Πέμπτη 7 Αυγούστου 2014
Οι Διασημότερες Κεντήστρες της Κωνσταντινούπολης
Κοκώνα,
η Μαριώρα και η Δεσποινέτα…Δημιουργίες βυζαντινής και μεταβυζαντινής
χρυσοκεντητικής από τις διασημότερες κεντήστρες της Κωνσταντινούπολης
Η διασημότερη κεντήστρα της Κωνσταντινούπολης λεγόταν Δεσποινέτα, έζησε τον 17ο αιώνα και είχε τεράστια φήμη που εκτεινόταν και πέραν των συνόρων της Πόλης, όπως αποδεικνύουν οι παραγγελίες που δεχόταν από μακριά. Κωνσταντινουπολίτισσες ήταν και η Μαριώρα, η Ευσεβία, η Κοκώνα, η Τζαόρια και η Γρηγοριά, που άφησαν πίσω τους μοναδικά έργα.
Οι συλλογές του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου έχουν να παρουσιάσουν σπουδαία δημιουργήματα βυζαντινής και μεταβυζαντινής χρυσοκεντητικής. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν τα εργόχειρα των μεταβυζαντινών χρόνων από την Κωνσταντινούπολη, στα οποία εστιάζεται και το θέμα του ημερολογίου του Βυζαντινού Μουσείου για το 2008, καθώς, ιδίως από τον 17ο αιώνα και μετά, η Πόλη αναδεικνύεται σε οικονομική και πνευματική πρωτεύουσα των Ρωμιών.
Σε αυτό το πλαίσιο ήταν επόμενο να αναδειχθούν και οι τέχνες κι ανάμεσά τους η χρυσοκεντητική, που σε μεγάλο βαθμό υπηρετούσε τις ανάγκες του εκκλησιαστικού βίου των Ρωμιών και της οποίας η αδιάσπαστη συνέχεια από τη βυζαντινή εποχή είναι αδιαμφισβήτητη. Οι χρυσοκεντητές αποτελούν ένα από τα πλέον ισχυρά και μεγάλα ισνάφια (συντεχνίες) της Κωνσταντινούπολης, ενώ η Πόλη εμφανίζεται να είναι σημαντικό κέντρο εργαστηριακής κεντητικής, από το οποίο προέρχονται κατά πάσα πιθανότητα τα καλύτερα χρυσοκέντητα που βρίσκονται διάσπαρτα σε μονές και συλλογές.
Ξεφυλλίζοντας κανείς το ημερολόγιο του Βυζαντινού Μουσείου για το 2008, αντικρίζει κάτι οικείο και ταυτόχρονα άγνωστο, αντικρίζει τεκμήρια της πραγματικής ιστορίας που τα γράφουν οι άνθρωποι, όχι με το πινέλο ή τη γραφίδα αλλά με το βελόνι.
Τέχνη «παραγνωρισμένη και παρεξηγημένη» χαρακτηρίζει την τέχνη του βελονιού, του κεντήματος, ο διευθυντής του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Δημήτρης Κωνστάντιος. «Το κόκκινο ατλάζι, τα αργυρά και χρυσά σύρματα δημιουργούν ενδύματα, σκιές, όγκους, νοητό βάθος και πλαστικότητα». σημειώνει στον πρόλογο του ημερολογίου. Παραθέτει επίσης τη γεμάτη ταπεινότητα «υπογραφή» της Μαριώρας σε ένα από τα έργα της: «Πρόσδεξαι Παναγία μου το έργο των χειρών μου/ της Μαριώρας δούλης σου και δώρον ταπεινόν μου/ και βασιλείας ουρανών την πύλην την αγίαν/ άνοιξε κι εισήγαγε εμέ δι ευσπλαχνίαν».
Ο Σύλλογος Φίλων του Μουσείου επιμελήθηκε το γούρι της χρονιάς. Πρόκειται για άνθος εμπνευσμένο από λεπτομέρεια λειτουργικού υφάσματος της Συλλογής Λοβέρδου (18ος αιώνας). Διατίθεται στο πωλητήριο του Μουσείου ως ασημένιο κρεμαστό κόσμημα, καρφίτσα, σκουλαρίκια και μανικετόκουμπα.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΩΤΤΗ
Η διασημότερη κεντήστρα της Κωνσταντινούπολης λεγόταν Δεσποινέτα, έζησε τον 17ο αιώνα και είχε τεράστια φήμη που εκτεινόταν και πέραν των συνόρων της Πόλης, όπως αποδεικνύουν οι παραγγελίες που δεχόταν από μακριά. Κωνσταντινουπολίτισσες ήταν και η Μαριώρα, η Ευσεβία, η Κοκώνα, η Τζαόρια και η Γρηγοριά, που άφησαν πίσω τους μοναδικά έργα.
Οι συλλογές του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου έχουν να παρουσιάσουν σπουδαία δημιουργήματα βυζαντινής και μεταβυζαντινής χρυσοκεντητικής. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν τα εργόχειρα των μεταβυζαντινών χρόνων από την Κωνσταντινούπολη, στα οποία εστιάζεται και το θέμα του ημερολογίου του Βυζαντινού Μουσείου για το 2008, καθώς, ιδίως από τον 17ο αιώνα και μετά, η Πόλη αναδεικνύεται σε οικονομική και πνευματική πρωτεύουσα των Ρωμιών.
Σε αυτό το πλαίσιο ήταν επόμενο να αναδειχθούν και οι τέχνες κι ανάμεσά τους η χρυσοκεντητική, που σε μεγάλο βαθμό υπηρετούσε τις ανάγκες του εκκλησιαστικού βίου των Ρωμιών και της οποίας η αδιάσπαστη συνέχεια από τη βυζαντινή εποχή είναι αδιαμφισβήτητη. Οι χρυσοκεντητές αποτελούν ένα από τα πλέον ισχυρά και μεγάλα ισνάφια (συντεχνίες) της Κωνσταντινούπολης, ενώ η Πόλη εμφανίζεται να είναι σημαντικό κέντρο εργαστηριακής κεντητικής, από το οποίο προέρχονται κατά πάσα πιθανότητα τα καλύτερα χρυσοκέντητα που βρίσκονται διάσπαρτα σε μονές και συλλογές.
Ξεφυλλίζοντας κανείς το ημερολόγιο του Βυζαντινού Μουσείου για το 2008, αντικρίζει κάτι οικείο και ταυτόχρονα άγνωστο, αντικρίζει τεκμήρια της πραγματικής ιστορίας που τα γράφουν οι άνθρωποι, όχι με το πινέλο ή τη γραφίδα αλλά με το βελόνι.
Τέχνη «παραγνωρισμένη και παρεξηγημένη» χαρακτηρίζει την τέχνη του βελονιού, του κεντήματος, ο διευθυντής του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Δημήτρης Κωνστάντιος. «Το κόκκινο ατλάζι, τα αργυρά και χρυσά σύρματα δημιουργούν ενδύματα, σκιές, όγκους, νοητό βάθος και πλαστικότητα». σημειώνει στον πρόλογο του ημερολογίου. Παραθέτει επίσης τη γεμάτη ταπεινότητα «υπογραφή» της Μαριώρας σε ένα από τα έργα της: «Πρόσδεξαι Παναγία μου το έργο των χειρών μου/ της Μαριώρας δούλης σου και δώρον ταπεινόν μου/ και βασιλείας ουρανών την πύλην την αγίαν/ άνοιξε κι εισήγαγε εμέ δι ευσπλαχνίαν».
Ο Σύλλογος Φίλων του Μουσείου επιμελήθηκε το γούρι της χρονιάς. Πρόκειται για άνθος εμπνευσμένο από λεπτομέρεια λειτουργικού υφάσματος της Συλλογής Λοβέρδου (18ος αιώνας). Διατίθεται στο πωλητήριο του Μουσείου ως ασημένιο κρεμαστό κόσμημα, καρφίτσα, σκουλαρίκια και μανικετόκουμπα.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΩΤΤΗ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)