Διανύουμε μία ἰδιαίτερα
δύσκολη περίοδο. Πολλοί ἀνησυχοῦν γιά τήν οἰκονομική ὕφεση καί κρίσι.
Θεωροῦμε ὅμως ὅτι πιό ἀνησυχητική εἶναι ἡ πνευματική κρίσι καί ἡ
προσπάθεια κάποιων παραγόντων νά ἀποχριστιανίσουν καί
ἀποορθοδοξοποιήσουν τόν λαό μας. Ἡ Εὐρ. Ἕνωσις φαίνεται ὅτι συμβάλλει μέ
τίς ὁδηγίες της
πρός τήν κατεύθυνσι αὐτή. Οἱ δομές, πού προετοιμάζουν τόν ἐρχομό τῆς
«Νέας Ἐποχῆς», εἶναι ἐπίσης ἐπικίνδυνες, γιατί ἀποπροσωποποιοῦν τά
ἀνθρώπινα πρόσωπα καί μεταβάλλουν τήν κοινωνία σέ μάζα. Θεσμοί ὅπως τό
ἠλεκτρονικό φακέλωμα, ἡ κατάργησις τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες
τῶν Ἑλλήνων, ὁ σταδιακός περιορισμός τῆς διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν
Θρησκευτικῶν στά σχολεῖα, ἡ σχεδιαζόμενη ἐπαχθὴς καί ἀσφυκτική γιά τήν
λειτουργία της φορολόγησις τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἐνορχηστρωμένη πολεμική τῶν
Μ.Μ.Ε. κατά τῆς Ἐκκλησίας, ἡ συστηματική προσπάθεια νά
διαλυθῆ ἡ Ὀρθόδοξος ἑλληνική οἰκογένεια, συνιστοῦν μέτρα ἀποδομήσεως τῶν
ἑλληνορθόδοξων θεμελίων του Ἔθνους μας.
Προσβλέπομε στόν
Σταυρό τοῦ Κυρίου ὡς τήν λύση τοῦ ἀδιεξόδου μας. Ὅσο ἀπομακρυνόμεθα ἀπό
τόν Χριστό, αἰχμαλωτιζόμεθα ἀπό τήν φιλαυτία, πού κατά τούς Ἁγίους
Πατέρας εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν. Τά προφητικά λόγια του Ἀποστόλου
Παύλου μᾶς συγκλονίζουν: «ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροί
χαλεποί· ἔσονται γάρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες,
ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀχάριστοι, ἀνόσιοι, ἄστοργοι,
ἄσπονδοι, διάβολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι, ἀφιλάγαθοι, προδόται, προπετεῖς,
τετυφωμένοι, φιλήδονοι μᾶλλον ἤ φιλόθεοι, ἔχοντες μόρφωσιν εὐσέβειας,
τήν δέ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι» (Β΄ Τιμ. γ΄ 2–5).
Ὁ Κύριος, ὅπως γράφει ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος, «ἀντί τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε Σταυρόν,
αἰσχύνης καταφρονήσας» (Ἑβρ. ιβ΄ 2) καί ἔγινε «ὑπέρ ἡμῶν κατάρα» (Γαλ.
γ΄ 13), γιά νά
μᾶς ἐλευθερώση ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου, δηλαδή ἀπό κάθε μορφή
αὐτοδικαιώσεως, καί ἀπό τήν φιλαυτία.
Ἀτενίζομε στόν Σταυρό πάσχοντα τόν ἀναμάρτητο
Κύριο καί διδασκόμεθα τήν χριστοήθεια, τήν ἀντικατάστασι
τῆς φιλαυτίας ἀπό τό θυσιαστικό καί ἀγαπητικό ἦθος.
Πόσο πιό ὡραία θά ἦταν ἡ
κοινωνία μας καί ἡ ζωή μας, ἐάν μέ πνεῦμα μετανοίας ἀγωνιζώμεθα κατά
τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ καί τῆς φιλαυτίας;
Στό πρόσωπο τοῦ εὐγνώμονος ληστοῦ βλέπομε πῶς μέ τήν πίστι καί τήν
μετάνοια σώζεται
ὁ ἄνθρωπος. Στόν ἐξ ἀριστερῶν ληστή βλέπομε τόν ἄνθρωπο,
πού, λόγω τῆς ἀπιστίας του, στερεῖται τήν σωτηρία, πού προσφέρει ὁ Σταυρωθεὶς Ἰησοῦς.
Ὁ Σεβασμιώτατος πρ.
Ἐρζεγοβίνης
Ἀθανάσιος Γιέφτιτς, παραλληλίζει τούς δύο ληστὰς μέ δύο συγχρόνους
φιλοσόφους, τόν Ντοστογιέφσκυ καί τόν Σάρτρ: «Διὰ τήν ἄρνησιν τοῦ Θεοῦ ὁ
Ντοστογιέφσκυ ἤξερε ὄχι ὀλιγώτερον τοῦ Σάρτρ, ἐκεῖνα ὅμως, πού ἤξερε ὁ
Ντοστογιέφσκυ ὁ Σάρτρ δέν ἤθελε νά τά γνωρίση. Εἰς τήν ἑωσφορικήν
ὑπερηφάνειάν του καί τόν ἐγωκεντρισμόν
του (τοῦτο λέγεται δαιμονική “φιλαυτία” κατά τούς Πατέρας) ὁ Σάρτρ δέν
ἤθελε νά ἀναζητήση τήν σωτηρίαν του ὡς ἀνθρώπου εἰς τόν Θεάνθρωπον
Χριστόν! Καί ἐδῶ πάλιν ἰσχύει δι’ αὐτόν ἡ προσωπική μαρτυρία καί
ὁμολογία τοῦ Ντοστογιέφσκυ: Ὅσοι ἀρνοῦνται τόν Χριστόν, μέ αὐτό
βεβαιώνουν μόνον ὅτι δέν τόν ἐγνώρισαν κἄν» («Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεανθρώπου
Χριστοῦ καί ὁ μηδενισμός τῶν συγχρόνων ὑπαρξιστῶν», περιοδ. «Γρηγόριος ὁ
Παλαμᾶς», τ. 617,σ. 208–209).
Ὁ Ἐσταυρωμένος ἀναμένει πάντοτε, καί μάλιστα ἐφέτος, πού
περνᾶμε αὐτήν τήν πνευματική κρίσι καί τήν
λαίλαπα τοῦ ἀθεϊσμοῦ, τήν μετάνοιά μας. Ἀρχόντων
καί ἀρχομένων, κλήρου, λαοῦ καί μοναχῶν.
Δέν ἐξέλιπαν βέβαια ἀπό τόν λαό μας οἱ ταπεινές ψυχές, πού μετανοοῦν, πού
προσεύχονται, πού ἀγαπητικά προσφέρονται στόν
συνάνθρωπο. Αὐτοί εἶναι οἱ γνήσιοι μαθηταί τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου.
Φωτίζει καί παρηγορεῖ τήν ζωή μας ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὁ ἀνεξάντλητος ποταμός, πού ἀρδεύει καί
ζωογονεῖ «τήν πόλιν τοῦ Θεοῦ» (πρβλ. Ψαλμ. με΄ 5), δηλ. τήν Ἐκκλησία. Ὅπως ψάλλομε:
«Ἡ ζωηφόρος Σου πλευρά, ὡς ἐξ’ Ἐδέμ πηγή ἀναβλύζουσα, τήν
Ἐκκλησίαν Σου,
Χριστέ, ὡς λογικόν ποτίζει Παράδεισον, ἐντεῦθεν μερίζουσα, ὡς εἰς ἀρχάς εἰς τέσσαρα Εὐαγγέλια τόν κόσμον ἀρδεύουσα, τήν κτίσιν εὐφραίνουσα καί τά Ἔθνη πιστῶς διδάσκουσα, προσκυνεῖν τήν βασιλείαν Σου». (Μακαρισμοί Μεγάλης Παρασκευῆς)
Τήν Σταύρωσι τοῦ Κυρίου καί τήν τριήμερο Ταφή Του ἀκολουθεῖ ἡ ζωηφόρος Ἀνάστασίς Του.
Ὅσο κι ἄν εἶναι σκοτεινός ὁ κόσμος μας, πού ἐσταύρωσε τόν Θεόν, σ’ αὐτόν τόν κόσμο
μποροῦμε νά χαροῦμε, γιατί ὁ Σταυρωθεὶς καί Ταφεὶς Κύριος ἐνίκησε τόν θάνατο καί ἀνεστήθη τριήμερος
ἐκ τῶν νεκρῶν «συναναστήσας παγγενῆ τόν Ἀδάμ» (Ἀναστάσιμος κανών, ὠδή στ΄).
«Δεῦτε λάβετε»,
λοιπόν, «φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός καί δοξάσατε Χριστόν,
τόν
Ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν» (Ὄρθρος Πάσχα).
Τόν
τελικό
λόγο
στόν
κόσμο
μας
δέν
ἔχει ἡ ἁμαρτία, ἡ ἀπιστία, ὁ θάνατος, ὁ διάβολος, ἀλλά ὁ νικητής ὅλων αὐτῶν, Ἰησοῦς Χριστός,
ὁ «Κύριος της δόξης»
(Α΄
Κοριν. β΄ 8).
Ἔτσι οἱ Χριστιανοί προσπαθοῦμε νά συσταυρωθοῦμε μέ τόν Χριστό, γιά νά
συναναστηθοῦμε μαζί Του καί νά περιπατήσουμε «ἐν
καινότητι ζωῆς» (Ρωμ. στ΄ 4).
Μποροῦμε νά ἔχωμε χαρά,
γιατί στόν κόσμο δέν
ἐνίκησε ἡ ἁμαρτία καί ἡ φιλαυτία, ἀλλά ἡ ἀγάπη τοῦ ταπεινοῦ Ἰησοῦ. Καί ἀκόμη, γιατί καί σήμερα μπορεῖ ἡ ζωή μας νά πληρωθῆ μέ τό Φῶς καί τήν Χαρά τῆς Ἁγίας Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, παρά τίς
δυσκολίες καί τούς πειρασμούς, πού ἀντιμετωπίζομε.
Γι’ αὐτό καί ἐμεῖς θέλομε ἡ ζωή μας νά κινῆται μεταξύ του Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεώς Του.
Μέ τήν πίστι αὐτή σᾶς χαιρετοῦμε ἐν Χριστῷ Σταυρωθέντι καί Ἀναστάντι καί ἐπαναλαμβάνομε μαζί σας τόν ὕμνο τῆς Ἐκκλησίας:
«Τόν Σταυρόν Σου προσκυνοῦμεν Δέσποτα, καί τήν Ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν»
(Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως).
Χριστός Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!πηγή