο προφανές, διότι γνωρίζουμε ότι οι αρετές είναι άπειρα χαρακτηριστικά του Θεού. Έτσι οτιδήποτε δεν εναντιώνεται στη θέληση του Θεού είναι καλό, και οτιδήποτε εναντιώνεται σ’ αυτήν είναι κακό. Αλλά τώρα επιστρέφουμε στην ερώτηση, «οι τίμιοι άνθρωποι άλλων θρησκειών μπορούν να σωθούν;». Πώς μπορεί κανείς να ορίσει, εάν μια τίμια συμπεριφορά είναι καλή και μια άλλη όχι; Ερχόμαστε πάλι πίσω στην ερώτηση, εάν υπάρχουν πραγματικά κριτήρια του καλού και του κακού, διότι η τιμιότητα και η ατιμία είναι εντελώς υποκειμενικά πράγματα.
Εάν συμφωνούμε, ότι το καλό είναι η εκπλήρωση του θελήματος του Θεού και το κακό η μη εκπλήρωσή του, τότε έχουμε την απάντηση στο χέρι μας. Η παραμονή του ανθρώπου στη θρησκευτική παράδοση, η οποία δεν δημιουργήθηκε από το Θεό τον ίδιο, είναι αμαρτία. Από την πρώτη εκ των δέκα εντολών, που δόθηκαν στον Μωυσή, συμπεραίνουμε ότι ο Κύριος αποκηρύσσει τις άλλες θρησκευτικές διδασκαλίες: «Εγώ είμαι ο Κύριος, ο Θεός σου, αυτός που σε ελευθέρωσε από τη γη της Αιγύπτου, από τη γη της δουλείας. Δεν θα πρέπει να έχεις άλλους Θεούς εκτός από Εμένα» (2. Μωυσής 20,2-3) [ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου, ὅστις ἐξήγαγόν σε ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου δουλείας. οὐκ ἔσονταί σοι θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἐμοῦ. ] (Έξοδος 20, 2-3)
Γι’
αυτό θα πρέπει όλοι οι άνθρωποι που πιστεύουν ότι το κριτήριο για το
καλό και το κακό είναι ο δεκάλογος, να αναλογιστούν, ότι κανένας
αθεϊστής ή αλλόθρησκος δεν θα ξεφύγει από την "οργή του Θεού." Και ο
Κύριός μας Ιησούς Χριστός απάντησε στην ερώτηση: «Τι πρέπει να κάνουμε,
για να κάνουμε τα έργα του Θεού;», ότι «αυτό είναι το έργο του Θεού, να
πιστεύετε σ’ εκείνον που έστειλε Αυτός» [τι ποιώμεν ίνα εργαζώμεθα τα
έργα του Θεού; Απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτοίς· τούτο εστί το έργον του
Θεού, ίνα πιστεύσητε εις ον απέστειλεν εκείνος.] (Ιωαν . 6, 28-29).
Ο ίδιος ο Χριστός μας κάλεσε να μετανοήσουμε και να πιστέψουμε στο Ευαγγέλιο (δες κατά Μαρκ 1, 15)[ και λέγων ότι πεπλήρωται ο καιρός και ήγγικεν η βασιλεία του Θεού· μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω], και όποιος παραμένει αμετανόητος (παρ’ όλο που του έχει αποκαλυφθεί η αλήθεια), είναι δική του επιλογή, που θα αποκοπεί ως άκαρπο δένδρο (δες κατά Λουκ 3, 9)[ ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται· παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται]. Ο Κύριος κάλεσε όλα τα έθνη να βαπτιστούν στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος [πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος,] (κατά Ματθ. 28, 19) και «αν δε γεννηθεί κανείς από το νερό και από το Πνεύμα, δεν μπορεί να μπει στη βασιλεία του Θεού» [εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού.] (κατά Ιωαν. 3, 5). Ο Λυτρωτής ο ίδιος, και όχι οι "φανατικοί" Ορθόδοξοι, βεβαίωσε: «Όποιος πιστέψει και βαφτιστεί θα σωθεί, όποιος απιστήσει θα καταδικαστεί» [ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται.] (κατά Μαρκ. 16, 16)
Ο Κύριος των πάντων είπε: «Σας βεβαιώνω, πως αν δε φάτε τη σάρκα του υιου του Aνθρώπου και δεν πιείτε το αίμα Του, δεν έχετε ζωή μέσα σας» [εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς.] (κατά Ιωαν. 6, 53). Σ’ εμάς υπάρχει η εντύπωση ότι σώζεται κανείς μόνο μέσα από μια αβέβαιη καλή κατάσταση χωρίς την Θεία Κοινωνία.
Θέλουν να μας απαντήσουν οι αντιφρονούντες, ποιον πρέπει να πιστέψουμε – τους ανθρώπους ή το Θεό; Ο Χριστός λέει το ένα και οι ανθρωπιστές το άλλο. Ο Υιός του Θεού λέει, ότι οι Ιουδαίοι και οι Μουσουλμάνοι, οι Βουδιστές και αυτοί που πιστεύουν στη Θεωρία της Εξέλιξης, οι οποίοι απαρνήθηκαν τον Υιό του Θεού, θα υποστούν την οργή Του και οι φιλελεύθεροί μας πιστεύουν ότι όλοι θα σωθούν. Γιατί πρέπει να τους πιστέψουμε; Μήπως ήταν σύμβουλοι του Θεού και μπορούν να διορθώνουν τον Δημιουργό; Αυτή είναι η πιο ξεδιάντροπη επανάσταση των θνητών ηλιθίων εναντίον της Αθάνατης Σοφίας του Θεού! Αυτοί είναι οι μοντέρνοι ψευδοπροφήτες, για τους οποίους ετοιμάζεται η τιμωρία του Θεού. Όχι, ακόμα και αν πολλοί πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού, θα σωθούν μόνο εκείνοι, που γνωρίζουν το Θεό, ακουμπάνε πάνω Του, Του είναι πιστοί, Τον αγαπούν. Με δυο λόγια, για να σωθεί κάποιος, είναι απαραίτητο και ο άνθρωπος να γνωρίσει το Θεό και ο Θεός να αναγνωρίσει τους ανθρώπους, όπως είναι γραμμένο: «Γνωρίζει ο Κύριος τους δικούς Του»[ έγνω Κύριος τους όντας αυτού], κι επίσης: «Nα στέκεται μακριά από την αδικία ο καθένας που ομολογεί το όνομα του Kυρίου» [και αποστήτω από αδικίας πας ο ονομάζων το όνομα Κυρίου.](Τιμόθεος Β 2, 19). Και ο Θεός γνωρίζει σαν δικούς του μόνο εκείνους στους οποίους βλέπει τον Υιό Του (τον Οποίο ενδύονται με τη Βάπτιση και την Κοινωνία) και εκείνους που φέρουν την ευλογία του Πνεύματός Του.
πηγή
Υποσημειώσεις
1. Ολόκληρη η φράση: «Σχετικά, λοιπόν, με το κρέας των ζώων που θυσιάζονται στα είδωλα, εμείς το ξέρουμε πως για μας δεν υπάρχει κανένα είδωλο στον κόσμο και ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος θεός παρά μόνο ένας.» (Σημ. του μτφρ.)
2.Το Ain Soph (εβρ. אין סוף) είναι μια έννοια του καβαλιστικού μυστικισμού, που δηλώνει το άπειρο. (Σημ. του μτφρ.)
3. Η Θέμις είναι η ελληνική θεότητα της δικαιοσύνης και της τάξης. (Σημ. του μτφρ.)
4. Δες: http://www.unifr.ch/bkv/kapitel393-34.htm (Σημ. του μτφρ.)
5. Ο Άγιος Στέφανος ήταν ο πρώτος χριστιανός μάρτυρας, περισσότερα: http://de.wikipedia.org/wiki/Stephanus (Σημ. του μτφρ.)
Ο ίδιος ο Χριστός μας κάλεσε να μετανοήσουμε και να πιστέψουμε στο Ευαγγέλιο (δες κατά Μαρκ 1, 15)[ και λέγων ότι πεπλήρωται ο καιρός και ήγγικεν η βασιλεία του Θεού· μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω], και όποιος παραμένει αμετανόητος (παρ’ όλο που του έχει αποκαλυφθεί η αλήθεια), είναι δική του επιλογή, που θα αποκοπεί ως άκαρπο δένδρο (δες κατά Λουκ 3, 9)[ ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται· παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται]. Ο Κύριος κάλεσε όλα τα έθνη να βαπτιστούν στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος [πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος,] (κατά Ματθ. 28, 19) και «αν δε γεννηθεί κανείς από το νερό και από το Πνεύμα, δεν μπορεί να μπει στη βασιλεία του Θεού» [εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού.] (κατά Ιωαν. 3, 5). Ο Λυτρωτής ο ίδιος, και όχι οι "φανατικοί" Ορθόδοξοι, βεβαίωσε: «Όποιος πιστέψει και βαφτιστεί θα σωθεί, όποιος απιστήσει θα καταδικαστεί» [ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται.] (κατά Μαρκ. 16, 16)
Ο Κύριος των πάντων είπε: «Σας βεβαιώνω, πως αν δε φάτε τη σάρκα του υιου του Aνθρώπου και δεν πιείτε το αίμα Του, δεν έχετε ζωή μέσα σας» [εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς.] (κατά Ιωαν. 6, 53). Σ’ εμάς υπάρχει η εντύπωση ότι σώζεται κανείς μόνο μέσα από μια αβέβαιη καλή κατάσταση χωρίς την Θεία Κοινωνία.
Θέλουν να μας απαντήσουν οι αντιφρονούντες, ποιον πρέπει να πιστέψουμε – τους ανθρώπους ή το Θεό; Ο Χριστός λέει το ένα και οι ανθρωπιστές το άλλο. Ο Υιός του Θεού λέει, ότι οι Ιουδαίοι και οι Μουσουλμάνοι, οι Βουδιστές και αυτοί που πιστεύουν στη Θεωρία της Εξέλιξης, οι οποίοι απαρνήθηκαν τον Υιό του Θεού, θα υποστούν την οργή Του και οι φιλελεύθεροί μας πιστεύουν ότι όλοι θα σωθούν. Γιατί πρέπει να τους πιστέψουμε; Μήπως ήταν σύμβουλοι του Θεού και μπορούν να διορθώνουν τον Δημιουργό; Αυτή είναι η πιο ξεδιάντροπη επανάσταση των θνητών ηλιθίων εναντίον της Αθάνατης Σοφίας του Θεού! Αυτοί είναι οι μοντέρνοι ψευδοπροφήτες, για τους οποίους ετοιμάζεται η τιμωρία του Θεού. Όχι, ακόμα και αν πολλοί πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού, θα σωθούν μόνο εκείνοι, που γνωρίζουν το Θεό, ακουμπάνε πάνω Του, Του είναι πιστοί, Τον αγαπούν. Με δυο λόγια, για να σωθεί κάποιος, είναι απαραίτητο και ο άνθρωπος να γνωρίσει το Θεό και ο Θεός να αναγνωρίσει τους ανθρώπους, όπως είναι γραμμένο: «Γνωρίζει ο Κύριος τους δικούς Του»[ έγνω Κύριος τους όντας αυτού], κι επίσης: «Nα στέκεται μακριά από την αδικία ο καθένας που ομολογεί το όνομα του Kυρίου» [και αποστήτω από αδικίας πας ο ονομάζων το όνομα Κυρίου.](Τιμόθεος Β 2, 19). Και ο Θεός γνωρίζει σαν δικούς του μόνο εκείνους στους οποίους βλέπει τον Υιό Του (τον Οποίο ενδύονται με τη Βάπτιση και την Κοινωνία) και εκείνους που φέρουν την ευλογία του Πνεύματός Του.
πηγή
Υποσημειώσεις
1. Ολόκληρη η φράση: «Σχετικά, λοιπόν, με το κρέας των ζώων που θυσιάζονται στα είδωλα, εμείς το ξέρουμε πως για μας δεν υπάρχει κανένα είδωλο στον κόσμο και ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος θεός παρά μόνο ένας.» (Σημ. του μτφρ.)
2.Το Ain Soph (εβρ. אין סוף) είναι μια έννοια του καβαλιστικού μυστικισμού, που δηλώνει το άπειρο. (Σημ. του μτφρ.)
3. Η Θέμις είναι η ελληνική θεότητα της δικαιοσύνης και της τάξης. (Σημ. του μτφρ.)
4. Δες: http://www.unifr.ch/bkv/kapitel393-34.htm (Σημ. του μτφρ.)
5. Ο Άγιος Στέφανος ήταν ο πρώτος χριστιανός μάρτυρας, περισσότερα: http://de.wikipedia.org/wiki/Stephanus (Σημ. του μτφρ.)
Επιμέλεια -Μετάφραση από την Γερμανική γλώσσα για την Ιερά Μονή Παντοκράροτος: Δήμητρα Ντάσιου Καθηγήτρια Γερμανικών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
...έκανες κου πε πε;