Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2015

Υπάρχουν τριών ειδών άνθρωποι. Εκείνοι που βλέπουν, εκείνοι που βλέπουν όταν τους δείχνουν και εκείνοι που δεν βλέπουν


Λεονάρντο ντα Βίντσι

Η κυρά-Ζωή που βάφτισε ο 'Aγιος Αρσένιος


Γεννήθηκε πριν από 103 χρόνια (!) στα Φάρασα της Καππαδοκίας ενώ έχει συγγένεια με τον όσιο Παΐσιο

Θάνος Χερχελετζής

Το πρόσωπό της είναι φωτεινό και χαρούμενο, τα μάτια της λάμπουν, πλημμυρίζοντας από το φως της ορθόδοξης πίστης. Η Ζωή Κορσινίδου, 103 χρόνων, είχε τη χάρη του Θεού να λάβει κατά τη διάρκεια της ζωής της την ευλογία δύο φωτισμένων ιερωμένων, που η Ορθόδοξη Εκκλησία περιέλαβε στο αγιολόγιό της. Βαφτίστηκε χριστιανή από τον άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη και συνδέεται με συγγενικούς δεσμούς με τον άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη.
Την υπερήλικη γυναίκα επισκέφθηκε στο σπίτι της στους Αμπελόκηπους Θεσσαλονίκης ο μητροπολίτης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως κ. Βαρνάβας. Κάθισε δίπλα της και κράτησε σφιχτά τα χέρια της. Τα ροζιασμένα χέρια που, όταν ήταν βρεφικά, μύρωσε στην κολυμβήθρα και σχημάτισε πάνω τους το σημείο του Σταυρού ο άγιος Αρσένιος, τα χέρια που μετέφεραν τον άγιο Παΐσιο όταν ήταν ακόμη μωρό.
Η Ζωή Κορσινίδου γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, κόρη του Βαράση και της Χρυσής Ελευθεριάδου. Ο πατέρας της ήταν ψάλτης στον ιερό ναό όπου λειτουργούσε ως εφημέριος ο άγιος Αρσένιος, ενώ είχε συγγένεια με τον άγιο Παΐσιο, τον οποίο επίσης βάφτισε ο Καππαδόκης άγιος.
Οταν στον τόπο όπου γεννήθηκε -και ζούσαν για αιώνες οι πρόγονοί της- οι Τούρκοι άρχισαν να σπέρνουν τον τρόμο, σκοτώνοντας και καταστρέφοντας, η μικρή τότε Ζωή αναγκάστηκε να ακολουθήσει τον δρόμο της προσφυγιάς. Μαζί με την οικογένειά της, τον άγιο Παΐσιο, που ήταν ακόμη βρέφος, και πολλούς άλλους Ελληνες ακολούθησαν τον άγιο Αρσένιο, για να καταλήξουν στην Ελλάδα.
Η Ζωή έφθασε στην Κέρκυρα μαζί με τον άγιο Αρσένιο. Μετά την κοίμηση του αγίου, το 1924, πήγε στην Αθήνα, στη συνέχεια στο Πλατύ Ημαθίας και κατόπιν στη Θεσσαλονίκη. Η «οδύσσειά» της δεν τελείωσε εκεί. Ταξίδεψε τα επόμενα χρόνια μαζί με την οικογένειά της και σε αρκετά άλλα μέρη, για να μπορέσουν να βρουν δουλειά και να ζήσουν.
Το 1941 έφθασε στο χωριό Γάζωρο του νομού Σερρών. Εκεί εργάστηκε στο τοπικό αστυνομικό τμήμα ως μαγείρισσα και καθαρίστρια. Παρέμεινε στο πόστο αυτό έως το 1967, οπότε μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη, και συγκεκριμένα στους Αμπελόκηπους, όπου ζει σήμερα μαζί με την κόρη της.
Κατά τη συνάντησή της με τον μητροπολίτη Βαρνάβα κρατούσε διαρκώς στα χέρια της έναν ασημένιο σταυρό, που φέρει στο στέρνο της από παιδί... 
 πηγή

Και τώρα τι κάνουμε;(Γράφει ο Φώτης Μιχαήλ)


scan0002
Ο μήνας Οκτώβριος, στα χρόνια αυτά τα δύσκολα της μνημονιακής κατοχής, παίρνει,θαρρείς, μια ιδιαίτερη αξία στις συνειδήσεις των εν εγρηγόρσει Ελλήνων.
Δυο γεγονότα μεγάλης ιστορικής σημασίας για το Έθνος μας -το ένα, ο Μακεδονικός Αγώνας και το άλλο, το ΟΧΙ του ’40-  μοιάζουν με αστέρες ολόλαμπρους, που καταυγάζουντην αργόσυρτη ιστορική μας διαδρομή και δείχνουν αλάνθαστα τον δρόμο για τα πεπρωμένα της φυλής μας.
Ο Οκτώβριος είναι μήνας εθνικής μνήμης, αλλά και μήνας εθνικού προβληματισμού και αποφάσεων.
Οι εθνικές μνήμες δεν καθιερώθηκαν ως ευκαιρίες, μονάχαγια ευχές, λογίδρια και δεξιώσεις επισήμων. Ούτε ορίστηκαν από τον νομοθέτη ως αργίες, για να γεμίζουμε ανήμερα τα τραπεζάκια των πεζοδρομίων.
Οι εθνικές μνήμες-για όσους τουλάχιστον εξακολουθούν και κρατάνε στις καρδιές τους άσβεστη την φλόγα της ελευθερίας- θυμίζουν και διδάσκουν. Φωτίζουν και παραδειγματίζουν.
Οι εθνικές μνήμες-όταν όντως εορτάζονται και δεν αποτελούν απλώς και μόνον ευκαιρίες για δημόσιες σχέσεις-δρουν αφυπνιστικά στις ναρκωμένες συνειδήσεις και λειτουργούν ταυτόχρονα ως γνώμονες για τον μελλοντικό βηματισμό του Γένους μας.
Λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας μας: ’’Μνήμη (εορτασμός) Αγίου, μίμησις Αγίου’’.
Αναλογικά θα μπορούσαμε να πούμε κι εμείς σήμερα: Εορτασμός Εθνικής επετείου, δηλαδή μνήμη Ηρώων, σημαίνει έμπνευση από το φρόνημα των Ηρώων και μίμηση των κατορθωμάτων τους. Διαφορετικά σε τι ωφελούν οι δοξολογίες, οι πανηγυρικοί, οι φιλαρμονικές, οι παρελάσεις και οι ευκαιριακές δηλώσεις των πολιτικών αρχόντων;
Ιστορία δεν είναι η απλή και στεγνή παράθεση γεγονότων και χρονολογιών. Η ιστορία του Γένους μας σαρκώνεται ολοζώντανη στα πρόσωπα, στην δράση και την προσφορά των Ηρώων μας. Με αυτούς οφείλουμε να γνωριστούμε και αυτούς να βάλουμε μπροστά μας για παραδείγματα προς μίμηση.
Η οικείωσή μας με τους Αγίους και τους Ήρωές μας είναι η μόνη μας ελπίδα να ξαναδούμε Θεού πρόσωπο. Μονάχα εάν ξαναβάλουμε στις σχολικές μας αίθουσες και μέσα στις καρδιές μας τα πρόσωπα που σαρκώνουν το Πνεύμα της Ρωμηοσύνης, δηλαδή τους Ήρωες και τους Αγίους μας, μονάχα τότε θα θεμελιώσουμε ελπίδα για αποκατάσταση στο δύσμοιρο Γένος μας των πανανθρώπινων αξιών της Ελευθερίας, της Αξιοπρέπειας, της Αρετής, του Κάλλους και της Αγάπης.
Αυτό, όμως, δεν είναι δυνατόν να γίνει με άνευρες γιορτούλες, με ανόρεχτες ομιλίες, με προαιρετικές παρελάσεις, με αποκαθήλωση των ηρώων μας από τις σχολικές αίθουσες, με απάλειψη από τα βιβλία γλώσσας κάθε σοβαρής αναφοράς στις ιστορικές μας μνήμες, με εξοβελισμό  από τα σχολικά εγχειρίδια του Εθνικού μας Ύμνου και των δημοτικών μας τραγουδιών, με περιφρόνηση των παραδοσιακών αξιών της φυλής μας και των ιδανικών του Γένους μας, με καταλήστευση του γλωσσικού μας θησαυρού, με εκκοσμίκευση της πολυτίμητης Ορθοδοξίας μας.
Θα γίνει μονάχα με την ολόψυχη συστράτευση των φιλότιμων Ελλήνων δασκάλων –που ευτυχώς δεν έλειψαν στην εποχή μας- οι οποίοι, μέσα στο σκοτάδι της μνημονιακής μας σκλαβιάς, καλούνται από την Ιστορία και από την Φωνή των πατέρων τους, πίσω από τις κλεισμένες πόρτες των τάξεών τους, να οργανώσουν το Κρυφό Σχολειό των ημερών μας. Να διδάξουν στα νιάτα μας, όλα εκείνα τα τιμαλφή του Γένους μας, που η μανία των ιθυνόντων τα πέταξε στο καλάθι των αχρήστων.
Θα γίνει μονάχα, εάν το θελήσουν με πείσμα οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας, οι ακούραστοι δάσκαλοι στο ’’κατ’ οίκον κρυφό σχολειό’’.
Και τέλος, θα γίνει μονάχα στην περίπτωση εκείνη, που το Νέο Κρυφό Σχολειό περάσει μέσα στις Ενορίες μας και το αγκαλιάσουν με ζήλο οι παραδοσιακοί μας παπάδες και οι Ελληνορθόδοξοι επίσκοποί μας.