Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2015
Ένα ζωντανό όραμα σ'ένα γυναικείο μοναστήρι στην Κέρκυρα - " Ναι, πριν παντρευτώ, είχα κάμει μια..."
Ή
Γερόντισσα του Μοναστηριού ήταν πολύ ενάρετη γυναίκα, πού θύμιζε
παλαιές ασκήτριες. Γι' αυτό και κατέφευγαν σ' αυτή πολλές γυναίκες
κυρίως και την παρακαλούσαν να προσεύχεται γι' αυτές και για τα
προβλήματά τους. Έτσι μια μέρα την πλησίασε μια νεαρή γυναίκα και με
δάκρυα της ανέφερε ότι κάποια χρόνια δεν μπορούσε να συλλάβει παιδί,
πράγμα πού στενοχωρούσε και την ίδια, αλλά πιο πολύ τον άντρα της. Γι'
αυτό και την παρακάλεσε να κάμει Παράκληση στην Παναγία, αν ήταν δυνατό,
μαζί της. Άρχισε ή Γερόντισσα να ψάλλει ευλαβικά την Παράκληση, οπότε
για μια στιγμή βλέπει μπροστά της στον αέρα μετέωρο ένα μωράκι να
κινείται ζωηρά μέσα σε αίματα! Τότε διέκοψε την Παράκληση και γυρνώντας
προς την νεαρή γυναίκα, πού ήταν γονατιστή και δακρυσμένη, της είπε:
-«Με συγχωρείς, παιδί μου. Μήπως έχεις κάμει έκτρωση;»
Ξαφνιασμένη με την απροσδόκητη ερώτηση ή γυναίκα την ώρα της Παρακλήσεως και τρέμοντας ομολόγησε:
-«Ναι, πριν παντρευτώ, είχα κάμει μια έκτρωση»!
-«Εξομολογήθηκες, παιδί μου, τον αμάρτημα σου;»
-«Όχι, Γερόντισσα...».
-«Φανερά,
παιδί μου, τον 'δειξε ή Παναγία, πώς έγινες στείρα από την έκτρωση, πού
μάλιστα δεν εξομολογήθηκες. Σου είχε δώσει ό Θεός παιδί και συ το
σκότωσες. Πρέπει πρώτα να έξομολογηθής και μετά να παρακαλέσουμε την
Παναγία...».
(Μας
τον διηγήθηκαν δύο Φίλοι των Πολυτέκνων Κερκυραίοι, πού γνώριζαν καλά
την αγία εκείνη Γερόντισσα, ή οποία τον διηγήθηκε ανώνυμα κατά σχετική
με την οικογένεια και την τεκνογονία συζήτηση).
Από το βιβλίο ''Η αλήθεια για τις εκτρώσεις''
Ο Μπραντ Πιτ και η Αντζελίνα Τζολί ως «πρότυπα» γονιών που ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να διαλέξουν εκείνα τι φύλο θέλουν να «είναι»
Ο |
Μια ιστοσελίδα που γράφει για τη μόδες και ρούχα, παρήγαγε
ένα άρθρο που βασιζόμενο στη νέα «μόδα» που διαχωρίζει το βιολογικό φύλο από το
«κοινωνικό» φύλο (βλ. εδώ) αποσκοπεί στο να ενθαρρύνει τους γονείς να αποδεχτούν
ότι τα παιδιά τους είναι ελεύθερα να «διαλέξουν» τι φύλο θέλουν να είναι.
Ο Μπραντ Πιτ και η Αντζελίνα Τζολί χρησιμοποιούνται ως γονείς - «μοντέλο»
ανατροφής παιδιών, επειδή πιστεύουν ότι έχουν ένα παιδί «απροσδιόριστου» φύλου.
Γράφει το Refinery
29:
«Ολόκληρη η οικογένεια της Αντζελίνα Τζολί πρόσφατα βγήκε στο
κόκκινο χαλί να υποστηρίξει τη νέα ταινία της μητέρας ‘Unbroken’*. Το μεγαλύτερο βιολογικό
παιδί του ζευγαριού, (η Shiloh) που δηλώθηκε θηλυκό κατά τη γέννηση, βρέθηκε μαζί με τους αδελφούς του Maddox και Pax να
φοράει σικάτα κοστούμια και να έχει κοντό κούρεμα».
Πως γίνεται να «δηλώθηκε θηλυκό κατά τη γέννησή του»; Αυτό σημαίνει
ότι δεν είχε συγκεκριμένο φύλο πριν; Πως γίνεται τότε ο υπέρηχος να δείχνει το
φύλο του παιδιού στις 20 εβδομάδες; Μήπως τα Υ χρωμοσώματα εμφανίζονται μόνο
κατά τη γέννηση; Η ιδέα ότι το φύλο «δηλώνεται» ή «καταχωρείται» κατά τη
γέννηση είναι σκέτη παραφροσύνη. Από τη στιγμή που το ωάριο γονιμοποιηθεί, αυτό
είτε παράγει ΧΧ χρωμοσώματα που κάνουν τα θηλυκά ή ΧΥ που κάνουν τα αρσενικά. Οτιδήποτε
διαφορετικό από αυτό κάνει το έμβρυο να έχει μια γενετική διαταραχή.
«Οι Jolie και Pitt ήταν αρκετά ‘ανοιχτοί’ κατά τη διάρκεια των ετών για το
ενδιαφέρον της Shiloh
σε όλα τα πράγματα που θεωρούνται αγορίστικα. Σε μια συνέντευξη με την Όπρα το
2008, ο Μπραντ Πιτ συζήτησε για το ότι η Shiloh ήθελε να ονομάζεται Τζον».
Τα παιδιά μιμούνται και ιδιαίτερα τα μεγαλύτερα σε ηλικία αδέλφια
τους. Τα κορίτσια συνήθως περνούν από μια φάση αγοροκόριτσου και μέχρι
πρόσφατα, κανείς δεν σκέφτονταν τίποτε πέρα από αυτό. Σήμερα, όμως αυτό κάτι «σημαίνει».
Η πλύση εγκεφάλου περί «άφυλου» παιδιού οδηγεί τους «ανοικτούς» «προοδευτικούς»
γονείς να θεωρήσουν ότι είναι πολύ φυσιολογικό ότι το κορίτσι τους, μπορεί να «είναι»
ή να «γίνει» αγόρι. Έτσι, αρχίζουν να επιβραβεύουν και να επαινούν τέτοιου είδος
συμπεριφορές.
«Η οικογένεια της οκτάχρονης υποστηρίζει πλήρως την απόφασή
της να αυτοχαρακτηρίζεται - από μια έλξη σε κοστούμια και γραβάτες και ένα αγορίστικο
κούρεμα μέχρι την αλλαγή του ονόματος».
Μάλιστα η ιστοσελίδα δεν αναφέρεται στην 8χρονη Shiloh ως
“he” ή “she”, αλλά ως “they” (!) σεβόμενη λέει την οδηγία
του γνωστού ομοφυλοφιλικού περιοδικού ‘Advocate’, που αναφέρεται “στον” John ως “they”, ως ουδέτερο ως προς το φύλο άτομο,
λόγω «σεβασμού» της απόφασης “του” John να διαλέξει όποιο φύλο θέλει.
«Η Τζολί είπε στο Vanity Fair σε μια συνέντευξη του 2010, ότι “ο John” έχει ανακαλύψει την ταυτότητά “του”
από την ηλικία των τριών ετών. "Θέλει να είναι ένα αγόρι," είπε η
Τζολί. "Γι’ αυτό έπρεπε να της κόψουμε τα μαλλιά της. Της αρέσει να φορούν
ό, τι τα αγόρια. Νομίζει ότι είναι ένας από τους αδελφούς. "
Φυσικά, άλλο είναι να της αρέσει να παίζει με τα παιχνίδια των
αδελφών της, και άλλο να ενθαρρύνεται να κόψει σαν αγόρι τα μαλλιά της και ακόμα
να αλλάξει το όνομά της και να «γίνει» αγόρι. Οι γονείς δηλαδή, δεν έχουν καμία
ευθύνη; Το παιδί σε αυτήν την ηλικία είναι απολύτως «ελεύθερο» να κάνει και να θέλει να "γίνει" ό,τι
αισθάνεται;** Δεν υπάρχει παραμέληση ή ακόμα και κακοποίηση παιδιού;
«Η Telegraph
χρησιμοποίησε την ιστορία των Pitt-Jolie ως μια ευκαιρία για την
εκπαίδευση των ενηλίκων για το πώς να χειριστούν τις εξερευνήσεις της αλλαγής φύλου
του παιδιού τους. Είναι εύκολο να απορρίψει κάποιος την τάση του παιδιού να
κλίνει προς τα παιχνίδια και τα είδη ένδυσης που γενικά αποδίδονται στο αντίθετο
φύλο της ως μια φάση».
Στην συνέχεια και στο τέλος του άρθρου, αναφέρεται μία ψυχολόγος
που προβαίνει σε αντικρουόμενες διαπιστώσεις, έτσι ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος
να ακουστεί ως μη πολιτικά ορθή. Λέει από τη μία ότι οι γονείς δεν θα πρέπει να
βγάλουν το συμπέρασμα ότι το παιδί τους έχει μια διαταραχή φύλου, (ή να αρχίζουν
να το γιορτάζουν όπως στην περίπτωση της Τζολί), αλλά στη συνέχεια λέει ότι
πρέπει να ακολουθήσουν το παράδειγμα των celebrities Πιτ-Τζολί.
γιατί είναι σημαντική η ευχή της μάνας;
Η ευχή των γονέων είναι η
μεγαλύτερη κληρονομιά για τα παιδιά. Για αυτό φροντίζουν να έχουν την
ευχή των γονέων. Δεν είδες ο Ιακώβ, μέχρι πού έφθασε, για να πάρη την
ευλογία του πατέρα του; Και προβιά φόρεσε!
Ειδικά η ευχή της μάνας είναι μεγάλο πράγμα! Κάποιος έλεγε: «Κάθε λόγος
της μητέρας μου είναι και μια λίρα χρυσή». Να, και πριν από καιρό πόση
εντύπωση μου έκανε κάποιος από το Γιοχάνεσμπουργκ! Ήρθε στο Καλύβι το
φθινόπωρο. «Γέροντα, η μάνα μου αδιαθέτησε, μου λέει, και ήρθα να την
δω». Τρεις μήνες δεν πέρασαν, τα Χριστούγεννα ξαναήρθε.
«Πώς πάλι εδώ;», τον ρωτάω. «Έμαθα, μου λέει, πως πάλι αδιαθέτησε η
μάνα μου και ήρθα να φιλήσω το χέρι της, γιατί είναι ηλικιωμένη και
μπορεί να πεθάνει. Για μένα η μεγαλύτερη περιουσία είναι η ευχή της
μάνας μου».
Εξήντα χρονών άνθρωπος ξεκίνησε από το Γιοχάνεσμπουργκ και ήρθε στην
Ελλάδα, για να φιλήση το χέρι της μάνας του! Και τώρα τέτοια ευλογία
έχει, που σκέφτεται να κάνει ένα γηροκομείο μεγάλο για τους κληρικούς
και να το χαρίση στην εκκλησία. Δηλαδή τις ευλογίες δεν έχει που να τις
βάλη κατά κάποιον τρόπο. Για μένα είναι φάρμακο μια τέτοια ψυχή.
Είναι σαν να είμαι στην έρημο Σαχάρα και να βρίσκω ξαφνικά λίγο νερό. Αυτά χάνονται σιγά-σιγά.
Ένας άλλος ήρθε μια μέρα με κλάματα στο Καλύβι. «Πάτερ, με καταράστηκε η
μάνα μου. Στο σπίτι έχουμε όλο αρρώστιες, στεναχώριες, η δουλειά μου
δεν πάει καλά», μου είπε. «Κι εσύ δεν θα ήσουν εντάξει» του λέω. «Δεν
μπορεί η μάνα σου άδικα να σε καταράστηκε». «Ναι, μου λέει. Ήμουν κι
εγώ». «Να πας να ζητήσης συγχώρηση από την μάνα σου», του λέω. «Θα πάω,
Πάτερ, μου λέει. Δώσε μου την ευχή σου». «Την ευχή μου την έχεις, του
είπα, αλλά να πάρης και την ευχή της μάνας σου».
«Δύσκολο να μου δώση την ευχή της», μου λέει. «Να πας, κι αν δεν σου
την δώση, να της πης: «Μου είπε ένας Γέροντας πως κι εσύ θα παραδώσης
ψυχή». Πήγε, και η μάνα του του ευχήθηκε: «Παιδί μου, να έχης την
ευλογία του Αβραάμ!». Ήρθε μετά από λίγο καιρό στο Όρος με βυσσινάδες,
με λουκούμια. Ήταν γεμάτος χαρά. Τα παιδιά του ήταν καλά, η δουλειά του
πήγαινε καλά. Συνέχεια βούρκωνε και μου έλεγε: «δόξα τω Θεώ».
Άλλαξε η ζωή του και μιλούσε όλο πνευματικά. Πόσο μάλλον όταν
κανείς έχη εξ αρχής σεβασμό προς τους γονείς! Πώς να μην έχει την
ευλογία του Θεού;
Από το βιβλίο «Οικογενειακή ζωή»,Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Δ'
Η πρώτη ιδιόχειρη σημείωση του Σαμαρά στο ημερολόγιο του το 2015 Απόρρητο - Αποκλειστικό
Διέρρευσε
και περιήλθε εις χείρας μας η πρώτη εγγραφή που πραγματοποίησε για το
2015 ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός της χώρας κ. Αντώνιος Σαμαράς στο
«Αγαπημένο Ημερολόγιο» του, το οποίο τηρεί ανελλιπώς από τότε που έμαθε
γραφή και ανάγνωση. Από την τρυφερή ηλικία των 9 ετών.
Η εγγραφή φέρει ημερομηνία 1.1.2015 και δεν επιδέχεται οιασδήποτε αμφισβητήσεως. Το κείμενο μπορείτε να διαβάσετε, σε μεγέθυνση, ακριβώς παρακάτω.
Η εγγραφή φέρει ημερομηνία 1.1.2015 και δεν επιδέχεται οιασδήποτε αμφισβητήσεως. Το κείμενο μπορείτε να διαβάσετε, σε μεγέθυνση, ακριβώς παρακάτω.
XPHΣΙΜΟ: Φτιάξτε μόνοι σας δραστικά, σπιτικά σιρόπια για το βήχα!
Ο
καιρός μονίμως αλλάζει, μια κρύο, μια ζέστη και οι ιώσεις κάνουν party.
Ο βήχας είναι από τα πιο ενοχλητικά συμπτώματά τους και η αντιμετώπισή
του είναι ο μόνιμος μπελάς μας.
Πως όμως μπορούμε να τον καταπολεμήσουμε μόνοι μας;
Η απάντηση είναι δημιουργώντας τα δικά μας σπιτικά σιρόπια, μόνες μας, στο σπίτι μας, με υλικά που όλες έχουμε στην κουζίνα μας.
Οι συνταγές είναι οι εξής:
Πως όμως μπορούμε να τον καταπολεμήσουμε μόνοι μας;
Η απάντηση είναι δημιουργώντας τα δικά μας σπιτικά σιρόπια, μόνες μας, στο σπίτι μας, με υλικά που όλες έχουμε στην κουζίνα μας.
Οι συνταγές είναι οι εξής:
1. Με λεμόνι και μέλι Βράζετε με τη φλούδα του ένα λεμόνι σε λίγη ποσότητα νερού για περίπου 5 λεπτά και έπειτα το βγάζετε και το στύβετε. Ρίχνετε το χυμό του σε ένα ποτήρι και προσθέτετε αμέσως τρεις κουταλιές μέλι. Το πίνετε ζεστό, τουλάχιστον τρεις φορές τη μέρα. Ποια είναι τα οφέλη του; Το μέλι έχει την ιδιότητα να μαλακώνει το λαιμό, τη στιγμή που το λεμόνι έχει αντισηπτικές και αντιβακτηριδιακές ιδιότητες. Έτσι, λοιπόν, ο συνδυασμός τους θα σας ανακουφίσει, μαλακώνοντας το βήχα και το λεμόνι θα μάχεται εναντίον των μικροβίων.
2. Εάν ο βήχας σας είναι πολύ έντονος και επιμένει, δοκιμάστε την εξής φυτική συνταγή: Bράζετε νερό μαζί με φασκόμηλο και θυμάρι και το πίνετε αφού έχετε προσθέσει μια κουταλιά μέλι. Τα αποτελέσματά του είναι εντυπωσιακά.
ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΤΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ ΤΟΥ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ
Ιωάννης Ελ. Σιδηράς
Θεολόγος – Εκκλησιαστικός Ιστορικός – Νομικός
Επέτειος 90 ετών (1923 – 2013) από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης
Συμπληρώνονται
εφέτος 90 συναπτά έτη από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης και την
ολοκλήρωση της «Αναγκαστικής Ανταλλαγής» των πληθυσμών του Θρακικού
Ελληνισμού. Έτσι, η επετειακή γραφή γυρίζει πίσω τις σελίδες της
ιστορίας του θρακικού ελληνισμού, στην δίσεκτη εκείνη χρονιά του 1922.
Οι
αποφράδες εκείνες ημέρες του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου του 1922,
του «μαύρου Σεπτεμβρίου», σφραγίστηκαν ανεξίτηλα από την «μαρτυρική
άλωση» του Μικρασιατικού Ελληνισμού, ο οποίος ως «άδολον αρνίον»
κατεσφάγη στο βωμό της ακραίας εθνικιστικής μανίας και της εφαρμογής της
νέας πολιτικής της αναδυόμενης πλέον κεμαλικής – μεταοθωμανικής
Τουρκίας για εθνοκάθαρση των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων, καθώς και
στο βωμό των πολιτικών και γεωστρατηγικών σκοπιμοτήτων των Μεγάλων
Ευρωπαϊκών Δυνάμεων.
Παρά
ταύτα, το τραφικό τέλος του ελληνισμού της «καθ’ ημάς Ανατολής» δεν
είχε ακόμη συντελεσθεί. Αυτό το οριστικό τέλος επρόκειτο να έλθει με την
λεγομένη αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών του θρακικού ελληνισμού
και συγκεκριμένα με τον ξεριζωμό των Ανατολικοθρακών Ελλήνων, κατά τον
Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και Νοέμβριο του 1922, ο οποίος ολοκληρώθηκε με τον
αφανισμό και των εσχάτων εστιών του Ελληνισμού της Ανατολικής Θράκης
και μέχρι των προαστείων της Κωνσταντινουπόλεως, δια της εφαρμογής της
Συνθήκης της Λωζάνης (1923), η οποία έθεσε και την «ταφόπλακα» της Αν.
Θράκης.
Όπως
εύστοχα παρατηρεί ο ιστορικός Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος: «Οι ιθύνοντες
του Ελληνικού Κράτους με την αδιαφορία που είχαν επιδείξει στα 1885,
όταν ο βουλγαρικός στρατός προσάρτησε πραξικοπηματικά την Ανατολική
Ρωμυλία, επέτρεψαν χωρίς κανένα λόγο και πάλι το 1922 και μόνο εξαιτίας
των δυτικών πιέσεων και της ενδοτικής πολιτικής που ακολουθούσαν την
αποκοπλη του ανατολικοθρακικού ελληνισμού από τις πατρογονικές εστίες».
Στο
σημείο τούτο θα πρέπει να υπογραμμισθεί με έμφαση ότι η εκ μέρους των
Μεγάλων Δυνάμεων προκλητική παραχώρηση της Ελληνικής Ανατολικής Θράκης
στην Τουρκία προσλαμβάνει τραγικότερη και οδυνηρότερη διάσταση, εάν
αναλογισθεί κανείς ότι μέχρι τα τέλη Ιουλίου του 1920 είχε καταληφθεί
από τον προελαύνοντα νικηφόρο Ελληνικό Στρατό ολόκληρη η Ανατολική Θράκη
εκτός μιας μικρής περιοχής ανατολικά της γραμμής Μηδείας – Τσατάλτζας
και επιπλέον στις 28 Ιουλίου / Αυγούστου 1920 είχε υπογραφεί η Συνθήκη
των Σεβρών, η οποία παραχωρούσε στην Ελλάδα ολόκληρη την Δυτική και
Ανατολική Θράκη, μαζί με την Καλλίπολη και σχεδόν έως και την περιοχή
Τσατάλτας.
Το
όνειρο όμως των Ανατολικοθρακών για ελευθερία δεν κράτησε για πολύ και
μετεβλήθη σε έναν εφιάλτη ανείπωτου πόνου λόγω του επακολουθήσαντος
εκπατρισμού και ξεριζωμού, ο οποίος επεβλήθη από τις Μεγάλες Δυνάμεις
προς ικανοποίηση των απαιτήσεων της νικήτριας Τουρκίας και φυσικά προς
εξυπηρέτηση των πολιτικών και γεωστρατηγικών συμφερόντων τους που ήταν
ταυτισμένα κατ’ εκείνη την ιστορική περίοδο με την αναδυόμενη
μεταοθωμανική – κεμαλική Τουρκία. Η δε τραγική ειρωνεία στον σχεδιασμό
για την επιβολή της παραχωρήσεως της Ανατολικής Θράκης στην κεμαλική
Τουρκία έγκειται στο ότι αυτή επετεύχθη χωρίς να παρεμποδισθεί από την
ελληνική πλευρά, η οποία ούσα διπλωματικά απομονωμένη εδέχθη
μοιρολατρικά τα αποφασισθέντα και επιβληθέντα από τις Μεγάλες Δυνάμεις,
παρόλο που ο Ελληνικός Στρατός κατείχε την Ανατολική Θράκη δυνάμει της
ισχύουσας ακόμη και τότε Διεθνούς Συνθήκης των Σεβρών (1920) και ενώ δεν
είχε ηττηθεί από τους Τούρκους σε κάποια πολεμική αναμέτρηση επί των
εδαφών της Ανατολικής Θράκης.
Τα
ολέθρια γεγονότα όμως της Μικρασιατικής καταστροφής επηρέασαν άμεσα και
καταλυτικά την ελληνική παρουσία στην Ανατολική Θράκη και προμήνυαν την
τραγική μοίρα του Ελληνισμού της Ανατολικής Θράκης. Ο συνωστισμός
80.000 προσφύγων εκ Μικράς Ασίας στην Ανατολική Θράκη προκαλούσε στους
Ανατολικοθρακιώτες αισθήματα θλίψης, απόγνωσης και αγανάκτησης
καλλιεργώντας παράλληλα κλίμα ηττοπάθειας, τρόμου και πανικού, επειδή
ακριβώς έτρεμαν το ενδεχόμενο επανάληψης του φρικτού σκηνικού της
Σμύρνης και στον θρακικό χώρο.
Ο
Κώστας Γεραγάς ζώντας τα γεγονότα ως αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς
υπογραμμίζει με έμφαση: «Μετά την συμφοράν η χαρά των Μουσουλμάνων
δυσκόλως ηδύνατο να αποκρυβή, επίστευον δε πλέον ακραδάντως εις επένοδον
της Τουρκίας. Δεν υπήρχε καμμία αμφιβολία ότι οι Τούρκοι, ευκαιρίας
διδομένης, θα εδεικνύοντο οίοι είνε. Τα επακολουθήσαντα κατά την
εκκένωσιν γεγονότα διεπίστωσαν τούτο. Το ελληνικόν στοιχείον κατελήφθη
υπό συγκινήσεως δια την συμφοράν και υπό αισθημάτων αγωνίας μετά τας
αγρίας σφαγάς της Σμύρνης, μάλιστα δε πάντων οι πρόσφυγες, οι οποίοι
μετά τόσας δοκιμασίας απώλεσαν την ευψυχίαν και εζήτουν να μεταφερθώσιν
εις Μακεδονίαν. Η συγκίνησις, αν μη ο πανικός, των πρώτων ημερών ηδύνατο
να διαλυθή, να παρέλθη, αν αποκαθίστατο η πεποίθησις του λαού επί τον
στρατόν. Τούτο δεν συνέβαινε και περιττόν να εκταθή κανείς περισσότερον
εις πενθίμους σελίδας επί του ζητήματος».
Οι
Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, και Ιταλία), ύστερα από την απάνθρωπη
στάση που επέδειξαν κυνικά έναντι της εθνοκαθάρσεως σε βάρος των
Ελλήνων της Μικράς Ασίας και παρά τις όποιες ασθενικές αντιδράσεις του
Ελ. Βενιζέλου, απεφάσισαν να θυσιασθεί η Ανατολική Θράκη και να αποδοθεί
στην Τουρκία, μέχρι των Αδριανούπολη και τον Έβρο.
Τόπος
των συσκέψεων μεταξύ των εκπροσώπων των Μεγάλων Δυνάμεων, της Τουρκίας
και της Ελλάδος είχαν ορισθεί τα Μουδανιά, όπου οι Έλληνες Βουλευτές της
Θράκης ως πληρεξούσιοι των Ανατολικοθρακών πληροφορήθηκαν εμβρόντητοι
τα περί της αναγκαστικής εκκενώσεως της Αν. Θράκης ολίγες ημέρες πριν
από την υπογραφή του Πρωτοκόλλου των Μουδανιών. Έτσι, στις 25
Σεπτεμβρίου / 8 Οκτωβρίου 1922 ο Ελ. Βενιζέλος έστειλε από το Παρίσι
προς την Γενική Διοίκηση Θράκης, το παρακάτω συγκλονιστικό τηλεγράφημα:
«Ανακοινώσατε, παρακαλώ, τηλεγράφημα εις πληρεξουσίους Θράκης. Ανατολική
Θράκη απωλέσθη ατυχώς δι’ Ελλάδα και επανέρχεται εις άμεσον κυριαρχίαν
Τουρκίας, αποκλειομένης πάσης διαμέσου λύσεως, οία υπονοουμένη εις
τηλεγράφημά Σας. Επί πλέον υποχρεούμεθα να εκκενώσωμεν από τούδε Θράκην.
Ολόκληρος προσπάθειά μου στρέφεται πώς χάνοντες Θράκην να σώσωμεν εν
μέτρω δυνατώ Θράκας. Γνωρίζετε ότι πάσαι αι εγγυήσεις, ας Συνθήκη
Ειρήνης ηδύνατο να προϊδη, και ας Τούρκοι θα εδέχοντο, ουδεμίαν
ασφάλειαν πραγματικήν αποτελούσιν δια Χριστιανούς και χαίρω, διότι επί
τούτω συμφωνείτε εντελώς. Όσον τραγικόν και αν είνε, ανάγκη Θράκες να
εγκαταλείψωσιν την γην, ην από τόσων αιώνων κατοικούσιν αυτοί και
πρόγονοί των, δεν υπάρχει άλλο μέσον σωτηρίας δι’ αυτούς μετά την
θριαμβευτικήν επιστροφήν των Τούρκων εις Ευρώπην. Κάμνω ό,τι δυνατόν,
όπως επιτύχω, ίνα την αποχώρησιν της Ελληνικής Διοικήσεως μη
επακολουθήση αμέσως επαναφορά Τουρκικής Διοικήσεως και χωροφυλακής, αλλά
συμμαχικά στρατεύματα αναλάβωσι προσωρινώς διοίκησιν, ίνα δοθή καιρός
εις θέλοντας εκ των κατοίκων να μετοικήσωσιν αποκομίζοντες την κινητήν
περιουσίαν των…».
Στις
28 Σεπτεμβρίου / 11 Οκτωβρίου 1922 υπεγράφη τελικώς στα Μουδανιά μεταξύ
των συμμάχων η στρατιωτική συμφωνία, η οποία ετέθη σε ισχύ από τα
μεσάνυκτα της 1/14 – 2/15 Οκτωβρίου. Η στρατιωτική εκκένωση της
Ανατολικής Θράκης, με εξαίρεση την περιοχή της Καλλιπόλεως, θα έπρεπε να
συντελεσθεί εντός προθεσμίας 15 ημερών και η έξοδος των ελληνικών
πληθυσμών θα ολοκληρωνόταν μέσα σε 30 ημέρες μετά το πέρας της
αποχωρήσεως του Ελληνικού Στρατού.
Εν
προκειμένω, άξια ιδιαίτερης μνείας είναι η κρίση του Αλ. Μαζαράκη –
Αινιάν, ο οποίος υπήρξε ο άλλοτε ελευθερωτής της Θράκης και ήταν
απολύτως αντίθετος με το περί ανακωχής σχέδιο του πρωτοκόλλου των
Μουδανιών. Γράφει λοιπόν ο Μαζαράκης – Αινιάν στα «Απομνημονεύματά» του:
«Κι αν υπήρχε μια μικρή πιθανότητα να διασωθεί η Ανατολική Θράκη (παρά
την κατάπτωση του ηθικού του ελληνικού στρατού και την αποδιοργάνωσή
του), φρόντισαν, τόσο ο Ελ. Βενιζέλος στο Παρίσι όσο και η επαναστατική
κυβέρνηση στην Αθήνα, να δώσουν τη χαριστική βολή γιατί αποδέχθηκαν
αμέσως και μάλιστα την άμεση εκκένωσή της. Αυτή υπήρξε η απάντηση του
Αλ. Μαζαράκη – Αινιάνος στο αυτό ερώτημα «Ηδυνάμεθα να σώσωμεν την
Θράκην;».
Όταν
πλέον η διπλωματία των ισχυρών έθεσε και επί χάρτου τις υπογραφές για
τον πατρογονικό ξεριζωμό των αθώων Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης, άρχισε
η «Μεγάλη Έξοδος» μέσα σε κατάσταση απολύτου πανικού και υπό το
«σύνδρομο της ατάκτου φυγής». Γράφει σπαρακτικά λόγιος και φιλόμουσος
Θρακιώτης Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου: «Ένα λυπητερό και μουχρωμένο
φθινόπωρο άφηναν οι Θράκες πανοικεί τους χρυσαφένιους κάμπους και τις
απέραντες κοιλάδες άφηναν τους θρακικούς δρυμώνες, τις λαγκαδιές και τα
δάση τ’ απάτητα, άφηναν τη γη των τριών χιλιετηρίδων του Γένους, όπου
ανθοβολούσε η Ελληνική σκέψη και προκοπή. Άφηναν τους παμπάλαιους τάφους
των προγόνων και τις εκκλησίες τους και έπαιρναν τον δρόμο της εξορίας.
– Προς τα γεφύρια, ακούγεται πάντα η προσταγή, προς τα γεφύρια! Και
ταξίδευαν όλοι προς τα γεφύρια. Μέρες από τ’ ακρογιάλια της
Μαυροθάλασσας αφήνοντας πίσω τους την τρισευλογημένη γη της Θράκης. Την
ατρύγητη θάλασσά τους οι Αγαθοπολίτες, οι Βασιλικιώτες, οι Μηδειώτες –
τη Μαυροθάλασσα».
Οι
δυστυχείς Θράκες αναζητούσαν την σωτηρία τους μέσω της ατάκτου φυγής με
κάρα και αραμπάδες, που όταν ακινητοποιούνταν λόγω των άθλιων καιρικών
συνθηκών από τις πυκνές βροχοπτώσεις, οδηγούσαν τους απροστάτευτους
επιβάτες τους σε βέβαιο θάνατο από τους ατάκτους ενόπλους Τούρκους. Κατά
την διάρκεια της μαρτυρικής εξόδου συνέβαιναν θάνατος και τοκετοί. Η
πεζοπορία υπήρξε ένας εφιαλτικός και βασανιστικός γολγοθάς. Γέροι, μωρά
και ασθενείς υπέκυπταν από τις κακουχίες.
Όπως
γράφει με πόνο ψυχής ο Κώστας Γεραγάς: «Δεν ήταν μόνο οι προσωπικές
περιουσίες που χάνονταν, ήταν οι απέραντες και γόνιμες πεδιάδες, οι
πράσινες θάλασσες των αμπελιών, τα πλούσια αρχοντόσπιτα, τα επιβλητικά
κοινοτικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα ατέλειωτα θρακικά δημητριακά,
των οποίων ενώ είχε παραχωρηθεί στην Εθνική Τράπεζα τα προνόμιο της
εξαγοράς μεγάλου μέρους τους, τελικά και εκείνα εγκαταλείφθηκαν σχεδόν
όλα».
Ο
δεύτερος τρόπος φυγής των μαρτύρων θρακών ήταν η διά της θαλάσσης οδός.
Απερίγραπτες και ανείπωτες εικόνες διεδραματίζονταν στους παραλιακούς
όρμους λόγω της αθρόας συρροής των προσφύγων θρακών, οι οποίοι επρόκειτο
να αναχωρήσουν από τα λιμάνια της Θυνιάδος, της Μηδείας, του Εξάστερου,
των Επιβατών, της Σηλυβρίας, της Ηρακλείας, της Ραιδεστού, της
Μυριοφύτου, της Περιστάσεως και άλλων σημείων της Προποντίδος.
Όσοι
από τους κατοίκους της θρακικής ενδοχώρας μπορούσαν να ακολουθήσουν τις
οδικές διαβάσεις κατευθύνονταν δια μέσου του Έβρου προς τη Δυτική
Θράκη. Κατά χιλιάδες όμως έπαιρναν τον δρόμο της προσφυγιάς και μέσω των
σιδηροδρομικών σταθμών όπου αθρόα συγκεντρώνονταν υπό άθλιες καιρικές
συνθήκες με την ελπίδα ότι θα μπορούσαν ύστερα και από αναμονή πολλών
ημερών να επιβιβαστούν σε κάποια βαγόνια για να σωθούν.
Οι
Θράκες έσωζαν πρωτίστως με αγάπη τα ιερά σκεύη, τα Ευαγγέλια, τις ιερές
εικόνες και τα ιερά λείψανα των αγίων τους, όπως συνέβη και μα το ιερό
λείψανο του εθνοϊερομάρτυρος Αγίου Κυρίλλου του Στ΄ (+ 1821), του
Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως το οποίο εφυλάσσετο στη Μητρόπολη
Αδριανουπόλεως, και αφού είτε τα τοποθετούσαν στα κάρα και τους
αραμπάδες είτε τα έκρυπταν κάτω από τα ρούχα τους, με δάκρυα και λυγμούς
κλείδωναν τα σπίτια και τις αποθήκες με το βιός της χρονιάς εκείνης,
και έπαιρναν τον μαρτυρικό δρόμο της προσφυγιάς έχοντας την άσβεστη
ελπίδα ότι θα επέστρεφαν και πάλι στα σπίτια τους.
Μετά
την αναχώρηση των Θρακών από τις πατρογονικές τους εστίες αντίκριζε
κανείς στα έρημα χωριά, κωμοπόλεις και πόλεις, τα λεηλατημένα σπίτια και
καταστήματα, τις καταστραμμένες αποθήκες και τις απογυμνωμένες
εκκλησίες, οι οποίες μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις είχαν υποστεί τους
βανδαλισμούς των ένοπλων τουρκικών ομάδων.
Ο
δε Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος αναφέρει ότι συγκλονιστικές σκηνές
εξελίσσονταν ανάμεσα σε φίλους και γείτονες Έλληνες και Τούρκους, οι
οποίοι αγκαλιασμένοι αποχωρίζονταν και το συγκινητικό είναι ότι εκείνες
τις μεγάλες ώρες εάν κάποιοι Τούρκοι χρωστούσαν κάποιο χρηματικό ποσό
στους Έλληνες, το επέστρεφαν. Σε άλλες περιπτώσεις οι Έλληνες καθώς
εγκατέλειπαν τον τόπο τους, έκαιγαν τα σπίτια και τα καταστήματά τους
για να μη λεηλατηθούν από τους επελαύνοντες Τούρκους.
Ο
Μενέλαος Εμμανουηλίδης αναφερόμενος στον ξεριζωμό των Ελλήνων της
κωμοπόλεως Βρύσης (Μπουνάρ –Χισάρ), η οποία υπήγετο στην επαρχία των
Σαράντα Εκκλησιών, γράφει χαρακτηριστικά: «…αφού εφιλήσαμε με συντριβήν
καρδίας τα άγια χώματα της χώρας των πατέρων και προγόνων μας
εξεκινήσαμεν κατά καραβάνια συνεχή σχεδόν όλοι ομαδικώς πλην των
Διοικητικών Αρχών, αι οποίαι είχον διαταγήν να μείνουν μέχρι της τελείας
εκκενώσεως της Θράκης». Παντού κυριαρχούσαν ο φόβος, ο πανικός, η
απόγνωση, οι ασθένειες και οι επιδημίες οι οποίοι θέριζαν γέροντες και
παιδιά, ενώ ανήμπορες μανάδες και νήπια που έκλαιγαν γοερά, αναζητούσαν
τις οικογένειές τους.
Οι
τελευταίοι ανατολικοθρακιώτες οι οποίοι εγκατέλειψαν τις πατρογονικές
εστίες τους ήταν οι καλλιπολίτες κατά τον Νοέμβριο του 1922 και οι
κάτοικοι της περιφέρειας Τσατάλτζας κατά τον Δεκέμβριο του 1922.
Συγκλονιστικές
είναι οι μαρτυρίες των αυτοπτών και αυτηκόων μαρτύρων, οι οποίοι με τις
περιγραφές τους διασώζουν την τραγική πραγματικότητα που βίωναν οι
πρόσφυγες κατά την οδό του μαρτυρίου τους στην «Μεγάλη Έξοδο» από την
πατρίδα τους. Μία εξ αυτών των περιγραφών αναφέρει: «Η έξοδος αυτή
παρίστα σπαραξιάρδιον θέαμα. Διά της πόλεως Μ. Γέφυρας, κεντρικής οδού
πολλών περιφερειών, επί ημέρας και νύκτας πολλάς διήρχοντο μυριάδες
προσφύγων της Μ. Ασίας και Θράκης. Θρήνοι και οδυρμοί και αραί στυγεραί
κατά των υπαιτίων της τραγικής συμφοράς επλήρουν τους αιθέρας. Κατά
σατανικήν σύμπτωσιν βροχή ραγδαία και χάλαζα χονδρά έπληττον τους
ατυχείς τούτους πληθυσμούς…
Ωσεί
μη ήρκουν ταύτα ο προσφυγικός κόσμος επέπρωτο να δοκιμάσει και
αιματηράς περιπετείας κατά την οδόν του μαρτυρίου του… υπό τοιαύτας
λοιπόν τραγικάς και καταστρεπτικάς συνθήκας έλαβε χώραν η έξοδος των
κατοίκων της Θράκης, ως πάλαι ποτέ των Εβραίων εξ Αιγύπτου. Λαός,
κατοικών την χώραν ταύτην από αμνημονεύτων χρόνων, αναγκάζεται να
εγκαταλείψη την γην των Πατέρων του, μεθ’ ης συνδέεται δι’ αρρήκτων
ιστορικών και εθνολογικών δεσμών, εις το άκουσμα της επανόδου των
Τούρκων…».
Ο
Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος διασώζει την προσωπική μαρτυρία του
Υποδιοικητού Αρκαδουπόλεως κ. Λεφά, ο οποίος μεταξύ άλλων έγραφε: «… Έτι
τραγική ήτο η θέσις των αγροτικών πληθυσμών, οι οποίοι σχηματίζοντες
καραβάνια διέσχιζον την περιφέρειαν με διεύθυνσιν προς τον Έβρον
αίροντες τον σταυρόν του μαρτυρίου… Είδον γυναίκα πεσούσαν εξ
εξαντλήσεως από την υπερπληρουμένην άμαξαν και εκπνεύσασαν.
Είδον
πρόσφυγα εξ ατονίας μη συγκρατηθέντα επί των ποδών του και πεσόντα
άπνουν εκ του βαγονίου. Είδον βρέφη αποθανόντα εξ ασφυξίας εις τας
αγκάλας δυστυχών χωρικών γυναικών… Εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν εν
αναμονή των βαγονίων και της χορηγίας εις τας ιδιοτροπίας του θρακικού
φθινοπώρου με τον άγριον άνεμον και την βροχήν. Βήξ, στόνοι και κλαυθμοί
ηκούοντο διαρκώς.
Φωναί
ως από τάφων εζήτουν επίσπευσιν της αναχωρήσεως, ενώ χείρες ικέτιδες
των ιερέων ηυλόγουν δια τελευταίαν φοράν την γενέτειραν γην και τους
τάφους των προγόνων… έλαβον χώρα και τοκετοί καθ’ οδόν και θάνατοι με
απλοποιημένας στιγμιαίας κηδείας…».
Η
οριστική χαριστική βολή στον ελληνισμό της Ανατολικής Θράκης και των
περιχώρων του Νομού Κωνσταντινουπόλεως επήλθε με την Συνθήκη της
Λωζάνης, η οποία υπεγράφη στις 24 Ιουλίου του 1923, αλλά κυρίως με την
«Σύμβαση περί Ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών Πληθυσμών» μεταξύ
Ελλάδος και Τουρκίας, η οποία υπεγράφη στις 30 Ιανουαρίου του 1923 και
ίσχυσε από την 31η Μαρτίου 1924.
Έτσι,
δυνάμει της Συνθήκης της Λωζάνης, εξαναγκάστηκαν σε εκπατρισμό και οι
τελευταίοι εναπομείναντες Έλληνες του Καραγάτς και των χωριών Μπόσνα και
Δεμιρδές, ενώ τον Ιούνιο του 1924 εκπατρίστηκαν οι τελευταίοι Έλληνες
της περιφέρειας Τσατάλτζας και των χωριών της Κωνσταντινουπόλεως.
Η
συνθήκη της Λωζάνης, ύστερα από 90 συναπτά έτη εκ της υπογραφής της,
έχει πλέον καταγραφεί ως ένα αρνητικό διεθνές ορόσημο διότι αν και
προηγήθηκαν και άλλες ανταλλαγές πληθυσμών μεταξύ Τούρκων και Βουλγάρων
κατά το έτος 1913, καθώς και μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων με την κατά το
1919 υπογραφείσα του Νεϊγύ, εντούτοις διαφέρει καίρια από εκείνες ως
προς το ότι η συγκεκριμένη ανταλλαγή των πληθυσμών υπήρξε «αναγκαστική»
και μάλιστα υλοποιήθηκε υπό την αιγίδα της Κοινωνίας των Εθνών. Δεν
είναι υπερβολή η διαπίστωση ότι η ιστορία των εθνών δεν έχει να
παρουσιάσει προηγούμενο τόσο ασυνήθιστης διεθνούς συνθήκης. Ποτέ άλλοτε
μέσα στη μακραίωνη ιστορία των μαζικών μετακινήσεων πληθυσμών δεν είδαμε
σχεδόν περί τα 2.000.000 ανθρώπων να ξεριζώνονται από τις προαιώνιες
πατρογονικές τους εστίες και να εγκαθίστανται σε ξένη γη με μια
μονοκονδυλιά. Ακόμη δε και αν εθεωρείτο «εθελούσια μετοικεσία» και όχο
αναγκαστική ανταλλαγή, ωστόσο και πάλι η πληθυσμιακή αυτή μετακίνηση δεν
θα είχε προηγούμενο μέσα στην ιστορία των μαζικών μεταναστεύσεων.
Καθίσταται
μάλιστα ακόμη τραγικότερη και οδυνηρότερα άδικη η εκκένωση της
Ανατολικής Θράκης, η οποία είχε προηγηθεί της υπογραφής της Συνθήκης της
Λωζάνης, επειδή ακριβώς αυτή επεβλήθη στην ανήμπορη και πολιτικά
διχασμένη Ελλάδα από τους άλλοτε – και μέχρι πρότινος – Ευρωπαίους
συμμάχους της παρόλο που δεν είχε προηγηθεί κάποια στρατιωτική –
πολεμική ήττα των Ελλήνων, που να δικαιολογούσε την οριστική απώλεια της
Ανατολικής Θράκης, την οποία εξάλλου κατείχε η Ελλάδα δυνάμει της
Συνθήκης των Σεβρών (1920).
Ο
απολογισμός όλων αυτών των ασύλληπτων γεγονότων, τα οποία βίωναν ως
απόλυτη «κόλαση» οι Έλληνες της «καθ’ ημάς Ανατολής», υπήρξε τραγικός
και ολέθριος, αφού περίπου 250.000 Ανατολικοθρακιώτες και σχεδόν
1.300.000 Μικρασιάτες, Πόντιοι και Ανατολικορωμυλιώτες πρόσφυγες
εκτοπίστηκαν και εκπατρίστηκαν από τις πατρογονικές εστίες τους, από την
«Πατρίδα», όπως συνήθιζαν να λένε με σπαραγμό και πόνο ψυχής μέχρι και
στα βαθιά γεράματά τους, μέχρι και τον θάνατό τους.
Οι
πρόσφυγες Έλληνες της Ανατολικής Θράκης αγκάλιασαν την νέα τους πατρίδα
στην κυρίως Ελλάδα, που την αγάπησαν και την πόνεσαν όπως την Ανατολική
Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία. Δούλεψαν σκληρά και αγόγγυστα,
μεταλαμπάδευσαν τον πολιτισμό τους, πρόκοψαν κα ανέστησαν τις
αλησμόνητες πατρίδες τους φυτεύοντας με τις ίδιες ονομασίες για να μη
λησμονηθούν ποτέ, νέους οικισμούς και κωμοπόλεις, όπως: Νεοχώρι, Νέος
Σκοπός (Σερρών), Νέα Πέτρα, Νέα Μήδεια, Νέα Καλλίπολη, Νέα Μάλγαρα,
Σαράντα Εκκλησιές, Νέα Μάδυτος, Νέα Αγχίαλος, Στενήμαχος, Νέα Μάκρη, Νέα
Πέραμος, Νέα Αδριανή κ.α.
Δεν
είναι καθόλου τυχαίο ότι οι βασανισμένοι πρόγονοί μας ως τελευταία
επιθυμία τους είχαν πριν πεθάνουν να φιλήσουν το χώμα της πατρώας γης
και όταν πεθάνουν να λάβουν μαζί τους στον τάφο λίγο χώμα από την
αλησμόνητη και λατρευτή γενέτειρά τους, όπου είδαν το πρώτο φως της
ζωής, αλλά και να γραφεί στην μαρμάρινη ταφόπλακά τους το όνομα του
χωριού ή της πόλεώς τους, που ποτέ δεν είχαν λησμονήσει και έφευγαν από
τον μάταιο και άδικο τούτο κόσμο με το μαράζι της απώλειάς τους.
Η
γραφή αυτή ας είναι «εις μνημόσυνον αιώνιον» των βιαίως και αδίκως
εκτοπισθέντων και εκπατρισθέντων προσφύγων εκ της Ανατολικής Θράκης και
Ανατολικής Ρωμυλίας, και προσήκει να έχει ως κατακλείδα τους λόγους του
αοίδιμου λόγιου και φιλόμουσου μεγάλου Θράκα Πολύδωρου Χριστοδούλου:
«Περνούν στην αντίπερα όχθη του Έβρου, όπου τους προσμένει ένας αδελφός
λαός. Λουλουδίζουν φθινοπωρινά τα ξεροτόπια και οι πλαγιές χαμογελούν.
Ξεπροβάλλουν πολιτείες άλλες, άγνωστες, πανάρχαιες, βυζαντινές, χωριά
και τοπία συγγενικά και χαμόγελο και αγκαλιά ζεστή. Είναι η ελεύθερη
Θράκη. Εδώ παιδιά, φωνάζει ο παπαΜανώλης, ο παπάς κι ο δάσκαλος στους
συντοπίτες του – ξεζέψτε και λύστε τους ζυγούς, εδώ θα χτίσουμε ξανά τις
ορφανές πλια και χαμένες μας πατρίδες. Καρτερείτε».
Αφιερούται
στην Ιερά Μνήμη των προπατόρων μου: Ιωάννου και Μαγδαληνής Σιδηρά εξ
Ανατολικής Θράκης, και Νικολάου και Ειρήνης Τζιμοτούδη εξ Ανατολικής
Ρωμυλίας. Αιωνία αυτών η μνήμη.
πηγήΤο λειτούργημα του Γιατρού
Από μια συζήτηση του Αρχιμ.
Βασιλείου, προηγουμένου της Ι. Μονής Ιβήρων, με γιατρούς και φοιτητές ιατρικής
στην Αθήνα.
Είστε γιατροί. Ο άρρωστος θέλει
από σας την υγεία. Ζητά τη ζωή, την παράταση, την αιωνιότητα. Δεν σας τα λέει
όλ’ αυτά ξεκάθαρα, γιατί δεν μπορείτε να του τα δώσετε. Και για να μην τον
διώξετε, για να μη σας φέρει σε αμηχανία – με το να σας ζητά πολλά – γι’ αυτό
δεν σας τα λέει ρητώς. Σας τα λέει αρρήτως. Τα πιο μεγάλα πράγματα, που
ξεφεύγουν από την αίσθηση, την προσδοκία και την έκφραση, λέγονται αρρήτως, με
μια ματιά, με το είναι ολόκληρο, τη σιωπή.
Ο άρρωστος έρχεται σε σας για να
σωθεί από τον πόνο και το θάνατο. Τελικά θέλει ένα πράγμα: «ίνα μη αποθάνη».
Εάν σεις ξέρετε σαν
άνθρωποι-γιατροί ότι υπάρχει Κάποιος που μπορεί να δώσει αυτό το αντίδοτο του
θανάτου, το φάρμακο της αθανασίας, οφείλετε και πρέπει να του το πείτε, αν τον
οδηγήσετε σ’ Αυτόν, γιατί μόνο αυτό θέλει από σας και τίποτε άλλο.
Κι αν δεν το ξέρει αυτό ο
άρρωστος, αν νομίζει ότι σεις μπορείτε να του δώσετε μόνο «ασπιρίνη», αυτό δεν
πρέπει να σας εμποδίζει και δεν σας απαλλάσσει από την υποχρέωση να του δώσετε
και το Άλλο, το δραστικό, το αιώνιο.
Δεν σας ζητά ο ασθενής να του
μάθετε ιατρική. Να του πείτε πώς λειτουργεί το στομάχι ή το σώμα του όλο, ούτε
πώς δρα χημικά ή άλλως το κάθε φάρμακο. Ζητά την υγεία, τη ζωή.
Είναι παραδομένος στα χέρια σας
ψυχή τε και σώματι. Αν δεν το καταλαβαίνει ότι είναι «ψυχή τε», αν νομίζει ότι
είναι μόνο σώμα και μόνο αυτό σας προσφέρει, επειδή τη δύσκολη στιγμή σας δίδει
όλο του τον εαυτό, σημαίνει ότι σας δίδει και την ψυχή του. Εσείς μπορείτε να
του πείτε, με τη σιωπή ή με το λόγο σας, στην ώρα αυτή (που ανοίγεται ένας
μοναδικός χώρος της ψυχής του, του είναι του όλου) και για ένα άλλο οργανισμό,
για ένα άλλο σώμα ψυχικό και πνευματικό, που το αισθάνεται, αλλά δεν το βλέπει,
όπως ποτέ του δεν είδε τη σωματική του καρδιά ή τα σπλάχνα του.
Αν είστε πράγματι γιατροί, πρέπει
να γνωρίζετε και να ενδιαφέρεστε για όλο τον άνθρωπο και όχι μόνο για το χιτώνα
του σώματός του και την πρόσκαιρη διατριβή του στη γη. Και ο λόγος και η σιωπή
σας πρέπει να λέει το ίδιο πράγμα που νικά το θάνατο και εξαγγέλλει τη ζωή.
Ο πυρετός φέρνει την υγεία στο σώμα,
ο πόνος φέρνει την υγεία στην ψυχή. Να δώσετε στον άρρωστο να το καταλάβει. Να
του αποκαλύψετε το είναι του. Να λειτουργήσετε σας πραγματικοί γιατροί. Έτσι τα
νοσοκομεία γίνονται – είναι – ναοί, όπως και τα Μοναστήρια, κατά τον άγιο
Ιωάννη το Χρυσόστομο, είναι νοσοκομεία.
Αν παρατείνεις τη ζωή του άλλου,
όχι δέκα χρόνια, αλλά δέκα αιώνες και ακόμη, σημαίνει ότι δεν είσαι γιατρός,
αλλά κομπογιαννίτης. Γιατί ο άνθρωπος δεν ζητά μόνο παράταση ζωής. Θέλει «ίνα
μη αποθάνη». Και υπάρχει Γιατρός που δίνει την υγεία αυτή, που είναι αιωνιότης.
Αυτή την υγεία κατά βάθος ζητούν
όλοι όσοι έρχονται σε σας, αν και συχνά περιμένουν (εξ αιτίας της κακής
παραδόσεως της πετπωκυίας φύσεως και ιστορίας μας) από σας «ασπιρίνη». Αλλά
εσείς σπουδάσατε Ιατρική και πρέπει να τους δίνετε αυτό που δεν μπορούν να
βρουν μόνοι τους στο περίπτερο του κόσμου. Εσείς γίνατε Γιατροί και πρέπει να
δίνετε εκείνο που βρήκατε στο «Πανδοχείον» (Λουκ. 10, 34), στο ιατρείο της
Εκκλησίας.
Ο χριστιανός γιατρός δεν είναι
κομπογιαννίτης, αλλά διάκονος, νοσοκόμος απλός του Ενός, Μεγάλου Μοναδικού
Ιατρού του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Έστω μικροί νοσοκόμοι, αδύνατοι και
αδαείς, αλλά νοσοκόμοι του ενός Γιατρού. Υπάλληλοι εξωτερικών ιατρείων, που
δίδετε εισιτήριο για το νοσοκομείο της Εκκλησίας, όπου όταν μπει κανείς, μπήκε
στη ζωή, την υγεία και την αιωνιότητα, άσχετα αν πεθάνει το σώμα του και
ενταφιάσουν πρόσκαιρα το σκήνος του. Όχι, ποτέ κομπογιαννίτες που αγωνίζεστε
για παράταση πρόσκαιρης ζωής, που δεν νικάτε το θάνατο, αλλά μόνο τον αναβάλλετε.
Αποκαλύψτε στον άνθρωπο ότι η Φύση
του είναι δεκτική υγείας, μπορεί να γίνει υγεία, αιωνιότης με το θρίαμβο του
Αναστάντος.
Προσδοκούμε και ζούμε την ανάσταση
και την αιωνιότητα των σωμάτων στην Εκκλησία μέσα. Αυτό μας έμαθε ο Αναστημένος
Χριστός. Μας το λέει και είναι ο Ίδιος. Μας το λένε και το ζουν οι μεγαλύτεροι
και αληθινοί αδελφοί μας – της ιδιας με μας φύσεως – οι Άγιοι της Εκκλησίας.
Εφ’ όσον ο άρρωστος σας δίνει όλο
του τον εαυτό και μπορεί να τον δείτε από τα χέρια σας να πηγαίνει στο θάνατο,
χωρίς να σας ζητά κανείς το λόγο, πρέπει να του αποκαλύψετε την Αλήθεια, να του
δώσετε όλο τον εαυτό σας φάρμακο δραστικό. Δεν υπάρχει άλλη σχέση – θεραπεία
και σωτηρία – από την ολοκληρωτική αλληλοπροσφορά μέσα στην Εκκλησία του εν
Τριάδι Θεού. Και αν είστε γιατροί σωσμένοι ή σωζόμενοι, θεωμένοι ή θεούμενη, με
το να του δώσετε τον εαυτό σας, θα του δώσετε το Γιατρό που κρύβετε μέσα σας,
το Γιατρό και την Υγεία και την Αθανασία που είστε, σπουδάσαντες την Ιατρική
μέσα στην Εκκλησία και καταστάντες δι’ αυτού κοινωνοί «θείας φύσεως». Έτσι
σώζετε τον ασθενή και σώζεστε ταυτόχρονα και σεις οι ίδιοι, γιατί «εν σώμα
εσμεν οι πολλοί» και μια είναι η καινή βιοτή που νικά το θάνατο από τώρα, σε
τούτη και στην άλλη τη ζωή. …Τις χειμαζόμενος και προστρέχων,τω Λιμένι τούτω ου
διασώζεται;Τις οδυνώμενος και προσπίπτων,τω Ιατρείω τούτω ου θεραπεύεται;
Δημιουργέ των απάντων και Ιατρέ των νοσούντων Κύριε, πριν εις τέλος απόλωμαι,
σώσον με. Απόστιχον Κυριακής εσπέρας, Ήχος δ΄.
Αρχιμ. Βασίλειος Γοντικάκης, προηγούμενος Ι. Μ. Ιβήρων Αγ. Όρους
Χριστός Ανέστη , χαρά μου!
(Μνήμη του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ)
Aυτός
ο κυρτωμένος γεράκος, αυτό το τρυφερό πλάσμα που έλεγε τους ανθρώπους
«χαρά μου» και -ταυτόχρονα- ήταν αμείλικτος με τον εαυτό του (στον οποίο
δεν παρείχε τις κατά κόσμον διευκολύνσεις αλλά του Θεού τις αναπαύσεις
«εκβίαζε» με τον απαράκλητο βίο του) μου είναι τόσο οικείος….
Για
να πούμε την πάσα αλήθεια, τον οικειοποιήθηκα όταν –πριν χρόνια-
διαβάζοντας το συναξάρι του, βρήκα, στις σχέσεις του με τους άλλους,
λίγο από το βελούδο που όλοι ψάχνουμε για να αποθέσουμε τα….νάζια της
αδημομονούσης καρδιάς μας.
Έλεγα
«κοίτα βρε παιδί μου, τι γλυκός που είναι…Κρατάει τα ασκητικά για πάρτη
του και στους άλλους δίνει τόσο έλεος, τόση ελεημοσύνη, τόση
δικαιολογία που είναι σαν να σε κερνάει –σπάταλα - σοκολάτες και παγωτά,
κάποιος που τρέφεται με ρίζες δέντρων.
Και
τούτη η ..προνομιακή μεταχείριση αντί να σε κάνει να συνηθίζεις σε
μαλθακότητα, σε ωθεί να θέλεις να αφήσεις τις καλοσύνες του να λιώσουν,
να πάνε χαμένες, σπονδή σε όσα και κείνος απαρνείται για να βρει το
Ουσιαστικό. Μάλλον με τέτοια «κόλπα» ή περισσεύματα ασυνήθιστης αγάπης
σε μπουκώνουν οι άγιοι και -αναπόφευκτα- επιδιώκεις να γίνεις της
προσκολλήσεως με Κείνον που αυτοί είναι Φίλοι και η παρέα μαζί Του τους
έχει κάνει αυτό που σε τρελαίνει!».
Όταν
κοιμήθηκε ο μπαμπάς μου, ζήτησα και έγραψαν στον τάφο του «Χριστός
Ανέστη χαρά μου», όπως χαιρετούσε ο άγιος και αυτό με ανέπαυσε καθώς
θεώρησα πως ίσως έτσι να χαιρετούσε και ο μπαμπάς -που ήταν αγωνιστής
χριστιανός και εύχαρης άνθρωπος- αν είχε διαβάσει για τον άγιο.
Και
επιπλέον είπα –αυθαίρετα- να υπάρχει κάτι μεταξύ τους που θα μπορούσε
να βοηθήσει τον μπαμπά μου στην ανάσταση…Ισχυρές γνωριμίες που λέμε…
Αύριο
τελούμε την ανάμνηση της ανακομιδής των λειψάνων του αγίου και ο άντρας
μου σε λίγο θα πάει στο μοναστήρι, που τιμάται στο όνομα του αγίου και
βρίσκεται στο χωριό του, για τον πανηγυρικό εσπερινό.
Δόξα τω Θεώ, μας κλωθογυρίζει ο άγιος ή εμείς ανακατεύομαστε στα πόδια του…
Ο Βίος του
Ο Άγιος
Σεραφείμ γεννήθηκε στο Κούρσκ της Ρωσίας το 1759 και οι γονείς του,
Ισίδωρος και Αγάθη, αν και πλούσιοι, ήταν άνθρωποι ευσεβείς.
Το
κοσμικό όνομα του Αγίου ήταν Πρόχορος Μοσνίν, προς τιμήν του Αγίου
Προχόρου, ενός εκ των επτά διακόνων. Ο πατέρας του πέθανε όταν ο
Πρόχορος ήταν μόλις τεσσάρων ετών.
Η μητέρα του με τα λόγια της αλλά κυρίως με το παράδειγμά της, έγινε πια η μοναδική νυμφαγωγός της ψυχής του. Από μικρός ο Άγιος έδειξε ότι διέθετε μία ψυχή πλούσια σε χαρίσματα. Γι’
αυτό και ήδη από τη νηπιακή του ηλικία έχουμε μια σειρά από παρεμβάσεις
της θείας Πρόνοιας που βρήκε ως κατοικητήριο την αγνή του καρδιά.
Σε
ηλικία 7 ετών η μητέρα του τον πήρε μαζί της στο πανύψηλο καμπαναριό
του Αγίου Σεργίου που κτιζόταν και εκείνος, καθώς έτρεχε, έπεσε από αυτό
το ύψος και ενώ η έντρομη μητέρα του έτρεξε περιμένοντας να αντικρίσει
το παιδί της νεκρό, εκείνο -ως δια θαύματος- δεν είχε πάθει τίποτα. Αλλά
και όταν ήταν σε ηλικία 10 ετών και αρρώστησε τόσο βαριά που ήταν
βέβαιο ότι θα πέθαινε, η ίδια η Παναγία του εμφανίσθηκε και του
υποσχέθηκε ότι θα τον θεραπεύσει. Και πραγματικά, λίγες ημέρες μετά, η λιτάνευση
της θαυματουργικής εικόνας της Παναγίας του Κούρσκ περνούσε κάτω από το
σπίτι των Μοσνίν και η μητέρα του Αγίου τον πήρε στην αγκαλιά της και
τον έβγαλε έξω για να την προσκυνήσει.Αμέσως ο άγιος έγινε καλά και έκτοτε πολύ ευλαβείτο την Παναγία μας.
Η
αγάπη του για τον Θεό ήταν ολοκληρωτική εκ κοιλίας μητρός. Μελετούσε
καθημερινά και με δίψα την αγία Γραφή, το Ψαλτήρι και το Ωρολόγιο και
όλα τα Πατερικά βιβλία. Λαχταρούσε με όλη την δύναμη της ψυχής
του να βρίσκεται συνεχώς στον οίκο του Θεού γι’ αυτό και έτρεχε στις
ιερές ακολουθίες. Όταν αργότερα η εργασία του δεν του επέτρεπε να
παρακολουθεί καθημερινά την Θεία Λειτουργία και τον Εσπερινό, πήγαινε
πολύ πρωί μόνο στον Όρθρο και κατόπιν ξεκινούσε για την δουλειά του.
Μέρα
με την ημέρα, χρόνο με τον χρόνο, ο Πρόχορος ένοιωθε να τον τραβά όλο
και περισσότερο η κλήση για τον μοναχικό βίο. Όταν λοιπόν έφθασε η ώρα για την επιλογή του τόπου που θα γινόταν το πεδίο των θαυμαστών πνευματικών του καμάτων, συμβουλεύτηκε τον Άγιο Δοσίθεο τον Έγκλειστο
στην Λαύρα του Κιέβου, ο οποίος τον συμβούλευσε να πάει στο Σαρώφ.
Γύρισε για λίγο στην πατρίδα του στο Κούρσκ, ίσα-ίσα για να
αποχαιρετήσει τούς δικούς του. Η ημέρα του αποχωρισμού ήταν δύσκολη και συγκινητική για μητέρα και γιο. Του έδωσε λοιπόν την ευχή της και έναν
χάλκινο σταυρό -που ο Πρόχορος φορούσε φανερά στο στήθος του για να του
θυμίζει τις μοναχικές υποσχέσεις του- και εκείνος ξεκίνησε την
μοναχική του πορεία, για το Σαρώφ.
Το Κοινόβιο της Ερήμου του Σαρώφ είχε ιδρυθεί το 1706 από
τον ιερομόναχο Ιωάννη ο οποίος ήταν γνωστός για τον πνευματικό του
αγώνα και τις μεγάλες δοκιμασίες που περνούσε. Ο Πρόχορος έφθασε εκεί
στις 20 Νοεμβρίου του 1778 όταν Ηγούμενος ήταν ο πράος και ταπεινός
ιερομόναχος Παχώμιος, ο οποίος αμέσως διέκρινε την μοναχική κλίση του και τον συμπάθησε. Τον
δέχτηκε λοιπόν στην τάξη των δοκίμων και τον έβαλε κάτω από την υπακοή
του Γέροντος Ιωσήφ, που είχε το διακόνημα του οικονόμου. Ο Πρόχορος
τηρούσε τούς μοναχικούς του κανόνες με ζήλο. Ήταν πρόθυμος και γι' αυτό
έγινε αγαπητός σε όλους. Υπηρέτησε σε όλα τα διακονήματα, στο
αρτοποιείο σαν προσφοράρης, κατόπιν στο ξυλουργείο, μετά σαν αφυπνιστής,
δηλαδή περιερχόταν τα κελιά των μοναχών και κτυπώντας την πόρτα τούς
ειδοποιούσε για την έναρξη της ακολουθίας, μετά ως εκκλησιαστής κ.λπ.
Μελετούσε Αγία Γραφή πάντα σε στάση προσευχής, το Ψαλτήρι αλλά και πολλά
Πατερικά και ασκητικά βιβλία.
Ήδη όμως, από νωρίς, η ψυχή του νεαρού αγωνιστή διψούσε για την έρημο.
Η
έρημος του Σαρώφ ήταν αρκετά μακρυά από το Μοναστήρι και συχνά
κατέφευγαν εκεί πολλοί πατέρες για να συνεχίσουν την σκληρή, ασκητική
ζωή τους στα βάθη της.
Εκεί κατέφυγε -με την ευχή του Γέροντά του- και ο Πρόχορος. Κοντά
στην φύση η ψυχή του παραδιδόταν απερίσπαστη στην προσευχή και
ανυψωνόταν όλο και περισσότερο σε μία μυστική ένωση με τον Θεό. Η άσκησή
του γινόταν όλο και αυστηρότερη με σκληρή νηστεία και εντονότερη
προσευχή.
Για τρία χρόνια περνά, κατά παραχώρηση του Θεού, μια σκληρή δοκιμασία. Το 1780 αρρωσταίνει βαριά, πιθανότατα από υδρωπικία, το σώμα του γεμίζει πληγές, πρήζεται και μένει ακίνητος στο κρεβάτι. Κλαίει
από τούς πόνους αλλά ούτε λέξη γογγυσμού και παράπονου δεν βγαίνει από
το στόμα του. Παραδίδεται ψυχή και σώματι στον Ιησού Χριστό και ζητά από
τον Γέροντά του να μεταλάβει των αχράντων Μυστηρίων. Την ώρα της
Θείας Λειτουργίας εμφανίσθηκε στο κελί του η Θεοτόκος, μέσα σε άρρητο
φως, με τούς Αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη. Τον έδειξε με το χέρι της
λέγοντας "Αυτός είναι από την γενιά μας" και κατόπιν αφού
ακούμπησε το χέρι της στο κεφάλι του, άρχισε όλο το υγρό που είχε
μαζευτεί στο σώμα του από την αρρώστεια, να τρέχει από μία τρύπα που
σχηματίσθηκε στη δεξιά του πλευρά. Όλοι απόρησαν για την ταχύτατη
ανάρρωσή του, μετά την μετάληψη των αχράντων Μυστηρίων. Εκείνος με την
εμφάνιση της Υπεραγίας Θεοτόκου δυνάμωσε στην πίστη και στην ελπίδα για
την πρόνοια του Θεού.
Σ’
εκείνον ακριβώς τον χώρο της θαυματουργικής θεραπείας του, χτίστηκε
ιερός ναός που τα έξοδά του ανέλαβε να διεκπεραιώσει, με εράνους, ο
Πρόχορος.
Η περίοδος της δοκιμασίας διήρκησε οκτώ χρόνια και ο Πρόχορος κρίθηκε ότι ήταν πλέον έτοιμος να γίνει μοναχός.
Στις
13 Αυγούστου του 1786 έγινε η μοναχική του κουρά και πήρε το όνομα
Σεραφείμ δηλαδή φλογερός, αφού το χαρακτηριστικό του ήταν η ένθερμη
αγάπη του και ο ζήλος του προς τον Ιησού. Τον Οκτώβριο του ιδίου χρόνου
χειροτονείται διάκονος. Επί επτά χρόνια μέχρι την χειροτονία του σε
ιερέα υπηρετεί το άγιο θυσιαστήριο με διπλάσια φλόγα και αγάπη Θεού.
Η
Θεία Πρόνοια τον ενισχύει και τον δυναμώνει με θαυμαστές εμφανίσεις της
Θεοτόκου, των Αγίων, των αγγέλων, ακόμα και του Κυρίου μας, ειδικά την
ώρα της Θείας Λατρείας. Αυτές όμως οι οπτασίες αντί να τον ρίχνουν σε
εγωισμό τον έκαναν όλο και πιο ταπεινό, παραδομένο ολοκληρωτικά στην
σκέψη του Θεού που αγαπούσε μ’ όλη την δύναμη της ψυχής του.
Η
ερημιά τον τραβούσε όλο και περισσότερο, αφού του έδινε την ευκαιρία
της απρόσκοπτης και πολύωρης προσευχής. Όταν λοιπόν το 1793 συμπλήρωσε
τα 34 χρόνια της ζωής του και χειροτονήθηκε ιερέας, στις 2 Σεπτεμβρίου
του 1793, αποσύρθηκε μονίμως στην έρημο, διπλασιάζοντας τούς
πνευματικούς του αγώνες και οδηγούμενος με την νηστεία, την εγκράτεια,
την απομόνωση και προπαντός την προσευχή, στην κορυφή της πνευματικής
τελειώσεως.
Το ερημητήριό του μάλιστα έγινε με θαυμαστό τρόπο, άβατο, δηλαδή απροσπέλαστο σε γυναίκες και κατόπιν για όλους.
Ο όσιος προσευχόταν στον Θεό να του δείξει αν είναι το θέλημά Του να μην τον επισκέπτεται κανείς στην σκήτη του. Και
πράγματι ένα πρωί που πήγαινε στο μοναστήρι του για να παρακολουθήσει
την Θεία Λειτουργία βρήκε το μονοπάτι του φραγμένο με ψηλά, απροσπέλαστα
έλατα ,που έπλεκαν σε ένα πυκνό φράχτη τα κλαδιά τους.
Απομονωμένος
λοιπόν από όλους και με το νου αποκλειστικά στραμμένο στον Θεό,
συνεχίζει την αυστηρή μοναχική του πορεία. Λεπτομέρειες της σκληρής
ασκητικής του ζωής γνωρίζει μόνον ο Θεός. Όσα
ξέρουμε είναι εκείνα τα λίγα που είδαν οι γείτονές του συνασκητές, στα
κλεφτά, μέσα από τον πυκνό φυσικό φράχτη του ερημητηρίου του.
Η
νηστεία του ήταν πολύ αυστηρή και τρεφόταν μόνον με λίγα λαχανικά που
καλλιεργούσε ο ίδιος. Η ενδυμασία του, χειμώνα- καλοκαίρι η ίδια, ένα
τριμμένο άσπρο, λινό ζωστικό. Προς το τέλος της ζωής του, τρεφόταν
–αποκλειστικά- με ένα χόρτο που για τον χειμώνα το ξέραινε και τρεφόταν
με λιγοστό από αυτό.
Μέρα με την ημέρα, ο πόλεμος του διαβόλου γίνεται όλο και πιο έντονος. Αλλά και ο όσιος εντείνει και αυτός τον αγώνα. Μεταξύ του κελλιού του και της Μονής βρίσκεται μία τεράστια πέτρα. Κατά το παράδειγμα των στυλιτών, ο Άγιος προσεύχεται γονατιστός επί της πέτρας για χίλιες ημέρες και χίλιες νύχτες. Ήταν
μία άσκηση που χρειαζόταν μεγάλη αντοχή, πνευματική και σωματική. Την
τηρούσε όμως με άκρα μυστικότητα που απεκαλύφθη λίγες ημέρες πριν την
κοίμησή του. Η καρδιά του προσηλωμένη αποκλειστικά στον Θεό γέμισε από
Εκείνον, καθώς ένοιωθε να τον βοηθά σ’ αυτό η Θεία Χάρις.
Ο διάβολος λυσσομανά θέλοντας να τον διώξει από την έρημο. Κάποτε
μέσα στο δάσος, ενώ έκοβε ξύλα, δέχτηκε την επίθεση τριών ληστών που
τον κακοποίησαν τόσο άσχημα που όλοι πίστεψαν ότι θα πεθάνει. Μισοπεθαμένος και μέσα σε φριχτούς πόνους, έφτασε στο Μοναστήρι του. Οι
γιατροί που τον εξέτασαν διέγνωσαν ότι είχε το κεφάλι και τα πλευρά του
σπασμένα, το στήθος ήταν ποδοπατημένο και είχε πολλές θανάσιμες πληγές
σ’ όλο το σώμα του. Δεν μπορούσε ούτε να φάει, ούτε να κοιμηθεί.
Μια βραδιά του εμφανίσθηκε η Υπεραγία Θεοτόκος και από τότε άρχισε να αισθάνεται καλύτερα. Αρνήθηκε
την βοήθεια των γιατρών και παραδόθηκε εξ' ολοκλήρου στον γιατρό των
ψυχών και των σωμάτων, στον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Αμέσως μετά το όραμα, οι δυνάμεις του άρχισαν να επανέρχονται.
Τον Μάιο του 1810 επιστρέφει, μετά από 15 χρόνια στην έρημο, στο Μοναστήρι.
Νέο στάδιο αγώνων γίνεται το παλιό του κελλί. Ακολουθεί
την έγκλειστη ζωή, μιμούμενος αυτή την φορά όχι τούς στυλίτες, αλλά
τούς εγκλείστους αγίους πατέρες. Μένει διαρκώς στο κελλί του χωρίς να
μιλά σε κανέναν. Σ’ αυτό τον βοήθησε η άσκηση της σιωπής που τήρησε, για τρία χρόνια, στην έρημο. Τηρεί φυσικά αυστηρότατη νηστεία με ελάχιστο ψωμί η λίγο λάχανο.
Σε
μία βδομάδα διάβαζε όλη την Καινή Διαθήκη, την Δευτέρα το κατά
Ματθαίον, την Τρίτη το κατά Μάρκον, την Τετάρτη το κατά Λουκάν, την
Πέμπτη το κατά Ιωάννην, την Παρασκευή, το Σάββατο και την Κυριακή τα
υπόλοιπα, δηλαδή τις Πράξεις, τις Επιστολές και την Αποκάλυψη. Πέντε
χρόνια μετά, ανοίγει για όλους την πόρτα του κελλιού του.
Ήδη έχει φτάσει σ’ εκείνα τα πνευματικά ύψη που τίποτα και κανείς δεν μπορεί να τον αποσπάσει από την σκέψη του Θεού. Γίνεται
πηγή πνευματικού πλουτισμού και όσοι τρέχουν κοντά του βρίσκουν τον
πνευματικό οδηγό που τούς γεμίζει από την χαρά του αγίου Πνεύματος, με
την οποία ο ίδιος κατακλύζεται.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΧΑΡΑ ΜΟΥ, ήταν ο καθημερινός χαιρετισμός του Αγίου.
Ενα βράδυ, μετέφερε μία μεγάλη πέτρα και την τοποθέτησε κοντά στο Ιερό του ναού της Κοιμήσεως. Σ’ αυτό το σημείο ακριβώς τοποθετήθηκαν τα άγια λείψανά του, μετά τον θάνατό του. Η
πέτρα άλλωστε που τοποθέτησε εκεί ο Άγιος ,ήταν το σημάδι του
προορατικού του χαρίσματος, γιατί σήμαινε το τέλος της έγκλειστης ζωής
του και τον επικείμενο θάνατό του.
Η
ζωή του Αγίου -ειδικά αυτήν την περίοδο- είναι πλούσια τόσο σε
πνευματικές νουθεσίες και διδαχές ,όσο και σε αναρίθμητα θαύματα.
Έτρεχαν από παντού να τον συμβουλευθούν και να ακούσουν τις θεόπνευστες
διδαχές του.
Όταν
κοιμήθηκαν οι στάρετς Παχώμιος και Ησαΐας, που ήσαν οι πνευματικοί
πατέρες και καθοδηγητές της γυναικείας Μονής του Ντιβέγιεβο που τόσο
ενίσχυσαν και στήριξαν τη Μονή, ανέλαβε, όπως το είχε υποσχεθεί, εκείνος
πια ως πνευματικός πατέρας τις μοναχές, στέλνοντας πολλές ψυχές στον αγωνιστικό
στίβο της μοναχικής ζωής. Σε μικρή απόσταση από την ανδρώα μονή που
εγκαταβιούσε ο Άγιος, βρισκόταν η γυναικεία Μονή του Ντιβέγιεβο για την
οποία μεριμνούσε μέχρι το τέλος της ζωής του. Με εντολή της Θεοτόκου
είχε αναλάβει και τις Μονές του Αρντατώφ και του Ζελενογκόρσκ.
Για
δωδέκατη φορά, στις 25 Μαρτίου του 1831, ένα χρόνο και δέκα μήνες πριν
την κοίμησή του, αξιώθηκε μιας θαυμαστής θείας εμφανίσεως.
Η
Υπεραγία Θεοτόκος με δώδεκα Αγίες, τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, τον
Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο και Αγγέλους, παρουσιάσθηκε στον Άγιο και
συνομίλησε μαζί του, λέγοντάς του στο τέλος ότι γρήγορα θα είναι μαζί
τους στον Παράδεισο. Σ’ αυτήν την συνάντηση με την Μητέρα του Θεού,
Εκείνη του υποσχέθηκε ότι θα μεριμνήσει η ίδια -μετά τον θάνατό του- για
την Μονή του Ντιβέγιεβο και τις Μοναχές του.
Την 1η Ιανουαρίου του 1833, ημέρα Κυριακή, ο
Όσιος λειτουργήθηκε για τελευταία φορά στο ναό του νοσοκομείου των
Αγίων Ζωσιμά και Σαββατίου. Άναψε κεριά μπροστά σε όλες τις εικόνες, τις
ασπάσθηκε και μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, ασπάσθηκε όλους τούς
αδελφούς και τούς νουθετούσε. Παρ’ όλη την σωματική του
κατάπτωση, που ήταν ιδιαίτερα εμφανής τον τελευταίο χρόνο, η πνευματική
του διαύγεια ήταν ολοφάνερη, τόσο από αυτά που έλεγε, όσο και από το
άρρητο φως που εξέχεε το πρόσωπό του. Κατόπιν, την ίδια ημέρα,
επισκέφθηκε για τελευταία φορά την Μονή του Ντιβέγιεβο.
Ο
Όσιος είχε την συνήθεια, ακόμη κι όταν έφευγε για την σκήτη του, να
αφήνει αναμμένα κεριά στο κελλί του. Ο γείτονάς του και πολλές φορές
διακονητής του, πατήρ Παύλος, του έλεγε ότι υπάρχει μεγάλος κίνδυνος
πυρκαγιάς. "Όσο ζω φωτιά δεν θα ανάψει. Όταν όμως πεθάνω, ο θάνατός μου
θα γίνει αντιληπτός με το άναμα φωτιάς", είχε πει.
Και
πράγματι, στις 2 Ιανουαρίου το πρωί, βγαίνοντας ο πατήρ Παύλος από το
κελλί του ένοιωσε έντονα την μυρωδιά καπνού. Έβγαινε από το κελλί του
Οσίου. Ο πατήρ Παύλος χτύπησε την πόρτα και είπε την ευχή "Δι’ ευχών
...". Απάντηση δεν πήρε και έτρεξε –φοβισμένος- να βρει τούς πατέρες της
Μονής. Γύρισαν μαζί με πολλούς πατέρες στο κελλί του Οσίου και
παραβίασαν την κλειδωμένη πόρτα. Βρήκαν τον Άγιο σε στάση προσευχής
γονατιστό μπροστά στην εικόνα της Θεοτόκου, ασκεπή, με τον χάλκινο
Σταυρό στον λαιμό του και τα χέρια στο στήθος του σε σχήμα σταυρού...
Είχε παραδώσει την αγία ψυχή του στα χέρια του Θεού και το πρόσωπό του
ήταν φωτεινό, λάμποντας με το φως της αγιότητος.
Η
κοίμησή του βύθισε σε μεγάλη λύπη όλους και κυρίως τις μοναχές του
Ντιβέγιεβο και τους πατέρες της Μονής. Από παντού έτρεξαν να
προσκυνήσουν το σκήνωμά του, που για οκτώ ημέρες βρισκόταν για
προσκύνημα στο Καθολικό της Μονής, χιλιάδες ευεργετημένοι άνθρωποι απ’
όλη την Ρωσία. Ο Όσιος, ακόμα και πριν την ανακήρυξή του ως Αγίου,
μακαριζόταν σ’ όλη την Ρωσία ως Άγιος.
Και
μετά την κοίμησή του πρεσβεύει ενώπιον του θρόνου του Θεού για όποιον
τον επικαλείται. Αμέσως μετά την κοίμησή του άρχισε να κάνει πολλές
εμφανίσεις και αμέτρητες θεραπείες σε αρρώστους και πονεμένους.
Το
1920 οι κομμουνιστές έκλεισαν το Μοναστήρι του Σαρώφ και πήραν τα
λείψανα του Αγίου Σεραφείμ και τα μετέφεραν σε άγνωστο μέρος. Από τότε,
τίποτα δεν έγινε γνωστό πέρα από την προφητεία του Αγίου ότι σωματικά
δεν θα επανέλθει στο Σαρωφ.
Έως
το 1990 αγνοείται η τύχη των αγίων λειψάνων του. Μέχρι που εντελώς
τυχαία, οι υπάλληλοι του Μουσείου Θρησκειών και Αθεΐας, στις αρχές
Νοεμβρίου του 1990 (το έτος που εμφανίστηκε το φως επί του Σταυρού της
Μονής), ανακάλυψαν στο τμήμα ταπήτων, ένα κουτί ορθογώνιο τυλιγμένο με
πανιά. Έβγαλαν τα πανιά και ω! του θαύματος, βρήκαν το λείψανο ενός
Αγίου.
Στα
χέρια φορούσε επιμανίκια λευκά από ατλάζι που είχαν χρυσοκεντημένη την
φράση "Άγιε Πάτερ Σεραφείμ πρέσβευε τω Θεώ υπέρ ημών".
Και
εκείνος εισακούοντας τις προσευχές χιλιάδων ανθρώπων που τον γνώρισαν
και τον αγάπησαν σαν μεσίτη και προστάτη τους, δέεται ενώπιον της
Τρισηλίου Θεότητος για την του κόσμου σωτηρία και την ίαση κάθε νόσου.
Δικαίως πήρε την προσωνυμία "Άγιος Σεραφείμ ο ιαματικός" και είναι προστάτης των ασθενών.
Ταις Αυτού ικεσίαις Χριστέ ο Θεός Σώσον τας ψυχάς ημών.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)