Κάποτε,
εμβαθύνοντας στις ανεξερεύνητες βουλές του Θεού, με όσα ζούμε
καθημερινά, μέσα στην πορεία της Ορθόδοξης ιεραποστολής, διερωτώμαι τι
λόγο θα δώσουμε στον Θεό εμείς που, υποτίθεται, βρισκόμαστε στην πρώτη
γραμμή, ζώντας, συνεχώς, το δράμα τόσων ψυχών, εικόνων του Θεού, χωρίς
να γνωρίζουμε πως ο Θεός ενεργεί και ποια σχέδια έχει για τον καθένα απ’
αυτά τα πλάσματα του Δημιουργού.
Οι
περιπτώσεις των παιδιών που έχουν τη δυνατότητα να σπουδάσουν ενώ
στερούνται των βιολογικών τους γονιών είναι πάρα πολλές. Τα δράματα των
ορφανών είναι τεράστια.
Με τα προγράμματα που η Μητρόπολη Κένυας έθεσε σε εφαρμογή, ιδιαίτερα μέσω των ορφανοτροφείων της, είναι αμέτρητα.
Η Εκκλησία
βρίσκεται κοντά στα ορφανά και κάνει ότι μπορεί να βοηθηθούν
περισσότερα, να στηρίξουν τα παιδιά αυτά και να τους δώσουν ελπίδα και
δύναμη.
Είναι μέσα
στην αποστολή μας. Θέλουμε να προσφέρουμε ποιότητα ζωής στα απροστάτευτα
αυτά πλάσματα του Θεού, που, χωρίς να φταίνε, βρέθηκαν μόνα τους και
χωρίς κανένα στήριγμα, καμιά ελπίδα και, φυσικά, χωρίς κανένα μέλλον.
Κι όμως παρ’ όλο που τα ορφανά αυτά τα πήραμε όταν ήταν βρέφη, μεγάλωσαν μέσα στις αγκάλες της Εκκλησίας μας.
Τους δόθηκαν
όλα τα απαραίτητα εφόδια πνευματικά, ηθικά, ακαδημαϊκά και άλλα για να
αναδειχθούν, στο τέλος, παιδιά με πλούσιο πνευματικό κόσμο.
Πολλές φορές
διερωτήθηκα πώς τα παιδιά αυτά, αφού στερήθηκαν των βιολογικών τους
γονιών, μπόρεσαν, στο τέλος, να επιδείξουν άριστη συμπεριφορά και
διαγωγή.
Στο ορφανοτροφείο μας τους δίναμε τα πάντα. Ζούσαν μια ευχάριστη και ξέγνοιαστη ζωή. Δεν τους έλειπε τίποτα.
Το σχολείο
δίπλα στον ίδιο τον χώρο τους, η Εκκλησία με τις ιερές ακολουθίες, οι
περίπατοι στον παρακείμενο ποταμό με την όμορφη φύση, τα παιχνίδια, όλα
αυτά σημάδεψαν τη ζωή όλων των ορφανών και είχαν μέσα τους την αίσθηση
ότι ο Θεός ήταν πατέρας και μητέρα τους!
Έτσι πέρασαν
όλα αυτά τα χρόνια. Από την κούνια τα παραλάβαμε προτού ακόμα καλά –
καλά γνωρίσουν τι γινόταν γύρω τους. Είχαν όλα τα καλά του Θεού.
Δεν γνωρίζαμε ποιο δρόμο θ’ ακολουθούσαν και ποια κατορθώματα θα μπορούσαν να έχουν στη ζωή τους.
Τα βλέπαμε,
τα χαιρόμαστε, τα καμαρώναμε. Τα χρόνια πέρασαν, μεγάλωναν. Είχαν την
ευκαιρία να φοιτήσουν στα δημοτικά, γυμνάσια ακόμα και στα πανεπιστήμια.
Εδώ, τώρα,
δίνω τον λόγο σ’ ένα κορίτσι δικό μας, την Θέκλα. Την βαπτίσαμε. Είχε
την ευκαιρία να περάσει όλα τα στάδια της ζωής της μαζί μας.
Ξαφνικά,
παίρνω ένα γράμμα της, μια αίτησή της προς τον γράφοντα. Τέλειωσε
νηπιαγωγός και τώρα ήθελε να δουλέψει. Να πώς εκφράζεται στο γράμμα της,
αυτό το οποίο με εξέπληξε αλλά και μου έδωσε δυνατά μηνύματα
καλλιεργημένου ανθρώπου.
Γράφει:
«Είμαι η Θέκλα. Δεν έχω γονείς ούτε συγγενείς. Μεγάλωσα μέσα στο
ορφανοτροφείο Μακάριος στο Νιέρι και ήμουν, επίσης, μαθήτρια στο
Δημοτικό Σχολείο Μακάριος. Συνέχισα με τις σπουδές μου και τώρα έχω
συμπληρώσει και πάρει δίπλωμα παιδαγωγικής. Έκανα αυτό το μάθημα
(ειδίκευση), γιατί αγαπώ τα παιδιά. Ο κύριος λόγος που σας γράφω αυτή την επιστολή είναι για να σας παρακαλέσω να μου δώσετε τώρα μια εργασία. Θα
ήθελα να επιστρέψω (να δώσω) τη βοήθεια που η Ορθόδοξη Εκκλησία μου
πρόσφερε, με καθαρή καρδιά. Σας παρακαλώ να με βοηθήσετε και να μου
προσφέρετε αυτή την ευκαιρία. Υπόσχομαι να το κάνω με καθαρή καρδιά και
δεν θα σας προσβάλω. Δεν θα ξεχάσω να ευχαριστήσω τα
ακόλουθα πρόσωπα: Την Σεβασμιότητά σας για την ευλογία που μου
προσφέρατε στη ζωή μου. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, γιατί είστε αυτό το
πρόσωπο που ο Θεός σας έστειλε, για να βοηθήσετε πολλούς ανθρώπους όπως
εμένα …».
Αφού
ευχαριστεί και άλλους που την βοήθησαν, κατά τη διάρκεια της ορφάνιας
της, τελευταίο ευχαριστεί όλως ιδιαιτέρως τον ιερέα Μ. και την
οικογένειά του, οι οποίοι όλα αυτά τα χρόνια, μέχρι και σήμερα, ήταν
παρόντες όλοι και την έκαναν να αισθάνεται ότι ήταν μέλος της
οικογένειάς τους, αφού περνούσε όλα τα χρόνια, την περίοδο των διακοπών,
μαζί τους.
Συνήθως, τα
ορφανά, όταν κλείσουν τα σχολεία πηγαίνουν και μένουν μαζί με συγγενικά
τους πρόσωπα, αν υπάρχουν, ή ακόμα φίλους εθελοντές που είναι πρόθυμοι
να τους φιλοξενήσουν.
Δυστυχώς ένας
μεγάλος αριθμός ορφανών παραμένουν και κατά τη διάρκεια των διακοπών
στο ορφανοτροφείο, αφού δεν γνωρίζουν κανένα πρόσωπο ή εθελοντή που
μπορεί να τους φιλοξενήσει.
Ο ιερέας Μ.
δεν είναι κανένας πλούσιος. Επειδή τον γνωρίζω, ξεκίνησε κι αυτός από
την πολύ γνωστή παραγκούπολη της Κιπίρας και είχε προσωπική εμπειρία,
ήξερε τι σημαίνει φτώχεια, στέρηση, πόνος, θλίψη και προπαντός πείνα.
Η Ορθόδοξη
Εκκλησία του συμπαραστάθηκε από την ώρα που ήλθε στον κόσμο αυτό. Τον
θυμάμαι ακόμα πως ερχόταν κάθε Σάββατο στον ναό του Αγίου, για να
σφουγγαρίσει και ετοιμάσει τον ναό για τη λειτουργία της επομένης.
Έπαιρνε ένα
μικρό βοήθημα για τα επιπλέον έξοδά του, αφού η Εκκλησία ανέλαβε να
πληρώνει τα δίδακτρα του σχολείου του. Ακόμα, θυμάμαι πόσο αγαπούσαν το
διακόνημα μέσα στο ιερό κάθε Κυριακή, βοηθώντας τον ιερέα.
Τα χρόνια
πέρασαν γρήγορα. Αποδείχθηκε ότι η περίοδος αυτή της ζωής του τον
επηρέασε τόσο πολύ και του έδωσε σωστά μηνύματα και τον προετοίμασε
κατάλληλα για να καταλήξει στο τέλος να γίνει ο ίδιος λειτουργός των
Θείων Μυστηρίων.
Θυμόταν τα
χρόνια εκείνα και παρόλο που ο ίδιος είχε πέντε παιδιά, θέλησε με
ιδιαίτερη φροντίδα και αγάπη ν’ ανοίγει τις πόρτες του σπιτιού του και
να συμπεριλάβει αυτή την ορφανή, ανάμεσα στα δικά του παιδιά.
Η ίδια
ομολογεί ότι πέρασε τόσο ωραία από τα μικρά της χρόνια μέσα σ’ αυτή την
οικογένεια που δεν αισθάνθηκε όπως τα άλλα παιδιά την στέρηση των
βιολογικών της γονιών. Την φρόντιζαν και την αγάπησαν σαν δικό τους
παιδί.
Κρατώ, ακόμα,
στα χέρια μου την αίτησή της. Την διαβάζω ξανά και ξανά και ευχαριστώ
τον Θεό, που, με τη βοήθεια τόσων καλών εθελοντών, μπορέσαμε και της
δώσαμε ό,τι καλύτερο, για να μπορεί, σήμερα, να βλέπει, μπροστά της, ένα
λαμπρό μέλλον, με αισιοδοξία, ελπίδα και πίστη.
Το πιο
σημαντικό: παρ’ όλο που δεν γνώρισε την αγάπη και τη θαλπωρή των φυσικών
της γονιών, εντούτοις ωφελήθηκε ψυχικά και εσωτερικά, πνευματικά, μέσα
στο θαυμάσιο περιβάλλον του ορφανοτροφείου μας, στάθηκε στο ύψος των
δύσκολων περιστάσεων, δυνατή και με ατσάλινη θέληση, με πίστη και
βεβαιότητα ότι ο Κύριος θα τη βοηθήσει, στο τέλος, να υπερνικήσει τις
δυσκολίες και τα προβλήματα, για να μπορέσει να εκπληρώσει τα όνειρά και
τις ευγενικές της επιδιώξεις.
Κάθεται τώρα και συλλογίζεται. Αυτή η
στέρηση των γονέων της από μικρής ηλικίας ήταν ίσως ένας άλλος τρόπος να
γνωρίσει τον Χριστό στη ζωή της και να Τον κάνει πραγματικό φίλο Της.
Το γεγονός ότι μέσα στο
περιβάλλον του ορφανοτροφείου μας μπορούσε να συνομιλεί ελεύθερα και απ’
ευθείας με τον μοναδικό φίλο και πατέρα της ήταν μια όαση μέσα στην
τραυματισμένη ψυχή της ορφάνιας της, ένα βάλσαμο, που, συνεχώς, έβλεπε
ν’ απλώνεται γύρω της, η, χωρίς όρια και περιορισμούς, μεγάλη και
ειλικρινής ΑΓΑΠΗ Εκείνου, στον οποίο εναπέθεσε όλες τις ελπίδες της.
Τα χαρίσματα και οι δωρεές που
έπαιρνε από τις ακαδημαϊκές επιτυχίες της αλλά, περισσότερο, από τη
βαθιά πνευματική εμπειρία, με τις καθημερινές ακολουθίες, ο Επίσκοπος, ο
ιερέας και οι υπόλοιποι, που την θυμόντουσαν συνέχεια, της έδωσαν τη
δυνατότητα αυτής της απευθείας οικειότητας με την πηγή της αλήθειας και
της ζωής, τον ίδιο τον Χριστό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
...έκανες κου πε πε;