Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Το ψωμί που εσύ κρύβεις ανήκει στον πεινασμένο. Τα ρούχα που φυλάς στις αποθήκες ανήκουν σε αυτούς σου δεν έχουν.Τα παπούτσια που μένουν αχρησιμοποίητα στο σπίτι σου, ανήκουν στους ξυπόλυτους. Τα χρήματα που κρατείς κρυμμένα (από φιλαργυρία), ανήκουν σε εκείνον που τα έχει ανάγκη. Ώστε λοιπόν αδικείς όλους αυτούς που θα μπορούσες να βοηθήσεις και δεν το κάνεις.


Μέγας Βασίλειος

ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΕΡΧΟΝΤΑΙ -Τα 10 πράγματα που πρέπει να ξέρουμε για την Κούβα πριν χαθούν οριστικά

Η ιστορική συμφωνία Κούβας - ΗΠΑ, μισό αιώνα μετά το ολοκληρωτικό εμπάργκο, ανοίγει μια νέα σελίδα στην εξέλιξη της χώρας.
Η Κούβα είναι νησί της Καραϊβικής το οποίο ανακάλυψε ο Χριστόφορος Κολόμβος και υπήρξε ισπανική αποικία επί αιώνες. Ο πολιτισμός και τα έθιμά της αντλούνται από διάφορες πηγές, συμπεριλαμβανομένων της περιόδου της ισπανικής αποικιοκρατίας, της μεταφοράς σκλάβων από την Αφρική και, σε μικρότερο βαθμό, της γειτνίασης με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Διαθέτει ορισμένα ιστορικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά μοναδικά στον κόσμο. Η Παλιά Αβάνα προσελκύει εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο, ενώ η πόλη Τρινιδάδ ανήκει στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά της UNESCO.
Η βρετανική εφημερίδα Telegraph έκανε σήμερα αφιέρωμα στα 10 μοναδικά πράγματα που πρέπει να συγκρατήσουμε από την Κούβα πριν αυτή αλλάξει οριστικά, μετά την επέλαση των Αμερικανών.
Τα παλιά μοναδικά αυτοκίνητα που άφησαν πίσω τους οι Αμερικανοί όταν έφυγαν με την έλευση του κομμουνιστή Φιντέλ Κάστρο:

Το κοκτέιλ μοχίτο:

Οι τροπικές παραλίες του νησιού:

Τα πούρα Αβάνας:

Ο μικρός γιος του Τσε Γκεβάρα, Ερνέστο, ξεναγεί τουρίστες με μοτοσικλέτα:

Τα σπίτια της Κούβας, αποικιακού στυλ:

Η μοναδική μουσική της Κούβας που ακούγεται σε όλο τον κόσμο:

Η πόλη Τρινιδάδ, κληρονομιά της UNESCO:

Τα καπνοχώραφα της Κούβας απ' όπου βγαίνουν τα πούρα:

Ο φάρος στο λιμάνι της Κούβας:

Το μνημείο του Τσε Γκεβάρα στη Σάντα Κλάρα:

Και κάτι εξτρά για τη συμφωνία ΗΠΑ-Κούβας:
πηγή
Τώρα ἡ πράγματι ἐπικρατοῦσα θρησκεία εἶναι ὁ πλέον ἀκάθαρτος καὶ κτηνώδης ὑλισμός. Μόνον κατά πρόσχημα εἶναι ἡ χριστιανοσύνη.

ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΩΝ ΤΟΝ 4ο ΑΙΩΝΑ

http://orthodoxanswers.gr/wp-content/uploads/2014/12/sel41.jpg
 (με αφορμή τις παρεξηγήσιμες αναφορές
δύο σχολικών εγχειριδίων)

Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου
 
ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΙΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΕ ΔΥΟ ΣΧΟΛΙΚΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΑ
Στην ιστορία της Ε΄ Δημοτικού με τίτλο «Στα βυζαντινά χρόνια», έκδ. 2006, στη σελίδα 29 και 30, διαβάζουμε για μεν τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο όλα τα χειρότερα που κατά τους συγγραφείς του βιβλίου είχε κάνει κατά των εθνικών, ενώ για τον αυτοκράτορα Ιουλιανό, που αναφέρεται στις ίδιες σελίδες, και ο οποίος ομολογουμένως με σειρά ενεργειών εναντιώθηκε σφόδρα στην χριστιανική πίστη, δεν βλέπουμε να περιγράφεται ούτε ένα άσχημο μέτρο του εναντίον της Εκκλησίας. Ακόμη, αναφέρεται ότι ο Μ. Θεοδόσιος ονομάστηκε «Μέγας» από τους χριστιανούς γιατί ακριβώς προέβηκε σε κλείσιμο αρχαίων ναών, απαγόρευση της εθνικής λατρείας, κατάργηση Ολυμπιακών αγώνων, επειδή ανέχτηκε τη λεηλασία και καταστροφή ναών και έργων τέχνης κ.λπ. Δεν νομίζουν οι συγγραφείς ότι αδικούν τον εν λόγω αυτοκράτορα, ο οποίος υπήρξε αναγνωρισμένα άριστος στρατηλάτης και διπλωμάτης, και μάλιστα πραγματοποίησε με επιτυχία αρκετούς πολέμους κατά των εξωτερικών εχθρών της αυτοκρατορίας; Στη σελίδα μάλιστα 30 του ίδιου βιβλίου υπάρχει ζωγραφιά που εικονίζει «φανατικούς χριστιανούς να καταστρέφουν αρχαία μνημεία», όπως κατά λέξη αναφέρεται κάτω από την εικόνα, κρατώντας αναμμένες δάδες για πυρπόληση και εργαλεία καταστροφής στα χέρια. Και δικαιολογημένα ρωτάμε: Γιατί επιλέχτηκε ΜΟΝΟ η καταστροφή εθνικών ιερών από φανατισμένους χριστιανούς και δεν εικονίζονται αντίστοιχα φανατισμένοι εθνικοί να καταστρέφουν χριστιανικούς ναούς, όπως πολλές φορές έγινε κατά το παρελθόν; Δεν είναι αυτά μονόπλευρη θέαση και καταγραφή γεγονότων, και μάλιστα σε βιβλίο προορισμένο για ανάγνωση από παιδιά Δημοτικού, τα οποία ως γνωστόν αποθηκεύουν, λόγω ηλικίας, χωρίς ιδιαίτερη επεξεργασία τις εικόνες;  
Αλλά και για την τρέχουσα σχολική χρονιά που διανύουμε, το νέο βιβλίο «Πολιτική Παιδεία» της Α΄ ΓΕΛ και ΕΠΑΛ, στο κεφάλαιο 3 περί «ελληνορθόδοξης παράδοσης» γράφει χαρακτηριστικά: «Ο Θεοδόσιος ο Α΄ κατέστρεψε εθνικούς ναούς και ο Ιουστινιανός έκλεισε τη Σχολή των Αθηνών. Πολλά αρχαία μνημεία καταστράφηκαν, επίσης, από φανατικούς οπαδούς του χριστιανισμού». Μέσα σε δύο δηλαδή και μόνο προτάσεις, χωρίς ιδιαίτερη έρευνα και άνευ άλλης επεξήγησης, «προσφέρεται» ένα αρνητικό στίγμα για τον χριστιανισμό και για τις μεγάλες μορφές του Θεοδοσίου και του Ιουστινιανού, καθώς μειώνονται έτσι χωρίς να τους αξίζει. Εξάλλου, οι χριστιανοί δεν ήσαν φυσικά αμόρφωτοι και φανατικοί, και δεν επιδίδονταν σε εκτεταμένες βιαιοπραγίες, όπως φαίνεται ανιστόρητα να ισχύει και στο κινηματογραφικό επίσης έργο «Αγορά», του Αλεχάντρο Αμπεναμπάρ. Ποια είναι όμως η αλήθεια επί των προκειμένων θεμάτων; Αυτή θα φανεί περιληπτικά παρακάτω.

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Τόσο στην Παλαιά Διαθήκη (μεταξύ εθνικών και Ιουδαίων) όσο και τον 4ο αιώνα μ.Χ. (μεταξύ εθνικών, Ιουδαίων και χριστιανών), βλέπουμε να υπάρχουν πράγματι συγκρούσεις. Βία χρησιμοποιούσαν όλες οι πλευρές, αν και στην ουσία επρόκειτο για προσπάθεια, έστω και αρνητικά, να λάμψει η αλήθεια και ο θεός τους στην ιστορία και κοινωνία. Οι εθνικοί εμπόδιζαν τη λατρεία και τελετές των χριστιανών και κατέβαλαν δύναμη να τους αποκλείουν από την πολιτική σταδιοδρομία, ενώ οι χριστιανοί σε ορισμένες περιπτώσεις έκαιγαν τα εθνικά τους ιερά (όχι πάντως γενικευμένα όπως έχει αποδειχθεί, και μόνο σε τοπικό επίπεδο) και στη θέση τους οικοδομούσαν ναούς. Επρόκειτο για μάχη σχετικά με το ποια θεότητα θα επικρατήσει, που εξέφραζε για τους πιστούς την ανάγκη για σωτηρία και το νόημα της ιστορίας. Η ψεύτικη θεότητα (ή θεότητες) έπρεπε να ηττηθεί (-θούν) και να χάσει (-σουν) την κυριαρχία της (τους). Άλλωστε, μέχρι και την μετεξέλιξη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σε ελληνΟρθόδοξη Ρωμανία και την συμβολή του Μεγάλου Κωνσταντίνου σ’ αυτό, δεν ήταν γνωστή στην ιστορία η νομική μορφή της ανεξιθρησκίας. Ανεξιθρησκία σήμαινε έκκληση από τους κάθε φορά ηττημένους για συμπάθεια, και μη δίωξή τους από την κυριαρχούσα ομάδα-παράταξη- συμμαχία, ενώ, όσοι εκ νέου επιβάλλονταν στα πράγματα και την πολιτική σκηνή, διαμόρφωναν και τις τρέχουσες ιδεολογίες και νόμους.

ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΩΝ ΝΑΩΝ;
Σε αντίθεση με ορισμένους ψευτοδιανοούμενους που παραποιούν σκόπιμα την ιστορία, επισημαίνουμε πως η εχθρική στάση των χριστιανών κατά των εθνικών ιερών ούτε συστηματική ήταν, ούτε γενικό χαρακτήρα είχε. Πολλά εθνικά ιερά ερήμωσαν (όπως και ο ίδιος ο Ιουλιανός το παραδέχεται) γιατί αδιαφόρησαν οι πιστοί τους, και πάρα πολλά μετατράπηκαν σε χριστιανικές Εκκλησίες, διότι οι χριστιανοί σεβάστηκαν την αισθητική τους αξία. «Ο βανδαλισμός ιερών αντικειμένων (από χριστιανούς Έλληνες) ήταν σπάνια πράξη στην Ελλάδα», υποστηρίζει η αρχαιολόγος Πολύμνια Αθανασιάδη. Υπήρξαν μεμονωμένα περιστατικά. «Οι καλλιεργημένοι χριστιανοί …. αντιμετώπισαν τα αρχαία ιερά ως έργα τέχνης» (βλ. το βιβλίο της: «Το λυκόφως των Θεών στην Ανατολική Μεσόγειο, Θεσσαλ. 1994). Αξιοθαύμαστο άλλωστε είναι το πόσο λίγοι ναοί καταστράφηκαν, ενώ είχαν ιστορικά προηγηθεί τόσο μεγάλες διώξεις και δολοφονίες των χριστιανών από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες. Ακόμη, κανείς Κανόνας και καμία ‘οδηγία’ της Εκκλησίας δεν υπάρχει που να προτρέπει σε καταστροφή παγανιστικών ιερών ή να επιβάλλει τον εκχριστιανισμό των εθνικών, διότι η Εκκλησία βασίζεται στην ειρήνη και την αγάπη, και τόσο οι άγιοι όσο και οι Πατέρες της Εκκλησίας ξεκαθαρίζουν ότι το αίμα, οι αρπαγές και διάφορα άσχημα δεν προέρχονται από τον αγαθό Θεό (βλ. και Θανάση Ν. Παπαθανασίου: «(Αυτο)κριτική ερμηνεία της καταστροφής παγανιστικών ιερών από χριστιανούς», ‘Σύναξη’, τεύχος 69, Ιαν-Μαρτ. 1999).         
Ο πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός, στο βιβλίο του «Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;» (εκδ. Αρμός), καθώς και σε άρθρο του στην έκδοση «Ορθοδοξία και Παιδεία», (τ. 1, Δεκ. 2002), μας ενημερώνει ότι συνηθισμένο φαινόμενο αποτελούν πλέον οι καταγγελίες ελληνοεθνικών για φθορά και καταστροφές αρχαίων ειδωλολατρικών ναών από τους χριστιανούς, ενώ διακεκριμένοι αρχαιολόγοι αποδίδουν τέτοιες αναφορές αφενός στην ΗΡΩΟΠΟΙΗΣΗ προσώπων -σε ορισμένες περίοδοι παρερμηνευόταν ως αρετή ο θρησκευτικός φανατισμός- και αφετέρου στην προσπάθεια των εθνικών να αναδειχθούν ΩΣ ΕΥΓΕΝΗ ΚΑΙ ΑΘΩΑ ΘΥΜΑΤΑ εκτεταμένων διωγμών, που ποτέ δεν υπήρξαν (σε ευρεία έκταση). Σε συγκεκριμένες μάλιστα αρχαιολογικές περιοχές με μεγάλη σημασία, όπως η Αθήνα ή οι Δελφοί, οι ίδιοι οι αρχαιολόγοι πιεζόμενοι από το χρόνο κατέστρεψαν στρώματα εδάφους. Άλλες καταστροφές αποδίδονται σήμερα σε σεισμούς, επιδρομές «αλλοφύλων» (4ος – 6ο αι.) ή σε εγκατάλειψη, και όχι σε βανδαλισμούς από χριστιανούς, που ήταν μεμονωμένα περιστατικά.

Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Αναφορές στους Πατέρες της Εκκλησίας ως υπεύθυνων για υποτιθέμενες καταστροφές είναι ιστορικά ερμηνευτικά λάθη: α) Το ‘Κατά Ειδώλων’ έργο του Μ. Αθανασίου λ.χ. είναι γνωστό ότι ονομάστηκε μεταγενέστερα ‘Κατά Ελλήνων’ από τους εκδότες του, β) Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ουδέποτε προέτρεψε χριστιανούς ‘εις έδαφος φέρειν’ τους αρχαίους ναούς, γ) Η φράση του να ‘βουλώσουν το στόμα’ των βλασφημούντων δεν σημαίνει να τους γρονθοκοπήσουν οι παρευρισκόμενοι [όποιος γνωρίζει το θεάρεστο βίο, την πολιτεία και τα συγγράμματα του μεγάλου αυτού Πατρός αντιλαμβάνεται ακριβώς τι εννοούμε], αλλά εκφράζεται εικονικά και μεταφορικά, και δ) ο Κύριλλος Αλεξανδρείας, όπως αναφέρει ο αρχαίος ιστορικός Σωκράτης, δεν είναι ηθικός αυτουργός του θανάτου της φιλοσόφου Υπατίας, αλλά απλά ΑΔΙΑΦΟΡΗΣΕ για την τύχη της, λόγω της φιλικής της σχέσης με τον φιλοεβραίο ύπαρχο Ορέστη [ήταν τότε πολύ φορτισμένο το κλίμα μεταξύ Ιουδαίων και χριστιανών]. Άλλωστε η Υπατία είχε εκφράσει στον παλαιό της μαθητή, τον περίφημο κληρικό Συνέσιο Κυρηναίο (+ 416), την επιθυμία της να γίνει χριστιανή, και μάλιστα κηρύχθηκε αγία από εκκλησιαστική Σύνοδο το Νοέμβριο του 414, με το όνομα ‘Αικατερίνα’ (βλ. π. Γ. Μεταλληνού, «Η αντορθόδοξη Νεοειδωλολατρία και το χρέος των Ορθοδόξων απέναντί της», στο «Ορθοδοξία και Παιδεία», τ. 1, Δεκ. 2002).

Ο ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ
Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός έζησε σε μια εποχή που η αρχαία θρησκεία είχε πια περιθωριοποιηθεί, νικημένη από το Χριστιανισμό, όπως άλλωστε και ο ίδιος ο αυτοκράτορας, που είχε ανοικτούς λογαριασμούς με τον Χριστό, το παραδέχθηκε [«χριστιανοί» άλλωστε σκότωσαν σχεδόν όλη την οικογένειά του και κυνηγούσαν τον ίδιο μέχρις ότου ενηλικιώθηκε, αλλά και χριστιανός έσωσε αυτόν και τον αδελφό του από βέβαιο θάνατο, όταν ήσαν παιδιά, ο Μάρκος ο διάκονος] τη στιγμή του θανάτου του, αναφωνώντας: «Νενίκηκάς με Ναζωραίε».
Ο προσωπικός γιατρός του Ορειβάσιος διέγνωσε σε επιστολή του την κατάπτωση του μαντείου των Δελφών, τη φίμωση του Απόλλωνα και της Κασταλλίας, την αχρήστευση της Πυθίας. Αλλά και ο Ιουλιανός στην Αντιόχεια διεπίστωσε ιδίοις όμασι την ευτέλεια στην οποία είχε περιέλθει ο ναός του Απόλλωνα, την έλλειψη θυσιών, ακόμα και θυμιάματος. Ένοιωσε ακόμη να τον περιπαίζουν όταν, αντί το ευχαριστώ τους, όταν μοίρασε στο λαό τρόφιμα, εκείνοι τον ονόμασαν ‘χασάπη’ και σε λίβελο έγραφαν: «Ποιος μάς κυβερνά; Ένα ανθρωπάκι με μούσι τράγου, που περπατά φουσκωμένο με βήματα πιο απλωτά κι απ’ τους θεούς του Ολύμπου».
Ο εθνικός ρήτορας Λιβάνιος, τον οποίον άκουγε με μεγάλη ευχαρίστηση στη Νικομήδεια, ήταν ταυτόχρονα και δάσκαλος του Ιωάννη του Χρυσόστομου, τον οποίον μεγάλο χριστιανό ιεράρχη σκόπευε να αφήσει στο πόδι του πεθαίνοντας, στη διεύθυνση της σχολής. Η φιλία του ακόμη και η αλληλογραφία του με τον Μ. Βασίλειο και τον Γρηγόριο Ναζιανζηνό συνεχίστηκε μέχρι το τέλος, άσχετα αν είχαν διαφορετικές αντιλήψεις στα περί της πίστεως θέματα. Ήταν επομένως εποχή μεγάλης διαφοροποιήσεως ανάμεσα στον εθνισμό και τον Χριστιανισμό, αλλά και εποχή συνεργασίας μεταξύ ανθρώπων με ευαισθησία και υψηλή μορφωτική στάθμη για το καλό της αυτοκρατορίας, ακόμη κι αν ανήκαν σε διαφορετικές πνευματικές παρατάξεις.
Ο Ιουλιανός προσπάθησε να αναστήσει τον εθνικό κόσμο που ήδη αργοπέθαινε, ενώ αν είχε στρέψει το ενδιαφέρον του αποκλειστικά στην πρόοδο και την ειρήνη των υπηκόων του θα είχε μεγαλουργήσει. Εφάρμοσε βέβαια τη λιτότητα στα ανάκτορα και στην αυλή του, αρνήθηκε τη μεταφορά του με βασιλικές άμαξες, εξάσκησε την φιλανθρωπία ανακοινώνοντάς το και στους χριστιανούς επισκόπους, και συγχώρησε έναν μεγάλο εχθρό του, τον Θεόδωτο, που παρακαλούσε κάποτε τον Κωνστάντιο να σφάξει με τα χέρια του τον Ιουλιανό. Και τα λάθη του όμως μεγάλα: Μετέτρεψε το παλάτι σε χώρο σφαγής κάθε λογής ζώου, με τις θυσίες που συνεχώς και νυχθημερόν τελούσε ο ίδιος προσωπικά (συνολικά χιλιάδες ζώα σφάχτηκαν μέχρι το τέλος του). Επιδόθηκε στην οιωνοσκοπία, τη μαντεία και σπλαχνοσκοπία. Εμπόδιζε τους χριστιανούς από την αναρρίχηση σε υψηλές, δημόσιες, πολιτικές και στρατιωτικές θέσεις, καθιερώνοντας μάλιστα γι’ αυτούς το όνομα ‘Γαλιλαίοι’, και τους αντικατέστησε με εθνικούς. Αντικατέστησε τους σταυρούς στις ασπίδες των στρατιωτών με ειδωλολατρικά σύμβολα. Απαγόρευσε στους χριστιανούς δασκάλους να διδάσκουν αρχαίους έλληνες συγγραφείς (στην ουσία τους απέλυσε από τις θέσεις τους), θεωρώντας τους σε επιστολή του τρελούς και παράφρονες. Έδωσε διαταγή να ανοίξουν δίπλα στα χριστιανικά μοναστήρια σχολεία αρχαίας φιλοσοφίας με σκοπό να φράξει το δρόμο στο Ευαγγέλιο, όπως έγραφε. Οργάνωσε σε χριστιανικές βάσεις το παγανιστικό ιερατείο, με ύμνους και φιλοσοφική υποδομή, καθώς και με ποινές και αφορισμούς. Μοίρασε πολλά προνόμια σε όσους αρνήθηκαν το Χριστιανισμό. Επανέφερε τους εξόριστους αιρετικούς επισκόπους με σκοπό την αναθέρμανση διαφωνιών μεταξύ αυτών και της επίσημης Εκκλησίας. Έκλεισε την Μητρόπολη της Αντιόχειας και πολλών άλλων πόλεων και επέτρεψε την λεηλάτησή τους και βεβήλωσή τους [σε απάντηση οι χριστιανοί κατέστρεφαν ομοιώματα των θεών]. Έδίωξε πολλούς χριστιανούς ηγέτες.
Όταν πέθανε ο Ιουλιανός έσβησε και το όραμά του. «Αν ζούσε στα χρόνια του Περικλή, μ’ αυτήν την αγάπη στην ψυχή του για την αρχαία φιλοσοφία, σίγουρα θα είχε μεγαλουργήσει. Μα τώρα ήταν μονάχα ένας παράκαιρος εραστής, που θρηνούσε σπαραχτικά μια πεντάμορφη, μα νεκρή πια αγάπη» [Κώστα Δ. Παπαδημητρίου, ΤΟ ΑΓΝΩΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ, εκδ. Σμυρνιωτάκης, Αθ. 1994 και Α.Α. Vasiliev, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ, εκδ. Μ. Μπεργαδή].

Ο ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ
Ο Μ. Θεοδόσιος έζησε σε μια περίοδο της Ρωμανίας (Βυζαντίου), που επικρατούσε θεολογικός αναβρασμός και οι θρησκευτικές αψιμαχίες μεταξύ Ορθοδόξων, Αρειανών και Εθνικών ήταν σε καθημερινή εξέλιξη. Η κατάσταση ήταν έκρυθμη και οι φιλονικίες έδιναν και έπαιρναν. Επέβαλε λοιπόν ο αυτοκράτορας, μετά την Β’ Οικουμενική Σύνολο που συγκάλεσε ο ίδιος στην Κωνσταντινούπολη (381), το Ορθόδοξο δόγμα και θέσπισε ότι κανένας αιρετικός δεν μπορεί πλέον να ονομάζεται χριστιανός. Ειδωλολατρικοί ναοί έκλεισαν, αλλά και όχλος εκτός ελέγχου κατέστρεψε αρχαιοελληνικά έργα [αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι εξέφραζαν την αλήθεια του Χριστιανισμού και την αγάπη, διότι εκινούντο από φανατισμό και ιδιοτέλεια. Ήταν πάντως εποχή εκατέρωθεν συγκρούσεων]. Απαγόρευσε ακόμη με διατάγματα ο Θεοδόσιος την προσφορά θυσιών και την επίσκεψη σε ναούς. Με το τελευταίο διάταγμά του, που εκδόθηκε το 392, απαγόρευσε κάθε παγανιστική εκδήλωση. Τον θυμό του αυτοκράτορα, όμως, που στόχευε με σειρά μέτρων να ρημάξει την Αντιόχεια (επειδή οι Αντιοχιανείς κατέστρεψαν τα αυτοκρατορικά αγάλματα της πόλης), και να την μετατρέψει σε άσημη περιοχή, ηρέμησαν από κοινού τόσο ο επίσκοπος Φλαβιανός όσο και ο ρήτορας Λιβάνιος [Βλέπουμε πως σε μεγάλα θέματα οι μεγάλοι άνδρες της ιστορίας συνεργάζονται, αφήνοντας στην άκρη τις όποιες διαφορές τους]. Επρόκειτο στην ουσία για μορφή ανδρός που επιχείρησε να υποτάξει κάτω από την εξουσία του τόσο την επίσημη Εκκλησία, όσο και τους αιρετικούς και εθνικούς [βλ. Κώστα Δ. Παπαδημητρίου, ΤΟ ΑΓΝΩΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ, εκδ. Σμυρνιωτάκης, Αθ. 1994 και Α.Α. Vasiliev, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ, εκδ. Μ. Μπεργαδή]. 
Εν τούτοις ο γνωστός αρχαιολόγος Άγγελος Χωρέμης πιστοποιεί ανασκαφικά ότι ΔΕΝ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙ ΚΑΜΙΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ (δεν υπήρχε στην πράξη πολιτική καταστροφής ναών) στα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., παρά μόνο επιτρεπόταν να μετατρέπονται οι αρχαίοι ναοί σε χριστιανικοί (Θεοδοσιανός Κώδικας), και ΑΥΤΟ ΕΓΙΝΕ ΑΚΡΙΒΩΣ ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΘΟΥΝ ΟΙ ΝΑΟΙ (όπως ισχυρίζεται ο μεγάλος βυζαντινολόγος Διονύσιος Ζακυθηνός). «Σύμφωνα με τις παραπομπές του Κυριάκου Σιμόπουλου και άλλων ερευνητών, συγκεκριμένο διάταγμα για κατεδάφιση Ελληνικών ναών (με μικρή σχετικά εφαρμογή στην πράξη) εξεδόθη από τον Αρκάδιο και μετά, όχι από τον Μέγα Θεοδόσιο» (βλ. Βικιπαίδεια, Θεοδόσιος ο Α΄). Ο ίδιος ο αυτοκράτορας διέταξε το τέλος των Ολυμπιακών αγώνων ένεκα της λατρείας των ειδώλων που τελούνταν, την «τσιρκοποίηση» των θεαμάτων και τον αρνητικό επαγγελματισμό, και όχι από ανθελληνισμό. Οι σπουδαιότεροι ιστορικοί διαπιστώνουν ότι οι Ολυμπιακοί αγώνες είχαν φθάσει σε υψίστη ανυποληψία και παρακμή και ότι η Ολυμπιακή παραδοσιακή ιδέα είχε εκλείψει. «Σύμφωνα με έρευνες νεωτέρων όμως βυζαντινολόγων (Howell, Robinson κ.ά., βλ. και Κορομηλά Μαριάννα, ‘Εν τω Σταδίω’), δεν απαγόρευσε ο Μέγας Θεοδόσιος τους Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά απλώς απαγόρευσε τις θυσίες κατά την διάρκειά τους. Μάλιστα, οι Αγώνες συνεχίστηκαν για περίπου 30 χρόνια ακόμη και ο λόγος που έσβησαν (όχι διεκόπησαν, οι συγκεκριμένοι ιστορικοί ομιλούν για φθορά και σβήσιμο) ήταν η έλλειψη χρημάτων (χορηγών) και κάποιες φυσικές καταστροφές, όπως η πυρκαγιά στον ναό της Ολυμπίας» (βλ. Βικιπαίδεια, Θεοδόσιος Α΄).

ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ
Απαιτείται λοιπόν σωστή ερμηνεία κάθε εποχής και του ιδεολογικού και κοινωνιολογικού υποβάθρου της, διότι άλλως δεν κατανοείται η ιστορία. Στα χρόνια του Θεοδοσίου είχε απορριφθεί η ειδωλολατρική θρησκεία (είχε πλέον χριστιανικό προσανατολισμό η Ρωμανία – Βυζάντιο), αλλά όχι η «ελληνικότητα ως ‘ζήτησις αληθείας’ ή η ελληνική παιδεία». Αντορθόδοξα όμως κέντρα επιχειρούν παραπλανητική ανασκευή της ιστορίας. Παρόμοιες στημένες ειδήσεις αποκρύπτουν ότι στην Αντιόχεια, την πόλη του Χρυσοστόμου, διεξάγονταν γυμνικοί ‘Ολυμπιακοί’ αγώνες μέχρι και το 510 ή 521 μ.Χ. προς τιμήν του Ολυμπίου Διός [π. Γ. Μεταλληνού: «Η αντορθόδοξη Νεοειδωλολατρία και το χρέος των Ορθοδόξων απέναντί της», στο “Ορθοδοξία και Παιδεία”, τ. 1ο, Δεκ. 2002]. Τέλος, σύμφωνα και με τον μεγάλο ιστορικό μας Κων. Παπαρρηγόπουλο, η πτώση του εθνικού ελληνισμού δεν ήταν αποτέλεσμα σκληρών αυτοκρατορικών μέτρων. «Η αρχαία θρησκεία κατέρρεε εσωτερικά. Ο αρχαίος κόσμος κατέπιπτε βαθμηδόν, οίκοθεν μάλλον ή δι’ εξωτερικής επιδράσεως. Οι ναοί κατέπιπτον και η πίστις εμαραίνετο και εν γένει το αρχαίον θρήσκευμα εφθείρετο, αλλ’ εφθείρετο ηρέμα, ως εξ οργανικού θανατηφόρου νοσήματος μάλλον, ή δια πληγών έξωθεν καταφερομένων» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδ. Ν.Δ. Νίκα, τ. Γ., σελ. 527 κ.ε.).

Τι είμαι; Άπό το ένα μέρος μια άβυσσος αμαρτίας,μια ολοκληρωτική αντίθεση πρός το Θεό μου, τον Ποιητή του παντός. Άπό το άλλο μέρος είμαι φτωχός άπό κάθε αρετή, ανίκανος να επιδιώξω το αγαθό. Χωρίς το σωτήρα μου δεν μπορώ να κάνω τίποτα πού να συμφωνεί με το ευαγγέλιο και τη συνείδηση μου. Εκείνος είναι ή άκρα άγαθότης, ενώ εγώ είμαι ή άκρα αμαρτία.


Άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης

«Χριστουγεννιάτικη Ιστορία», Αναγνωστικό Β’ Δημοτικού 1948


Εἶναι παραμονὴ Χριστουγέννων. Βράδυ καὶ τὸ κρύο ἔξω εἶναι τσουχτερό. Τὸ χιόνι σὰν ἄσπρο σεντόνι σκεπάζει τοὺς δρόμους τοῦ χωριοῦ καὶ τὰ γύρω βουνά. Ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα πῆγαν στὴν ἐκκλησία. Τὰ παιδιὰ εἶναι λυπημένα, γιατὶ δὲν πῆγαν κι ἐκεῖνα. Τότε ἡ γιαγιά, γιὰ νὰ διώξη τὴ στενοχώρια τῶν παιδιῶν, ἄρχισε νὰ τοὺς λέη τὴ χριστουγεννιάτικη ἱστορία.
– Μιὰ φορά, ξεκίνησε ἕνας φτωχὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν καλύβα του νὰ βρῆ φωτιά. Γύριζε ἀπὸ πόρτα σὲ πόρτα, χτυποῦσε νὰ τοῦ ἀνοίξουν κι ἔλεγε:
– Βοηθῆστε με, καλοί μου ἄνθρωποι! Ἡ γυναίκα μου γέννησε ἕνα παιδάκι… Πρέπει ν’ ἀνάψω φωτιά, γιὰ νὰ ζεστάνω κι αὐτὴ καὶ τὸ μωρό. Μὰ ἦταν νύχτα. Ὅλοι κοιμόνταν κλεισμένοι στὰ σπίτια τους καὶ κανένας δὲν ἔδινε ἀπάντηση στὰ παρακάλια του. Ὁ ἄνθρωπος ὅλο καὶ προχωροῦσε καὶ ξεμάκραινε ἀπὸ τὴ φτωχή του καλύβα.
Κάποτε εἶδε μακριὰ ἕνα μικρό φῶς. Ὅλος χαρά, πὼς θάβρισκε πιὰ φωτιά, κίνησε κατὰ κεῖ. Ὅταν πλησίασε, εἶδε πὼς ἦταν μιὰ μεγάλη φωτιὰ κι ὁλόγυρά της ἦταν ξαπλωμένα ἕνα κοπάδι ἄσπρα πρόβατα.
Τὸ κοπάδι τὸ φύλαγε ἕνας γεροβοσκός.
Κι ὁ ἄνθρωπος ποὺ χρειαζόταν τὴ φωτιά, πλησίασε τὰ πρόβατα καὶ εἶδε, πὼς στὰ πόδια τοῦ βοσκοῦ ἦταν ξαπλωμένα τρία μεγάλα σκυλιά.
Ὅταν πλησίασε ὁ ἄνθρωπος τὰ σκυλιά, ἐκεῖνα ξύπνησαν κι ἄνοιξαν τὰ μεγάλα τους στόματα, γιὰ νὰ γαβγίσουν. Μὰ ἡ φωνή τους παράλυσε στὸ στόμα τους καὶ κανένα γάβγισμα δὲν τάραξε τὴ νυχτερινὴ ἡσυχία.
Τότε ὁ ἄνθρωπος εἶδε, πὼς ἀνασηκώθηκε ἡ τρίχα τους, πὼς γυάλισαν τὰ δόντια τους καὶ πὼς ρίχτηκαν ἐπάνω του. Ἔνιωσε πὼς ἕνα σκυλὶ τὸν ἅρπαξε ἀπὸ τὰ γόνατα, τ’ ἄλλο ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸ τρίτο κρεμάστηκε ἀπὸ τό λαιμό του. Μὰ τὰ δόντια τους ἔμειναν παράλυτα καὶ τὰ σκυλιά,  χωρὶς νὰ τοῦ κάνουν κανένα κακό, τραβήχτηκαν.
Τότε ὁ ἄνθρωπος ἔκαμε νὰ πλησιάση στὴ φωτιά, μὰ τὰ πρόβατα στριμώχτηκαν τὸ ἕνα κοντὰ στό ἄλλο, τόσο πολύ, ποὺ δὲν εἶχε ποῦ νὰ πατήση. Τότε κι αὐτὸς ἄρχισε νὰ πατάη στὶς πλάτες τους, μὰ κανένα ἀπὸ τὰ πρόβατα οὔτε κουνήθηκε,οὔτε ξύπνησε.
Τότε ὁ Γιαννάκης ρώτησε:
– Γιατί, γιαγιά, τὰ πρόβατα ἐξακολούθησαν ἥσυχα τὸν ὕπνο τους, ἀφοῦ ξέρομε πόσο δειλὰ εἶναι;
– Ἔχε λίγη ὑπομονὴ καὶ θὰ τὸ μάθης, εἶπε ἡ γιαγιὰ κι ἐξακολούθησε τὴ διήγησή της:
– Ὅταν ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς πλησίασε σχεδὸν τὴ φωτιά, ὁ βοσκὸς σήκωσε τὸ κεφάλι του.
Ἦταν ἕνας κατσουφιασμένος γέρος, παράξενος καὶ σκληρὸς καὶ μιλοῦσε ἀπότομα σὲ ὅλους. Ὅταν εἶδε τὸν ἄγνωστο, ποὺ πλησίαζε, ἔριξε ἐπάνω του τὴ μακριά του γκλίτσα, ποὺ ἦταν στὴν ἄκρη μυτερή. Μὰ ἡ γκλίτσα λοξοδρόμησε κι ἔπεσε μὲ πολὺ κρότο στὴ γῆ, χωρὶς νὰ βλάψη τὸν ἄγνωστο.
Ἡ γιαγιὰ ἤθελε νὰ ἐξακολουθήση, μὰ ὁ Κωστάκης τώρα μὲ τὴν ἀράδα του τὴ ρώτησε: – Μὰ γιατί, γιαγιά, δὲν τὸν πέτυχε ἡ γκλίτσα; Μὰ ἡ γιαγιά, χωρὶς νὰ προσέξη τὴν ἐρώτηση τοῦ Κωστάκη, ἐξακολούθησε:
– Τότε ὁ ἄγνωστος πλησίασε τὸ βοσκὸ καὶ τοῦ εἶπε:
– Καλέ μου ἄνθρωπε, βοήθησέ με καὶ δῶσε μου λίγη φωτιά. ῾Η γυναίκα μου γέννησε καὶ πρέπει ν’ ἀνάψω φωτιὰ νὰ ζεσταθῆ κι αὐτὴ καὶ τὸ μωρό.
Ὁ βοσκὸς θέλησε νὰ τοῦ ἀρνηθῆ. Θυμήθηκε ὅμως, πὼς τὰ σκυλιὰ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν δαγκάσουν, τὰ πράβατα δὲν τὸν φοβήθηκαν καὶ δὲν σκορπίστηκαν καὶ πὼς ἡ μαγκούρα του δὲν τὸν πέτυχε καὶ δείλιασε. Δὲν τόλμησε λοιπὸν νὰ ἀρνηθῆ στὸν ἄγνωστο.
– Πάρε ὅση φωτιὰ θέλεις! εἶπε ὁ βοσκός.
Μὰ ἡ φωτιὰ εἶχε χωνέψει πιὰ καὶ δὲν εἶχε κανένα μακρὺ ξύλο ἢ κλαδί. Ἦταν μονάχα ἕνας μεγάλος σωρὸς ἀπὸ ἀναμμένα κάρβουνα. Καὶ ὁ ἄγνωστος δὲν εἶχε οὔτε φτυάρι, οὔτε κανέναν τενεκέ, οὔτε τίποτ’ ἄλλο, γιὰ νὰ τὰ βάλη καὶ νὰ τὸν πάη σπίτι του.
Ὁ βοσκός, ποὺ τόνιωσε αὐτό, τοῦ ξαναεῖπε:
– Πάρε ὅση φωτιὰ θέλεις καὶ ἀπὸ μέσα του χαιρόταν, πὼς δὲ θὰ μπορέση νὰ πάρη φωτιά.
Μὰ ὁ ἄγνωστος ἔσκυψε, παραμέρισε μὲ τὸ χέρι του τὴ στάχτη ἀπὸ τὰ κάρβουνα, ὕστερα ἀνασήκωσε τὴν ἄκρη ἀπὸ τὸ φόρεμά του καὶ τὰ ἔβαλε ἐκεῖ. Τί περίεργο ὅμως! Τὰ κάρβουνα, οὔτε τὰ χέρια του ἔκαιγαν, ὅταν τάπιανε, οὔτε τώρα τὸ φόρεμά του. Τὰ πήγαινε σπίτι του, σὰ νὰ μὴν ἦταν ἀναμμένα κάρβουνα, ἀλλὰ μῆλα ἢ καρύδια.
Ἐδῶ γιὰ τρίτη φορὰ τὰ παιδιὰ ρώτησαν τὴ γιαγιά:
– Μὰ γιατί, γιαγιά, δὲν τὸν ἔκαψαν τὰ κάρβουνα;
– Τώρα θὰ ἰδῆτε γιατί, περιμένετε! Εἶπε ἡ γιαγιὰ κι ἐξακολούθησε.
Ὅταν εἶδε αὐτὰ ὁ κακὸς βοσκός, ἀπόρησε.
– Μὰ τί νύχτα εἶναι αὐτή, συλλογίστηκε, ποὺ τ’ ἀγριόσκυλα δὲ δαγκάνουν, τὰ πρόβατα δὲν τρομάζουν, ἡ γκλίτσα δὲν πληγώνει καὶ τὰ κάρβουνα δὲν καῖνε;
Σταμάτησε τὸν ἄγνωστο καὶ τὸν ρώτησε:
– Τί νύχτα εἶναι ἡ σημερινὴ καὶ γιατί ὅλα ἔχουν τόση καλοσύνη γιὰ σένα;
– Ἄν δὲν τὸ βλέπεις μόνος σου, δὲν μπορῶ ἐγὼ νὰ σοῦ ἐξηγήσω, ἀποκρίθηκε ὁ ἄγνωστος, καὶ τράβηξε τὸ δρόμο του, γιὰ νὰ προφτάση νὰ ζεστάνη τὴ γυναίκα του καὶ τὸ βρέφος.
Ὁ βοσκὸς ἀποφάσισε ν᾽ ἀκολουθήση τὸν ἄγνωστο καὶ νὰ μάθη τί σημαίνουν ὅλα αὐτά. Πήγαινε λοιπὸν ἀπὸ πίσω του, ὥσπου ὁ ἄγνωστος ἔφτασε στὴν καλύβα του.
Εἶδε τότε ὁ βοσκός, πὼς ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν εἶχε οὔτε καλύβα καὶ πὼς ἡ γυναίκα του καὶ τὸ μωρὸ ἦταν ξαπλωμένοι μέσα σὲ μιὰ γυμνὴ σπηλιά, ποὺ δὲν εἶχε τίποτ’ ἄλλο ἀπὸ τοὺς τέσσερεις γυμνοὺς τοίχους. Ὁ βοσκὸς σκέφτηκε τότε, πὼς τὸ μικρὸ καὶ ἀθῶο βρέφος θὰ πάγωνε μέσα στὴ σπηλιὰ κι ἂν καὶ ἡ καρδιά του ἦταν σκληρή, τὸ λυπήθηκε. Ξεκρέμασε τότε τὸ σακούλι, ποὺ εἶχε κρεμασμένο στὸν ὦμο του, ἔβγαλε μιὰ κάτασπρη μαλακὴ προβιὰ καὶ τὴν ἔδωσε στὸν ἄγνωστο νὰ τὴ στρώση κάτω ἀπὸ τὸ παιδάκι.
Ἐκείνη τὴ στιγμή, ποὺ αὐτὸς ὁ σκληρὸς ἄνθρωπος ἔνιωσε συμπόνια γιὰ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους κι ἔκαμε μιὰν ἐλεημοσύνη, ἄνοιξαν τὰ μάτια του. Εἶδε αὐτά, ποὺ πρὶν δὲν μποροῦσε νὰ ἰδῆ κι ἄκουσε ἐκεῖνο, ποὺ πρὶν δὲν μποροῦσε ν’ ἀκούση.
Εἶδε, πὼς ὁλόγυρα ἦταν ἄγγελοι μ᾽ ἀσημένιες φτεροῦγες καὶ πὼς στὰ χέρια τους κρατοῦσαν κιθάρες. Κι ἄκουσε ποὺ ἔψαλλαν, πὼς τὴ νύχτα ἐκείνη γεννήθηκε ὁ Σωτὴρας τοῦ κόσμου.
Τὸτε κατάλαβε ὁ βοσκός, γιατί τὴ νύχτα ἐκείνη δὲν μποροῦσε κανένας νὰ κάμη κακὸ στὸν ἄγνωστο.
Ἔπειτα εἶδε ὁ βοσκός, πὼς ἄγγελοι ἦταν παντοῦ. Κάθονταν στὴ σπηλιά, κατέβαιναν ἀπ᾽ τὸ βουνό, πετοῦσαν στὸν οὐρανό, περπατοῦσαν πολλοὶ μαζὶ στοὺς δρόμους, σταματοῦσαν στὴν εἴσοδο τῆς σπηλιᾶς καὶ κοίταζαν τὸ βρέφος. Παντοῦ ἦταν σκορπισμένη ἡ χαρά, τὸ τραγούδι καὶ μιὰ λεπτὴ ψαλμωδία. Κι ὅταν ὁ βοσκὸς στὴ σκοτεινὴ ἐκείνη νύχτα εἶδε κι ἄκουσε, ὅσα πρὶν οὔτε ἔβλεπε οὔτε ἄκουε, ἔνιωσε μεγάλη χαρά, ποὺ ἄνοιξαν τὰ μάτια του καὶ γονάτισε κι εὐχαρίστησε τὸ Θεό.
Τότε κι ὁ Γιαννάκης, ποὺ ἡ γιαγιὰ πιὰ σταμάτησε τὴ διήγησή της, εἶπε:
– Τώρα, γιαγιά, κατάλαβα κι ἐγώ, γιατί ἐκείνη τὴ νύχτα τὰ σκυλιὰ δὲ δάγκωναν, τὰ πρόβατα δὲν ξυπνοῦσαν ἀπὸ τὸ φόβο τους, ἡ γκλίτσα δὲν πλήγωνε καὶ τὰ κάρβουνα δὲν ἔκαιαν. Εἶχαν ὅλα τὴν καλοσύνη τοῦ Χριστούλη μας, γιατὶ τὸ μωρό, ποὺ γεννήθηκε ἐκείνη τὴ νύχτα, ἦταν ὁ Χριστός!
῎Ε, γιαγιάκα;
– Ναί, παιδάκια μου, εἶπε ἡ γιαγιὰ καὶ φίλησε τὰ ἐγγονάκια της. ᾽Ελᾶτε τώρα καὶ σεῖς στὰ κρεβατάκια σας νὰ κοιμηθῆτε.
Πηγή : Αναγνωστικό Β’ Δημοτικού 1948

Σπίτια με… θέα!


Πολλοί από εμάς φτιάχνουμε για τις διακοπές μας ένα σπίτι ή μέρος που να μας ηρεμεί και να μας απομακρύνει από τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Τα παρακάτω σπίτια με το εντυπωσιακό φυσικό περιβάλλον και την υπέροχη θέα, είναι ιδανικά για μας ταξιδέψουν μακρυά από τις πολύβουες πόλεις μας!
Κάποιοι, πολύ τυχεροί, βέβαια ζουν εκεί!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
Perierga.gr - Σπίτια με θέα!
πηγή

Πίνακες ζωγραφικής με θέμα τα Χριστούγεννα!


Με θέμα τους τα Χριστούγεννα ο κάθε ζωγράφος παρουσιάζει στον καμβά τις γιορτινές μέρες με διαφορετικό τρόπο. Οικογένειες και παιδιά γύρω από το γιορτινό τραπέζι, παιδάκια που λένε τα κάλαντα, χιόνι στους δρόμους και όμορφα στολισμένα μαγαζιά, καλούδια των γιορτών αλλά και συγκεντρώσεις γύρω από το φωτισμένο έλατο είναι τα βασικά θέματα των ζωγράφων που παρουσιάζουν τα Χριστούγεννα με τα πινέλα τους. Δείτε στη συνέχεια μερικά ξεχωριστά χριστουγεννιάτικα έργα…

1. Το χριστουγεννιάτικο δέντρο – Albert Chevallier Tayler – 1911
perierga.gr - Πίνακες ζωγραφικής με θέμα τα Χριστούγεννα!
2. Ανάμνηση των Χριστουγέννων – Antonio Garcia y Mencia
perierga.gr - Πίνακες ζωγραφικής με θέμα τα Χριστούγεννα!
3. Χριστουγεννιάτικοι επισκέπτες Frederick Daniel Hardy – 1869
perierga.gr - Πίνακες ζωγραφικής με θέμα τα Χριστούγεννα!
4. Χριστουγεννιάτικα δώρα- Hugo Oehmichen – 1882
perierga.gr - Πίνακες ζωγραφικής με θέμα τα Χριστούγεννα!
5. Η γαλοπούλα Robert Braithwaite Martineau
perierga.gr - Πίνακες ζωγραφικής με θέμα τα Χριστούγεννα!
6. Χριστουγεννιάτικα φρούτα και ξηροί καρποί Eloise Harriet Stannard
perierga.gr - Πίνακες ζωγραφικής με θέμα τα Χριστούγεννα!
7. Παραμονή Χριστουγέννων – George H.Yewell – 1863
perierga.gr - Πίνακες ζωγραφικής με θέμα τα Χριστούγεννα!
8. Τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα – Νικηφόρος Λύτρας – 1872
perierga.gr - Πίνακες ζωγραφικής με θέμα τα Χριστούγεννα!
πηγή