«Χαίρε, δι” ης η χαρά εκλάμψει – Χαίρε, δι” ης η αρά εκλείψει»
του Μητροπολ. Φλωρίνης π. Αυγουστίνου
–Χαρά ! Λέξις που συγκινεί κάθε καρδίαν. Διότι δια την χαράν επλάσθηκεν η ανθρωπίνη καρδιά και την χαράν ποθούμε όλοι.
Ποθούμε μίαν ζωήν απηλλαγμένην από ανησυχίας, ταραχάς, φόβους, πόνους, κινδύνους, από κάθε τι που ταράσσει από τα βάθη την ύπαρξίν μας και μας ποτίζει καθημερινώς με τόσα πικρά ποτήρια. Νοσταλγούμεν την χαράν.
Θέλομεν να εύρωμεν την πηγή της, να πίωμεν και να δροσισθώμεν από τα κρυστάλλινα νερά της. Αλλά που είσαι; Διατί δεν φαίνεσαι; Διατί με τους ψευδείς αντικατοπτρισμούς τόσον απατάς τον άνθρωπον; Σε εζήτησαν και εξακολουθούν να σε ζητούν οι πολλοί εκεί όπου ρέει ως μαρμαίρων μυθολογικός ποταμός το χρυσούν μέταλλον.
Ω ! Εδώ ας αναπαυθώμεν. Εδώ είναι η πηγή της χαράς. Εδώ -λέγουν εις το χρήμα- θα εύρωμεν την χαράν. Το είπαν πολλοί. Το είπε και ο Ιούδας. Αλλά η χαρά που πρωσωρινώς έλαμψεν εις το πρόσωπόν του όταν εμετρούσε τα τριάκοντα αργύρια, αισχράν αμοιβήν της προδοσίας, πολύ γρήγορα η χαρά αυτή μεταβλήθηκεν εις μελαγχολίαν, εις απερίγραπτον λύπην, εις απόγνωσιν που οδήγησεν εις το τραγικό τέλος, και επάνω εις το πρόσωπον του αυτοκτονήσαντος Ιούδα εζωγραφίσθησαν δια παντός οι απαίσιοι σπασμοί της φρικιαστικής του αγωνίας, της διπλής αγωνίας, σωματικής και ψυχικής. Και το δράμα αυτό του Ιούδα επαναλαμβάνεται. Διότι και μέχρι σήμερον εις τας φυσιογνωμίας των συντρόφων του Ιούδα ζωγραφίζεται η κατάρα, η λύπη, η οποία όσον αυξάνουν τα αργύρια της ανομίας τόσον πολλαπλασιάζεται και αυτή. Αντί χαράς λύπην, αντί ζωής θάνατον έδωκεν και δίδει εις τους φιλαργύρους, πλεονέκτας, υλιστάς, ειδωλολάτρας, πλουσίους του αιώνα μας, το χρήμα που αποκτάται όχι με τον τίμιον ιδρώτα της εργασίας, αλλά με τα μύρια μέσα της απάτης και ποικίλης εκμεταλλεύσεως που χρησιμοποιεί ο άνευ Χριστού άνθρωπος. Τέτοιο χρήμα είναι όχι πηγή χαράς και κοινωνικής ευημερίας, αλλά πηγή θανατηφόρος. Από τέτοιο χρήμα καμιά ευγενής χαρά δεν φυτρώνει. ΄Εχει επάνω την κατάραν. Μη το πλησιάσετε. Αργά ή γρήγορα θα πίετε τον θάνατον. Οι Κροίσοι δεν έχουν χαράν, δεν έχουν ευτυχίαν. Ας τους ερωτήσετε και οι ίδιοι θα το μαρτυρήσουν. Ένας σύγχρονος Κροίσος, ο Ροκφέλλερ, είπε: Με το χρήμα ειμπορείς να πας παντού εκτός από τον παράδεισο και ειμπορείς ν” αγοράσεις ότι θέλεις εκτός από την ευτυχίαν.
Χαρά που είσαι; Εξακολουθεί να ερωτά ο άνθρωπος.
Μήπως είσαι εις ηδονάς, εις τας ανηθίκους διασκεδάσεις, εις την αχόρταστον ικανοποίησιν των 5 αισθήσεων; Η ηδονή-να άλλη θεότης που μεγαλοπρεπής προβάλλεται και υπόσχεται χαράν, αλλά η χαρά που δίδει διαρκεί δευτερόλεπτα, δια να δώση κατόπιν ώρες, ημέρες, νύχτες, μήνες, χρόνια ατελεύτητα στενοχωρίας. «Αχ! Ας είναι κατηραμένη η στιγμή που σε πλησίασα. Συ με το πιοτό σου με εμάγευσες, με εδηλητηρίασες, με εθανάτωσες….» Τίνος είναι αχ! Αυτά; Δεν τα ακούετε; Βγαίνουν από τις καρδιές χιλιάδων νέων και νεανίδων, που σαπίζουν τώρα μέσα εις τα διάφορα νοσοκομεία. Είναι τα άπειρα, τα αξιοθρήνητα θύματα της χαράς, της ψεύτικης χαράς, που σαν τρελοί την εκυνήγησαν.
-Χαρά που είσαι; Φωνάζουν οι άνθρωποι πάσης εποχής και καταστάσεως. Εκπρόσωπος του Πανανθρωπίνου αυτού πόθου δια την κατάκτησιν της χαράς είναι και ο μεγαλοφυής ποιητής Γκαίτε, ο οποίος εις το περίφημον ποίημά του «η χαρά» εκφράζει την αγωνιώδη αναζήτησίν της από τον άνθρωπον.
«Ζητώ την χαράν πότε εδώ πότε εκεί!
Που είσαι; ειπέτε μου που κατοικεί;
Την εζήτησε παντού εις ευθύμους χορούς,
Εις δείπνων θαλάμους λαμπρούς και ηχηρούς,
Εις φώτα εις σκεύη χρυσά και αργυρά
πλην ούτε εις αυτά ευρέθη η χαρά!»
-Και λοιπόν, κοιλάς κλαυθμώνος η ζωή αυτή; Ματαίως θα περιπλανάται ο άνθρωπος επάνω εις το πρόσωπο της γης, θα ζητή την χαράν και δεν θα την ευρίσκει.
-Ω αναγνώστα που διαβάζεις τα φτωχά λόγια του φυλλαδίου αυτού. Υπάρχει χαρά; Χαρά της χαράς. Όχι τα τριάκοντα αργύρια του Ιούδα, όχι τας ηδονάς του Σαρδαναπάλου, όχι την άθεον επιστήμην, όχι άλλο τι εγκόσμιον και φθαρτόν, αλλά πίστευσε και λάβε ως οδηγόν τον Αρχάγγελον Γαβριήλ και μαζί με τον πρωτοστάτην αυτόν άγγελον πέταξε, φέρε την κουρασμένη σου ύπαρξιν εις μίαν ταπεινήν γωνίαν της Γης. Η γωνία αυτή δεν είναι ανάκτορον. Δεν είναι Πανεπιστήμιον. Δεν είναι χρηματιστήριον. Δεν είναι αίθουσα που συνεδριάζουν οι Μεγάλοι. Είναι το πενιχρόν Σπήλαιον της Βηθλεέμ. Εκεί μέσα είναι η ΧΑΡΑ η ιδική μου και η ιδική σου και του κόσμου όλου.Δια να την ιδείς, να την απολαύσεις, να την κατακτήσεις ολόκληρον, ένα εισιτήριον χρειάζεται: ν” αποβάλωμεν τον εωσφορικό μας εγωϊσμόν. Εάν ταπεινωθείς ενώπιον του Θείου, τότε θ” ανοίξει διάπλατα η κλεισμένη πόρτα του Παραδείσου, θα ιδείς την Παρθένον να κρατεί ΤΟ ΠΑΙΔΙΟΝ ΙΗΣΟΥΝ, την ενσάρκωσιν ταύτην της θείας χαράς και θα ακούσεις μυριάδες στόματα μελωδικώς να ψάλλουν τον ύμνον της χαράς, της παγκοσμίου χαράς:
«Χαίρε δι’ης η χαρά εκλάμψει – Χαίρε δι’ης η αρά εκλείψει.»
-Ω Ευλογημένον παιδίον της Βηθλεέμ. Ω εσταυρωμένε Κύριε του Γολγοθά. Πόσον ματαιοπονώ ζητών την χαράν Σου. Συ μόνον κατέχεις το μυστικόν της χαράς. Όποιος με πίστιν Σε πλησίασε, όποιος ήλθεν εις επαφήν με την ακτινοβόλον υπερφυσικήν προσωπικότητά Σου, όποιος Σε ησθάνθη εκ βάθους ψυχής θα λάμψει από χαράν. Διότι Συ δια του αίματός Σου έσβησες την λέξιν «κατάρα», που ως δαμόκλειος σπάθη αιωρείται υπεράνω της κεφαλής παντός ενόχου και αμαρτωλού τέκνου της γης. Συ σενεφιλίωσες ουρανόν και γην, εκήρυξες την χαράν, την αγάπην και το έλεος και μέχρι σήμερον η φωνή σου, ακούεται πάλλουσα από θείαν αγάπην από του ύψους του Σταυρού Σου προς όλα τα πλανεμένα Σου τέκνα. Πλησιάστε Με. Δροσισθείτε από τα διδάγματά Μου.
Πίετε από το αίμα Μου και μέσα σας θ” ανθίσει ο Παράδεισος της χαράς, της Χριστιανικής Χαράς, την οποίαν καμία δύναμις δεν δύναται ν” αφαιρέσει από την καρδίαν του πιστού.
(«Χριστ. Σπίθα», ιεροκήρυκος Αυγουστίνου Ν. Καντιώτη, αρ. Φυλλαδ. 37,
Γρεβενά τη 10 Απριλίου 1946)