Ένα κόμμα μπροστά στον γκρεμό!
Του Βασίλη Στοϊλόπουλου από τη Ρήξη φ. 122
Η
διαπίστωση είναι προφανής, αψεγάδιαστη και αποδεκτή απ’ όλους: Στις
πρόσφατες εκλογές σε τρία γερμανικά κρατίδια, όλα τα κόμματα που
εκπροσωπούνται στο γερμανικό κοινοβούλιο και εκπροσωπούν την πολιτική
της «ανοιχτής αγκάλης» στο μεταναστευτικό ηττήθηκαν κατά κράτος και
θριάμβευσε μόνο ένα, το αντιευρωπαϊκό και ξενοφοβικό «Εναλλακτική για τη Γερμανία»
(AfD). Μια πραγματικότητα που στα γερμανικά ΜΜΕ παρουσιάστηκε με
χαρακτηρισμούς φυσικών φαινόμενων («σεισμός», «κατολίσθηση» κ.ά.) και
μάλιστα υπό το πρίσμα της δαιμονοποίησης του AfD, η ραγδαία ισχυροποίηση
του οποίου ανησυχεί ιδιαίτερα τους ετερόκλητους υποστηριχτές του
μερκελισμού: από την Εκκλησία, τους τραπεζίτες και τους βιομήχανους,
μέχρι τους παγκοσμιοποιημένους Πράσινους, τους αριστερούς
αντικαπιταλιστές και τους antifa.
Κι ενώ άπαντες εστίασαν την προσοχή τους στην εκκωφαντική «σφαλιάρα» που δέχτηκε το χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, λόγω της –μέχρι πρότινος– μερκελικής πολιτικής των ανοιχτών συνόρων, αλλά και την αποξένωση του CDU (και του SPD) από πλατιά στρώματα της γερμανικής κοινωνίας ή και εξεπλάγησαν από τον καταποντισμό της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, που απώλεσε τον τίτλο του «λαϊκού κόμματος» (Volkspartei) ακόμα και σε περιοχές της Δυτικής Γερμανίας (Βάδη Βυρτεμβέργη), ελάχιστα ήταν τα δημοσιεύματα για την πανωλεθρία της γερμανικής Αριστεράς (Die Linke), η οποία είναι πλέον ένα κόμμα «μπροστά στο γκρεμό»: Κάτω από 3% σε Βάδη Βυρτεμβέργη και Ρηνανία-Παλατινάτο και μόνο 16,3% στη Σαξονία-Άνχαλτ (από 23,7% το 2011), όταν προεκλογικά απέβλεπε ακόμη και στη συγκυβέρνηση κατά το πρότυπο του συνασπισμού στο κρατίδιο της Θουριγγίας. Πώς αλλιώς μπορεί όμως να χαρακτηριστεί το εκλογικό αποτέλεσμα για την Αριστερά όταν οι μαζικότερες απώλειες της σημειώθηκαν στα παραδοσιακά εκλογικά της προπύργια; Το 30% των εργατών στη Σαξονία-Άνχαλτ ψήφισαν AfD (Die Linke: 16%), όπως και το 20% των ιδιωτικών υπαλλήλων (Die Linke: 18%), ενώ το 17% των ψηφοφόρων του AfD προέρχεται από την παραπαίουσα διεθνιστική Αριστερά. Για πολλά χρόνια το «Die Linke» αντλούσε τη δύναμή του κυρίως από ψηφοφόρους φίλα προσκείμενους στο άλλοτε «Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γερμανίας» (SED) της τέως Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Τώρα, όχι μόνο μοιράζεται αυτούς τους ψηφοφόρους με το AfD, αλλά κινδυνεύει να τους χάσει όλους.
Συχνά, όταν ένα κόμμα υφίσταται μια καταστροφική εκλογική ήττα, έχει την τάση, πέρα από την αναμενόμενη εσωστρέφεια, να ωραιοποιεί την κατάσταση και να διακατέχεται από μια αδυναμία αντίληψης των δραματικών εξελίξεων που, κατά κανόνα, φέρνουν ακόμα μεγαλύτερη εκλογική συρρίκνωση. Για τη γερμανική Αριστερά, ένα κλασικό κλειστό κόμμα στελεχών, που έφτασε στο σημείο να είναι διατεθειμένο να απαλλαγεί οικειοθελώς από ύποπτους για ξενοφοβία ψηφοφόρους του, αυτή η αδυναμία έγινε αντιληπτή ήδη τη βραδιά της εκλογικής πανωλεθρίας, καθώς, εμμένοντας σταθερά στην πολιτική των ανοιχτών συνόρων, παραμένει η «ουρά της Μέρκελ» και άνευ όρων υποστηριχτής μιας πολιτικής που κατέρρευσε μετά το προσφυγικό ντηλ Μέρκελ-Ερντογάν.
Το πρόβλημα βέβαια με τη γερμανική Αριστερά είναι ότι οι ψηφοφόροι της κατεβαίνουν μαζικά στις συγκεντρώσεις της ισλαμοφοβικής Pegida, αλλά και ότι δύο ηγετικά -και πιο προβεβλημένα- στελέχη της (η συμπροεδρεύουσα του κόμματος Βάγκενκνεχτ και ο σύζυγός της Λαφονταίν) διαφοροποιούνται ανοιχτά, παρά τις λοιδορίες των συντρόφων τους, με την προσφυγική πολιτική και τη Willkommenskultur του κόμματός τους, κατηγορώντας παράλληλα τη Μέρκελ ως τη βασική υπαίτιο για τον βαθύ διχασμό της γερμανικής κοινωνίας και την ανάδειξη του AfD σε μοναδική αντιπολιτευτική δύναμη στη Γερμανία. Αν σε όλα αυτά προστεθεί και το γεγονός ότι υπάρχουν και άλλα, εξίσου προβεβλημένα στελέχη, όπως ο Γκύζι, που πλέον δεν θα είχαν κανένα πρόβλημα να συγκυβερνήσουν με τη Μέρκελ, τότε δεν είναι παράξενο που οι δημοσκοπήσεις για το κρατίδιο Μέκλενμπουργκ- Φορπόμμερν, όπου το ερχόμενο φθινόπωρο θα γίνουν οι επόμενες εκλογές στη Γερμανία, δείχνουν πλέον την Αριστερά στο 19%, με καθοδική πορεία, και 16% για το AfD, το οποίο μόνο κατά τους τελευταίους δύο μήνες αύξησε τα ποσοστά του κατά 10%.
Οι αιτίες για τη συντελούμενη αλλαγή του γερμανικού εκλογικού τοπίου δεν είναι εντελώς καινούριες, αφορούν όλο το εκλογικό φάσμα και σχετίζονται με τις στρατηγικές αλλαγές του CDU, υπό τη Μέρκελ, η οποία, αφού πρώτα «έκλεψε» όλο το σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα (σύνταξη στα εξήντα τρία, σύνταξη μητέρων, ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, κατάργηση της στρατιωτικής θητείας στην πράξη κ.α.), εδώ και αρκετό καιρό το παρουσιάζει εντέχνως ως δικό της. Επιπλέον, η «πράσινη καγκελάριος» δεν οικειοποιήθηκε μόνο «πράσινες πολιτικές», όπως η σταδιακή έξοδος από το πυρηνικό πρόγραμμα της Γερμανίας και αποδέχτηκε πολλά από τα παγκοσμιοποιητικά προτάγματα των Πρασίνων, αλλά προωθεί, χωρίς αναστολές, και «αριστερές πολιτικές» για τους ομοφυλόφιλους, τους μετανάστες ή το σύμφωνο συμβίωσης. Στο πλαίσιο αυτό ο οποιοσδήποτε που δεν προσαρμόζεται εν τω συνόλω στο μερκελικό περιβάλλον –και ιδιαίτερα στο μεταναστευτικό ζήτημα– στοχοποιείται από τα «έγκυρα» γερμανικά ΜΜΕ με τους γνωστούς –και στην Ελλάδα– χαρακτηρισμούς. Το βέβαιο είναι πάντως ότι κυρίως λόγω του προσφυγικού έχει δημιουργηθεί ένας τεράστιος κενός χώρος στα δεξιά του πολιτικού φάσματος, τον οποίο καταλαμβάνει ταχύτατα ένα νεοσύστατο κόμμα, το οποίο μπορεί με αξιοσημείωτο δυναμισμό να πείθει τους ψηφοφόρους ισχυριζόμενο ότι, σε αντίθεση με τα λοιπά «κόμματα του κατεστημένου», είναι ένα «εθνικό-κοινωνικό» κίνημα «της κοινωνικής ειρήνης», με δυνατότητες να προσελκύει, σαν «κόμμα-σκούπα», ψηφοφόρους απ’ όλα τα λαϊκά κόμματα και κοινωνικά στρώματα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, αυτό που διακυβεύεται για τη γερμανική Αριστερά είναι κυριολεκτικά η πολιτική της επιβίωση. Η μεγάλη και ραγδαία άνοδος του AfD, ιδιαίτερα στα ανατολικά κρατίδια, αποτελεί έναν άμεσα υπαρξιακό κίνδυνο για το «Die Linke», για το οποίο η ανάδειξή του σε «λαϊκό κόμμα» της Ανατολικής Γερμανίας είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωσή του σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Παρά το αδιαμφισβήτητο πολιτικό και ρητορικό ταλέντο της Βάγκενκνεχτ, η συρρίκνωση της γερμανικής Αριστεράς φαίνεται προς το παρόν μη αναστρέψιμη, λόγω έλλειψης ξεκάθαρης στρατηγικής. Είναι σαφές ότι αν και η επόμενη εκλογική αναμέτρηση διεξαχθεί με τη μορφή μιας μετωπικής αντιπαράθεσης με το AfD, στη βάση κάποιων θολών αξιακών παραμέτρων με ανούσια και αντιφατικά ηθικολογικά χαρακτηριστικά, με κορόνες μιας ανέξοδης «αριστερής προοδευτικότητας» και με παρωχημένες αναφορές στην «αντικαπιταλιστική οικονομία» για μια «πιο δικαία κοινωνία» θα είναι για το «Die Linke» χαμένη εκ προοιμίου.
Κι ενώ άπαντες εστίασαν την προσοχή τους στην εκκωφαντική «σφαλιάρα» που δέχτηκε το χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, λόγω της –μέχρι πρότινος– μερκελικής πολιτικής των ανοιχτών συνόρων, αλλά και την αποξένωση του CDU (και του SPD) από πλατιά στρώματα της γερμανικής κοινωνίας ή και εξεπλάγησαν από τον καταποντισμό της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, που απώλεσε τον τίτλο του «λαϊκού κόμματος» (Volkspartei) ακόμα και σε περιοχές της Δυτικής Γερμανίας (Βάδη Βυρτεμβέργη), ελάχιστα ήταν τα δημοσιεύματα για την πανωλεθρία της γερμανικής Αριστεράς (Die Linke), η οποία είναι πλέον ένα κόμμα «μπροστά στο γκρεμό»: Κάτω από 3% σε Βάδη Βυρτεμβέργη και Ρηνανία-Παλατινάτο και μόνο 16,3% στη Σαξονία-Άνχαλτ (από 23,7% το 2011), όταν προεκλογικά απέβλεπε ακόμη και στη συγκυβέρνηση κατά το πρότυπο του συνασπισμού στο κρατίδιο της Θουριγγίας. Πώς αλλιώς μπορεί όμως να χαρακτηριστεί το εκλογικό αποτέλεσμα για την Αριστερά όταν οι μαζικότερες απώλειες της σημειώθηκαν στα παραδοσιακά εκλογικά της προπύργια; Το 30% των εργατών στη Σαξονία-Άνχαλτ ψήφισαν AfD (Die Linke: 16%), όπως και το 20% των ιδιωτικών υπαλλήλων (Die Linke: 18%), ενώ το 17% των ψηφοφόρων του AfD προέρχεται από την παραπαίουσα διεθνιστική Αριστερά. Για πολλά χρόνια το «Die Linke» αντλούσε τη δύναμή του κυρίως από ψηφοφόρους φίλα προσκείμενους στο άλλοτε «Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γερμανίας» (SED) της τέως Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Τώρα, όχι μόνο μοιράζεται αυτούς τους ψηφοφόρους με το AfD, αλλά κινδυνεύει να τους χάσει όλους.
Συχνά, όταν ένα κόμμα υφίσταται μια καταστροφική εκλογική ήττα, έχει την τάση, πέρα από την αναμενόμενη εσωστρέφεια, να ωραιοποιεί την κατάσταση και να διακατέχεται από μια αδυναμία αντίληψης των δραματικών εξελίξεων που, κατά κανόνα, φέρνουν ακόμα μεγαλύτερη εκλογική συρρίκνωση. Για τη γερμανική Αριστερά, ένα κλασικό κλειστό κόμμα στελεχών, που έφτασε στο σημείο να είναι διατεθειμένο να απαλλαγεί οικειοθελώς από ύποπτους για ξενοφοβία ψηφοφόρους του, αυτή η αδυναμία έγινε αντιληπτή ήδη τη βραδιά της εκλογικής πανωλεθρίας, καθώς, εμμένοντας σταθερά στην πολιτική των ανοιχτών συνόρων, παραμένει η «ουρά της Μέρκελ» και άνευ όρων υποστηριχτής μιας πολιτικής που κατέρρευσε μετά το προσφυγικό ντηλ Μέρκελ-Ερντογάν.
Το πρόβλημα βέβαια με τη γερμανική Αριστερά είναι ότι οι ψηφοφόροι της κατεβαίνουν μαζικά στις συγκεντρώσεις της ισλαμοφοβικής Pegida, αλλά και ότι δύο ηγετικά -και πιο προβεβλημένα- στελέχη της (η συμπροεδρεύουσα του κόμματος Βάγκενκνεχτ και ο σύζυγός της Λαφονταίν) διαφοροποιούνται ανοιχτά, παρά τις λοιδορίες των συντρόφων τους, με την προσφυγική πολιτική και τη Willkommenskultur του κόμματός τους, κατηγορώντας παράλληλα τη Μέρκελ ως τη βασική υπαίτιο για τον βαθύ διχασμό της γερμανικής κοινωνίας και την ανάδειξη του AfD σε μοναδική αντιπολιτευτική δύναμη στη Γερμανία. Αν σε όλα αυτά προστεθεί και το γεγονός ότι υπάρχουν και άλλα, εξίσου προβεβλημένα στελέχη, όπως ο Γκύζι, που πλέον δεν θα είχαν κανένα πρόβλημα να συγκυβερνήσουν με τη Μέρκελ, τότε δεν είναι παράξενο που οι δημοσκοπήσεις για το κρατίδιο Μέκλενμπουργκ- Φορπόμμερν, όπου το ερχόμενο φθινόπωρο θα γίνουν οι επόμενες εκλογές στη Γερμανία, δείχνουν πλέον την Αριστερά στο 19%, με καθοδική πορεία, και 16% για το AfD, το οποίο μόνο κατά τους τελευταίους δύο μήνες αύξησε τα ποσοστά του κατά 10%.
Οι αιτίες για τη συντελούμενη αλλαγή του γερμανικού εκλογικού τοπίου δεν είναι εντελώς καινούριες, αφορούν όλο το εκλογικό φάσμα και σχετίζονται με τις στρατηγικές αλλαγές του CDU, υπό τη Μέρκελ, η οποία, αφού πρώτα «έκλεψε» όλο το σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα (σύνταξη στα εξήντα τρία, σύνταξη μητέρων, ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, κατάργηση της στρατιωτικής θητείας στην πράξη κ.α.), εδώ και αρκετό καιρό το παρουσιάζει εντέχνως ως δικό της. Επιπλέον, η «πράσινη καγκελάριος» δεν οικειοποιήθηκε μόνο «πράσινες πολιτικές», όπως η σταδιακή έξοδος από το πυρηνικό πρόγραμμα της Γερμανίας και αποδέχτηκε πολλά από τα παγκοσμιοποιητικά προτάγματα των Πρασίνων, αλλά προωθεί, χωρίς αναστολές, και «αριστερές πολιτικές» για τους ομοφυλόφιλους, τους μετανάστες ή το σύμφωνο συμβίωσης. Στο πλαίσιο αυτό ο οποιοσδήποτε που δεν προσαρμόζεται εν τω συνόλω στο μερκελικό περιβάλλον –και ιδιαίτερα στο μεταναστευτικό ζήτημα– στοχοποιείται από τα «έγκυρα» γερμανικά ΜΜΕ με τους γνωστούς –και στην Ελλάδα– χαρακτηρισμούς. Το βέβαιο είναι πάντως ότι κυρίως λόγω του προσφυγικού έχει δημιουργηθεί ένας τεράστιος κενός χώρος στα δεξιά του πολιτικού φάσματος, τον οποίο καταλαμβάνει ταχύτατα ένα νεοσύστατο κόμμα, το οποίο μπορεί με αξιοσημείωτο δυναμισμό να πείθει τους ψηφοφόρους ισχυριζόμενο ότι, σε αντίθεση με τα λοιπά «κόμματα του κατεστημένου», είναι ένα «εθνικό-κοινωνικό» κίνημα «της κοινωνικής ειρήνης», με δυνατότητες να προσελκύει, σαν «κόμμα-σκούπα», ψηφοφόρους απ’ όλα τα λαϊκά κόμματα και κοινωνικά στρώματα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, αυτό που διακυβεύεται για τη γερμανική Αριστερά είναι κυριολεκτικά η πολιτική της επιβίωση. Η μεγάλη και ραγδαία άνοδος του AfD, ιδιαίτερα στα ανατολικά κρατίδια, αποτελεί έναν άμεσα υπαρξιακό κίνδυνο για το «Die Linke», για το οποίο η ανάδειξή του σε «λαϊκό κόμμα» της Ανατολικής Γερμανίας είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωσή του σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Παρά το αδιαμφισβήτητο πολιτικό και ρητορικό ταλέντο της Βάγκενκνεχτ, η συρρίκνωση της γερμανικής Αριστεράς φαίνεται προς το παρόν μη αναστρέψιμη, λόγω έλλειψης ξεκάθαρης στρατηγικής. Είναι σαφές ότι αν και η επόμενη εκλογική αναμέτρηση διεξαχθεί με τη μορφή μιας μετωπικής αντιπαράθεσης με το AfD, στη βάση κάποιων θολών αξιακών παραμέτρων με ανούσια και αντιφατικά ηθικολογικά χαρακτηριστικά, με κορόνες μιας ανέξοδης «αριστερής προοδευτικότητας» και με παρωχημένες αναφορές στην «αντικαπιταλιστική οικονομία» για μια «πιο δικαία κοινωνία» θα είναι για το «Die Linke» χαμένη εκ προοιμίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
...έκανες κου πε πε;