Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός
Δάσκαλος Κιλκίς
«Σαν την καταστολισμένη νύφη, έτσι είναι η Ελλάδα μας, γεμάτη από
εκκλησιές, μονστήρια και ερημοκλήσια της Παναγίας, το πνευματικό στολίδι
της Oρθοδοξίας και του Ελληνισμού.
Στο καθένα από αυτά βρίσκεται το σεβάσμιο εικόνισμά της, δεξιά από την Ωραία Πύλη, με το γυρτό κεφάλι της για να ακούσει τον κάθε πόνο μας, την κάθε χαρά μας.
Πόσα είναι τα δάκρυα στα άχραντα χέρια της, δάκρυα του βασανισμένου λαού μας;». Μ’ αυτά τα ωραία λόγια, ο μεγάλος μας λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου, συμπυκνώνει την αγάπη και τον σεβασμό του λαού στη Θεομάνα και Εθνομάνα μας, την Παναγία.
Και πόση παρηγοριά αισθάνεται ο πιστός λαός τούτες τις ανοιξιάτικες Παρασκευές των χαιρετισμών. «Χαίρε δι’ ης εχθροί καταπίπτουσιν».
Πάντοτε ο λαός μας είτε την αρχαία εποχή είτε τα βυζαντινά χρόνια είτε τα νεότερα, μάχεται έχοντας ως προμετωπίδα, ως σημαία του το «υπέρ πίστεως και πατρίδος».
Στην ναυμαχία της Σαλαμίνας, στον περίφημο παιάνα του ο Αισχύλος, διαλαλεί «Ίτε παίδες Ελλήνων ελευθερούτε πατρίδα… Θεών πατρώων έδη». Ελευθερώστε τα ιερά των θεών σας…
Στο Βυζάντιο η πολεμική ιαχή είναι «Σταυρός νικά». Του βυζαντινού στρατού ηγούνται πιστοί αυτοκράτορες. Ο Νικηφόρος Φωκάς στον πόλεμο φορούσε κάτω από το θώρακά του ένα παλιόρασο του θείου του ασκητή αγίου Γεωργίου του εν τω Μαλεώ. Ο Ιωάννης Τσιμισκής γονάτιζε σαν παιδί μπροστά από την εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας, πριν ξεκινήσει τις νικηφόρους πολέμους του. Ο Αλέξιος Κομνηνός όποτε ήταν να εκστρατεύσει, έβαζε τα πολεμικά του σχέδια κάτω από την Αγία Τράπεζα και προσευχόταν όλη τη νύχτα. Ο Θεόδωρος Δούκας Λάσκαρης, συνέθεσε τον Μέγα Παρακλητικό κανόνα της Παναγίας. Μα και όταν έπεσε η Πόλη και ακούστηκε η σπαρακτική κραυγή «Εάλω η πόλις Σου Θεοτόκε», αμέσως ο λαός σπεύδει και παρηγορεί το Ρόδον το Αμάραντο της Ορθοδοξίας, δεν ζητά ο ίδιος παρηγοριά. «Σώπασε κυρά Δέσποινα και μην πολυδακρύζεις, πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά σου θά ‘ναι».
Στην ευλογημένη επανάσταση του 1821 πάλι τη βοήθεια της Υπερμάχου Στρατηγού επικαλούνται οι αγωνιστές.
Στην αρχή της επανάστασης, ο Κολοκοτρώνης, μένει κάποια στιγμή μόνος, από το φόβο των Τούρκων όλοι τον εγκαταλείπουν. Γράφει στα απομνημονεύματά του: «Ήταν μία εκκλησιά εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι. Έκατσα εκεί και έκλαιγα την Ελλάς. Παναγία μου βοήθησε και τούτην τη φορά τους Έλληνες για να εμψυχωθούν». Βοήθησε η Παναγία και ελευθερώθηκε το Γένος, γι’ αυτό και το δημοτικό τραγούδι έτσι προσκαλεί:
«Τ’ αντρειωμένου τ’ άρματα
δεν πρέπει να πουλιώνται,
μόν’ πρέπει τους στην Εκκλησιά
κι εκεί να λειτουργιώνται».
Αλλά και στους μετέπειτα αγώνες του έθνους για απελευθέρωση σκλαβωμένων πατρίδων και πάλι στην αγκαλιά της Θεομήτορος προστρέχει. «Έκαμα χθες ένα τάμα εις την Θεοτόκο Παρθένα, την πλατυτέρα, να βοηθήσει την Μακεδονία μας», γράφει ο αντρειωμένος Παύλος Μελάς σε γράμμα του, στη γυναίκα του Ναταλία.
Στον πόλεμο του 1940, τότε που ο ελληνικός στρατός φώτιζε με τον ηρωισμό του την πανικοβλημένη Ευρώπη, η Αγία Σκέπη της Παναγίας κρατούσε όρθιους στης ιστορίας το διάσελο, τα ηρωικά παιδιά της Ελλάδας.
Γράφει ο Ηλίας Βενέζης σ’ ένα κείμενό του στις 28 Δεκεμβρίου 1940: «Λέγανε οι ξένοι άνθρωποι που βλέπανε τα γινόμενα, τι θα κάμει τόσο μικρός λαός με τόσον μεγάλο γείτονα; Θα γονατίσει μία μέρα. Μα ο λαός πίστευε πως θα τον βοηθήσει η προσβεβλημένη Παναγία. Καλά περιμένετε να δείτε. Περιμένετε ύστερα από ένα μήνα, στα Εισόδια της Θεοτόκου, έλεγαν οι μάνες των στρατιωτών. Και πήγαν οι στρατιώτες και πολέμησαν και έψαλλαν στις αετοράχες Τη Υπερμάχω Στρατηγώ και νίκησαν».
Συνεχίζεται στις μέρες μας αυτή η παράδοση της τιμής του στρατού μας στην Θεοτόκο. Οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας μας και στους τωρινούς ταραγμένους καιρούς που ζούμε, στην συνείδηση του λαού μας στέκονται πολύ ψηλά. Από όλους τους θεσμούς του κράτους, ο στρατός απολαμβάνει την μεγαλύτερη εμπιστοσύνη. Ο Στρατός μας, παρόλη την δολερή πολλές φορές πολεμική που υφίσταται από εντός ή εκτός των τειχών εχθρούς, παραμένει ισχυρός φύλακας της εθνικής μας αξιοπρέπειας, απαντοχή του λαού.
Μπορεί να μας χαρακτηρίζουν μικρό κράτος. Όμως «η μεγαλοσύνη στα έθνη δεν μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα» θα πει ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς.
Το αίμα του Έλληνα άγνωστου στρατιώτη και αξιωματικού έκανε την πατρίδα μας μεγάλη, πολύ μεγάλη έναντι ιδίως κάποιων σπιθαμιαίων γειτόνων που προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους πατώντας πάνω σε κλεμμένα μεγαλεία ή άλλων παραφουσκωμένων από έπαρση ψευτογιγάντων, που όταν ο στρατός μας κατασκοτωνόταν στα βουνά της Βορείου Ηπείρου αυτοί απολάμβαναν ουδετερότητα. (Τουρκία, Ισπανία, Σουηδία κλπ)
«Ήρθαν ντυμένοι φίλοι
Αμέτρητες φορές οι εχθροί».
Γράφει για κάτι τέτοιους ο Ελύτης.
Όσο υπάρχει η ατρόμητη ασπίδα του έθνους που λέγονται Ένοπλες Δυνάμεις και όσο αυτή η απίδα θα έχει ιστορημένη πάνω της την εικόνα της Παναγίας, ας ονειροφαντάζονται ότι θέλουν οι επίβουλοι.
«Από τα πανάρχαια χρόνια είμαστε η πρώτη νίκη καταπάνω στην απρόσωπη βαρβαρότητα. Τα βουνά μας, τα χώματά μας, δώσανε νόημα στην ύπαρξη πολλών». Στην γλώσσα μας γράφτηκαν γράμματα που τα διαβάζουνε οι αγράμματοι κι αγιάζουνε. Εμείς ανακαλύψαμε τους νόμους κι οργανώσαμε το χάος. Εμείς, οι Έλληνες, κρατημένοι από τη Ζώνη της Παναγίας, που πάντα θα προστατεύει τον φιλόχριστο στρατό μας.
Τούτες τις πονηρές ημέρες, το ανήμερο εξ ανατολών θηρίο, τροχίζει τα νύχια του και τρίζει τα δόντια του. Το μόνο που φοβάται είναι τις Ένοπλες Δυνάμεις μας, που παραμένουν ο φρουρός και ο υπερασπιστής της Πατρίδας μας.
Στο καθένα από αυτά βρίσκεται το σεβάσμιο εικόνισμά της, δεξιά από την Ωραία Πύλη, με το γυρτό κεφάλι της για να ακούσει τον κάθε πόνο μας, την κάθε χαρά μας.
Πόσα είναι τα δάκρυα στα άχραντα χέρια της, δάκρυα του βασανισμένου λαού μας;». Μ’ αυτά τα ωραία λόγια, ο μεγάλος μας λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου, συμπυκνώνει την αγάπη και τον σεβασμό του λαού στη Θεομάνα και Εθνομάνα μας, την Παναγία.
Και πόση παρηγοριά αισθάνεται ο πιστός λαός τούτες τις ανοιξιάτικες Παρασκευές των χαιρετισμών. «Χαίρε δι’ ης εχθροί καταπίπτουσιν».
Πάντοτε ο λαός μας είτε την αρχαία εποχή είτε τα βυζαντινά χρόνια είτε τα νεότερα, μάχεται έχοντας ως προμετωπίδα, ως σημαία του το «υπέρ πίστεως και πατρίδος».
Στην ναυμαχία της Σαλαμίνας, στον περίφημο παιάνα του ο Αισχύλος, διαλαλεί «Ίτε παίδες Ελλήνων ελευθερούτε πατρίδα… Θεών πατρώων έδη». Ελευθερώστε τα ιερά των θεών σας…
Στο Βυζάντιο η πολεμική ιαχή είναι «Σταυρός νικά». Του βυζαντινού στρατού ηγούνται πιστοί αυτοκράτορες. Ο Νικηφόρος Φωκάς στον πόλεμο φορούσε κάτω από το θώρακά του ένα παλιόρασο του θείου του ασκητή αγίου Γεωργίου του εν τω Μαλεώ. Ο Ιωάννης Τσιμισκής γονάτιζε σαν παιδί μπροστά από την εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας, πριν ξεκινήσει τις νικηφόρους πολέμους του. Ο Αλέξιος Κομνηνός όποτε ήταν να εκστρατεύσει, έβαζε τα πολεμικά του σχέδια κάτω από την Αγία Τράπεζα και προσευχόταν όλη τη νύχτα. Ο Θεόδωρος Δούκας Λάσκαρης, συνέθεσε τον Μέγα Παρακλητικό κανόνα της Παναγίας. Μα και όταν έπεσε η Πόλη και ακούστηκε η σπαρακτική κραυγή «Εάλω η πόλις Σου Θεοτόκε», αμέσως ο λαός σπεύδει και παρηγορεί το Ρόδον το Αμάραντο της Ορθοδοξίας, δεν ζητά ο ίδιος παρηγοριά. «Σώπασε κυρά Δέσποινα και μην πολυδακρύζεις, πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά σου θά ‘ναι».
Στην ευλογημένη επανάσταση του 1821 πάλι τη βοήθεια της Υπερμάχου Στρατηγού επικαλούνται οι αγωνιστές.
Στην αρχή της επανάστασης, ο Κολοκοτρώνης, μένει κάποια στιγμή μόνος, από το φόβο των Τούρκων όλοι τον εγκαταλείπουν. Γράφει στα απομνημονεύματά του: «Ήταν μία εκκλησιά εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι. Έκατσα εκεί και έκλαιγα την Ελλάς. Παναγία μου βοήθησε και τούτην τη φορά τους Έλληνες για να εμψυχωθούν». Βοήθησε η Παναγία και ελευθερώθηκε το Γένος, γι’ αυτό και το δημοτικό τραγούδι έτσι προσκαλεί:
«Τ’ αντρειωμένου τ’ άρματα
δεν πρέπει να πουλιώνται,
μόν’ πρέπει τους στην Εκκλησιά
κι εκεί να λειτουργιώνται».
Αλλά και στους μετέπειτα αγώνες του έθνους για απελευθέρωση σκλαβωμένων πατρίδων και πάλι στην αγκαλιά της Θεομήτορος προστρέχει. «Έκαμα χθες ένα τάμα εις την Θεοτόκο Παρθένα, την πλατυτέρα, να βοηθήσει την Μακεδονία μας», γράφει ο αντρειωμένος Παύλος Μελάς σε γράμμα του, στη γυναίκα του Ναταλία.
Στον πόλεμο του 1940, τότε που ο ελληνικός στρατός φώτιζε με τον ηρωισμό του την πανικοβλημένη Ευρώπη, η Αγία Σκέπη της Παναγίας κρατούσε όρθιους στης ιστορίας το διάσελο, τα ηρωικά παιδιά της Ελλάδας.
Γράφει ο Ηλίας Βενέζης σ’ ένα κείμενό του στις 28 Δεκεμβρίου 1940: «Λέγανε οι ξένοι άνθρωποι που βλέπανε τα γινόμενα, τι θα κάμει τόσο μικρός λαός με τόσον μεγάλο γείτονα; Θα γονατίσει μία μέρα. Μα ο λαός πίστευε πως θα τον βοηθήσει η προσβεβλημένη Παναγία. Καλά περιμένετε να δείτε. Περιμένετε ύστερα από ένα μήνα, στα Εισόδια της Θεοτόκου, έλεγαν οι μάνες των στρατιωτών. Και πήγαν οι στρατιώτες και πολέμησαν και έψαλλαν στις αετοράχες Τη Υπερμάχω Στρατηγώ και νίκησαν».
Συνεχίζεται στις μέρες μας αυτή η παράδοση της τιμής του στρατού μας στην Θεοτόκο. Οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας μας και στους τωρινούς ταραγμένους καιρούς που ζούμε, στην συνείδηση του λαού μας στέκονται πολύ ψηλά. Από όλους τους θεσμούς του κράτους, ο στρατός απολαμβάνει την μεγαλύτερη εμπιστοσύνη. Ο Στρατός μας, παρόλη την δολερή πολλές φορές πολεμική που υφίσταται από εντός ή εκτός των τειχών εχθρούς, παραμένει ισχυρός φύλακας της εθνικής μας αξιοπρέπειας, απαντοχή του λαού.
Μπορεί να μας χαρακτηρίζουν μικρό κράτος. Όμως «η μεγαλοσύνη στα έθνη δεν μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα» θα πει ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς.
Το αίμα του Έλληνα άγνωστου στρατιώτη και αξιωματικού έκανε την πατρίδα μας μεγάλη, πολύ μεγάλη έναντι ιδίως κάποιων σπιθαμιαίων γειτόνων που προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους πατώντας πάνω σε κλεμμένα μεγαλεία ή άλλων παραφουσκωμένων από έπαρση ψευτογιγάντων, που όταν ο στρατός μας κατασκοτωνόταν στα βουνά της Βορείου Ηπείρου αυτοί απολάμβαναν ουδετερότητα. (Τουρκία, Ισπανία, Σουηδία κλπ)
«Ήρθαν ντυμένοι φίλοι
Αμέτρητες φορές οι εχθροί».
Γράφει για κάτι τέτοιους ο Ελύτης.
Όσο υπάρχει η ατρόμητη ασπίδα του έθνους που λέγονται Ένοπλες Δυνάμεις και όσο αυτή η απίδα θα έχει ιστορημένη πάνω της την εικόνα της Παναγίας, ας ονειροφαντάζονται ότι θέλουν οι επίβουλοι.
«Από τα πανάρχαια χρόνια είμαστε η πρώτη νίκη καταπάνω στην απρόσωπη βαρβαρότητα. Τα βουνά μας, τα χώματά μας, δώσανε νόημα στην ύπαρξη πολλών». Στην γλώσσα μας γράφτηκαν γράμματα που τα διαβάζουνε οι αγράμματοι κι αγιάζουνε. Εμείς ανακαλύψαμε τους νόμους κι οργανώσαμε το χάος. Εμείς, οι Έλληνες, κρατημένοι από τη Ζώνη της Παναγίας, που πάντα θα προστατεύει τον φιλόχριστο στρατό μας.
Τούτες τις πονηρές ημέρες, το ανήμερο εξ ανατολών θηρίο, τροχίζει τα νύχια του και τρίζει τα δόντια του. Το μόνο που φοβάται είναι τις Ένοπλες Δυνάμεις μας, που παραμένουν ο φρουρός και ο υπερασπιστής της Πατρίδας μας.