Η
σαφώς πλέον διαγραφόμενη υποστήριξη των Αμερικανών στον Τσίπρα και το
τυχοδιωκτικό του εγχείρημα -που εμφανίζεται με τη μορφή μιας περίεργης
“ουδετερότητας” και μιας ευμενούς στάσης του ΔΝΤ- θα πρέπει να βάλει
όλους τους σοβαρούς ανθρώπους να σκεφτούν, επιτέλους, πώς η «κυβέρνηση
Τσίπρα» κατόρθωσε να φτάσει στην εξουσία και πώς εξηγούνται οι
τελευταίες άκρως τυχοδιωκτικες κινήσεις της. Από το 2012, με τα ταξίδια
στην Αμερική και τις σχέσεις με το συνδεδεμένο με τον Σόρος, Ίδρυμα
Λεβί, –το οποίο οργάνωσε τις ομιλίες και τις επαφές του στην
υπερατλαντική Δύση και ως αντάλλαγμα εισέπραξε την είσοδο της συζύγου
του προέδρου του ινστιτούτου Ράνιας Αντωνοπούλου στην κυβέρνηση–, ο
Τσίπρας προχώρησε στην οικοδόμηση της συμμαχίας που θα του επέτρεπε να
φθάσει στην εξουσία. Κατ’ αρχάς να εκμεταλλευτεί στο εσωτερικό το
αντιμνημονιακό κίνημα και τα βαθιά ριζωμένα εμφυλιοπολεμικά αισθήματα
της Αριστεράς (χαρακτηριστικό είναι ένα σχόλιο αναγνώστη μας που
ταυτίζει το Όχι στο δημοψήφισμα με ρεβάνς για τη Συμφωνία της… Βάρκιζας).
Κατά δεύτερο λόγο, να χρησιμοποιήσει τον Σόιμπλε και την παρέα του, που
εξωθούσαν την Ευρωπαϊκή Ένωση σε στρατηγική εκδίωξης της Ελλάδας από
την ΕΕ. Τέλος, να πραγματοποιήσει μια στρατηγική συμμαχία με τους Αμερικανούς και τα εγχώρια ενεργούμενα και συμμάχους τους, κατ’ εξοχήν το ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ.
Αυτή η στρατηγική έλαβε σάρκα και οστά μέσα από μία τριπλή, ή μάλλον πολλαπλή, συμμαχία. Αρχικώς,
συμμαχία με τους παλαιο- και νεο-μπολσεβίκους των Εξαρχείων και του
αριστερισμού, τον Λαφαζάνη, τον Ρινάλντι, τον Νταβανέλο, την
Κωνσταντοπούλου, την Χριστοδουλοπούλου κ. α. Η δεύτερη πτέρυγα
συγκροτούνταν από την παραδοσιακή ευρωπαϊστική αριστερά των
Παπαδημούλη, Δούρου, Σταθάκη, του «χρήσιμου ηλίθιου», Κουβέλη, κ.ά., που
εξασφάλιζαν την πρόσβαση στα πιο καλοστεκούμενα και παραδοσιακά τμήματα
της κάποτε ανανεωτικής Αριστεράς. Τέλος, η τρίτη, ήταν
η συμμαχία με το αμερικανικό κόμμα του ΓΑΠ, την Κατσέλη, τον Βαρουφάκη,
την Παναρίτη, και αναρίθμητους άλλους. Αυτή η ευρύτατη και μαζική
συμμαχία αποτέλεσε και την εγγύηση για τη στήριξη, πριν από τις εκλογές,
από τον Μπόμπολα, τον Ψυχάρη, τον Μαρινάκη, τον Κουρή και άλλους
ηλίθιους ή παμπόνηρους εκπροσώπους της ΛΜΑΤ, Χαρακτηριστικά, γνωστά
χαλκεία του αυριανισμού χρησιμοποιούν ανθρώπους των Αμερικανών στην
Ελλάδα ως δημοσιογράφους. Όσο για τους ΑΝΕΛ, ο Πάνος Καμμένος, σε
ανύποπτο χρόνο, είχε υποστηρίξει πως η δραχμή που οραματίζεται θα πρέπει
να είναι συνδεδεμένη με το δολάριο. Δίπλα σε αυτούς τους τρεις
κεντρικούς πυλώνες της συμμαχίας, θα προστεθούν πολλοί άλλοι, ο
Λαλιώτης, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Λιβάνης, καθώς και πολλοί δημοσιογράφοι,
οικονομολόγοι και διανοούμενοι, ακόμα και οπαδοί και υποστηρικτές του
ρωσικού λόμπι. Για να μη ξεχάσουμε βέβαια ακόμα και την εξαιρετικά
σημαντική, υπόγεια συμπόρευση του Κώστα Καραμανλή, αποτέλεσμα της οποίας
υπήρξε ο… Προκόπης Παυλόπουλος και η συναινετική εκλογή της
Κωνσταντοπούλου στην προεδρία της Βουλής. Γιατί παρα πολλοί από αυτους
πίστεψαν, και ορισμένοι καλή τη πίστη, πως ο Τσίπρας θα μπορούσε να
αποτελέσει μια λύση απέναντι σε έναν καταρρέοντα “αστισμό”, που δεν
τολμούσε να διαπραγματευτεί με τους δανειστές, διότι οι εκπρόσωποί του
ήταν διεφθαρμένοι, ελεγχόμενοι και εκβιαζόμενοι από τους Γερμανούς, Με
αυτές τις συμμαχίες στη φαρέτρα του, ο Τσίπρας έκανε κυριολεκτικά
περίπατο και κατόρθωσε να καταλάβει την κυβερνητική εξουσία.
Μόνο που η συμμαχία του ήταν τόσο ετερόκλιτη και ο ίδιος τόσο ανίκανος για οποιαδήποτε οραματική ή έστω διαχειριστική
διακυβέρνηση, ώστε δεν ήταν δυνατό να τα βγάλει πέρα, στις συνθήκες
κρίσης, λιτότητας και στραγγαλισμού που αντιμετώπιζε η χώρα, όπως έχουμε
καταδείξει σε αναρίθμητα κείμενα μέχρι τώρα. Έτσι πλέον η γκάμα των
υποστηρικτών του άρχισε να φυλλορροεί. Αρχικώς άρχισαν να
απομακρύνονται, ο ένας μετά τον άλλο, οι επιχειρηματίες των ΜΜΕ, που τον
είχαν στηρίξει άμεσα ή έμμεσα. Και ακολουθούν, με αυξανόμενη ταχύτητα,
οι εκφραστές της ευρωπαϊστικής αριστεράς. Ο Τσουκαλάς, ο Παπαδημούλης, ο
Κούλογλου, ο Βεργόπουλος, ο Ρομπόλης, ο Χρυσόγονος κ.ά. τάχθηκαν
ενάντια στο δημοψήφισμα. Ταυτόχρονα, αποσυντίθεται με ταχύτητα και το
κόμμα των ΑΝΕΛ, όπου ήδη τέσσερις βουλευτές του έχουν διαφοροποιηθεί
ανοικτά από την κυβερνητική στρατηγική και είναι αντίθετοι με το
δημοψήφισμα. Τέλος ακόμα και ο Κώστας Καραμανλής αποφάσισε να σπάσει τη
σιωπή του και να βγει ανοικτά ενάντια στο poulain του.
Έτσι,
η στήριξη του Τσίπρα περιορίζεται κατ’ εξοχήν σε δύο δυνάμεις, από το
παλιό του μέτωπο, τους Αμερικανούς και το κόμμα της δραχμής, ενώ έχουν
προστεθεί και νέοι αναπάντεχοι(;) σύμμαχοι, η Χ.Α. και ο Μιχαλολιάκος.
Ακριβώς γι’ αυτό, επειδή οι ενδιάμεσες δυνάμεις έχουν υποχωρήσει ή
εξαφανιστεί (ο Δραγασάκης, ο Σταθάκης, η Δούρου κρύβονται συστηματικά ή
εκφράζουν έμμεσα την αντίθεσή τους), περνούν στο προσκήνιο δύο βασικοί πυλώνες. Την καμπάνια για το Όχι,
σε όλη την Ελλάδα, την έχει αναλάβει η Ανταρσύα, το ΕΠΑΜ, και το
Αριστερό Ρεύμα, δηλαδή οι απροκάλυπτοι οπαδοί της δραχμής, ενώ οι
Αμερικανοί υποχρεώνονται να βγουν ανοιχτά μέσω των Κρούγκμαν,
Γκαλμπρέιθ, Στίγκλιτς, Βαρουφάκη και… ΔΝΤ (το οποίο θυμήθηκε, τρεις
μέρες πριν το δημοψήφισμα, να ανακοινώσει την έκθεσή του για την
αναδιάρθρωση του χρέους(!), ενώ σαμπόταρε ανοικτά τις τελευταίες
διαπραγματεύσεις). Τέλος δεν θα πρέπει να ξεχαστεί και ο καινούργιος
σύμμαχος, οι ναζί. Σήμερα γίνεται καθαρό για ποιο λόγο η
Κωνσταντοπούλου προστάτευε στη Βουλή τη Χ.Α. Εν τέλει, το κράτος δεν θα
παραστεί ως πολιτική αγωγή στη δίκη της Χ.Α., ενώ απελευθερώθηκε και ο Κασιδιάρης,
πριν λήξει το δεκαοχτάμηνο και παρά την αντίθετη πρόταση του
εισαγγελέα, για να ανταμείψουν τους Χρυσαυγίτες για τη συμβολή τους στο
ψευδεπίγραφο όχι του Τσίπρα.
Και
επειδή πολλοί αναγνώστες, και γενικώς όλοι οι Έλληνες, τα έχουν χάσει με
τις αναρίθμητες στροφές και τα επικοινωνιακά τεχνάσματα του
πρωθυπουργού, ίσως θεωρήσουν πως πολλά απ’ όσα προαναφέραμε, έρχονται
συχνά σε σύγκρουση με την α ή β ενέργεια της κυβέρνησης. Όμως, στην
πραγματικότητα, δεν υπάρχει καμία πραγματική αντίφαση, διότι, όπως όλες
οι κυβερνήσεις και ιδιαίτερα όλοι οι εξουσιομανείς πολιτικοί, ο Τσίπρας
έπαιζε ταυτόχρονα σε πολλά ταμπλό και, ανάλογα με τη στιγμή, επέλεγε τη
στήριξη στον έναν ή τον άλλο πόλο˙ μόνο σήμερα, που τα πράγματα
οδηγούνται στην κορύφωση και στο ξεκαθάρισμά τους, υποχρεώνεται να
αποκαλύψει τον πυρήνα της στρατηγικής του που δεν είναι άλλος από τη διατήρηση της εξουσίας με καθε τίμημα.
Έτσι, για αρκετό καιρό, έπαιζε κυρίως στην προσπάθεια συμβιβασμού με
τους Ευρωπαίους, κρατώντας όμως διαρκώς και τις άλλες εναλλακτικές, μέσω
της Ζωής, του Λαφαζάνη ή του Αμερικανού Βαρουφάκη. Έτσι, λοιπόν, και με
τη Ζωή και με τον Πανούση, και με την «Άνγκελα» και τα κόκκινα χαλιά
στο Βερολίνο και με τον Λαπαβίτσα και τον Λαφαζάνη. Και με την Ευρώπη
και με τους Αμερικανούς, αλλά και –γιατί όχι;– και με τους Ρώσους. Μέσα
από αυτόν τον κυκεώνα τοποθετήσεων (διότι, στο πρακτικό επίπεδο βεβαίως,
που αποτελεί και την αχίλλειο πτέρνα της κυβέρνησης, δεν γινόταν
τίποτα), σχηματιζόταν ένα τεράστιο προπέτασμα καπνού που έκρυβε τις
τελικές προθέσεις και συμμαχίες.
[Εξάλλου,
και η ίδια η Αμερική έπαιζε επίσης με περισσότερες εναλλακτικές λύσεις,
όπως κάνουν πάντα όλες οι κυβερνήσεις και ιδιαίτερα οι μεγάλες
δυνάμεις. Όσο φοβόταν ότι μία έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη
μπορούσε να προκαλέσει ανεπανόρθωτες απώλειες στη δυτική οικονομία και
στην ίδια, προσπαθούσε να την αποφύγει, τώρα όμως που οι ΗΠΑ θεωρούν ότι
ο πιθανός κίνδυνος από έξοδο της Ελλάδας έχει προεξοφληθεί από τις
αγορές, αντιμετωπίζουν ακόμα και την πιθανότητα εξοδου της Ελλάδας. Γι’
αυτό στην προσφατη κριση δεν διστάζουν να φέρουν στο προσκηνιο τον
δραχμικό Στίγκλιτς, ενώ ο Ομπάμα ή ο Λιου κάνουν απλώς κάποιες δηλώσεις
για τα μάτια.]
Όταν λοιπόν, τον
Ιούνιο του 2015, φθάσαμε στο τέλος του παιχνιδιού με την Ε.Ε. και της
παράτασης του προγράμματος, πλέον οι καντρίλιες δεν ωφελούσαν. Έπρεπε να
υπάρξει μία θέση. Και παρότι και αυτή διατυπώθηκε με τον πιο
παραπλανητικό και παράτυπο τρόπο, δημοψήφισμα για το ναι ή το όχι –όταν η κυβέρνηση έχει πει και ναι και όχι στις προτάσεις των δανειστών και έχει προτείνει, δύο μέρες πριν, μέτρα που ανταποκρίνονται απολύτως στο ναι–,
επιλέγει τη «μητέρα των μαχών». Με συμμάχους τους συμμορίτες της Χ.Α.
(άραγε, για να επιβεβαιώσει τους μνημονιακούς, που συκοφαντούσαν το
κίνημα των πλατειών ως φαιοκόκκινο μέτωπο;) και στηριγμένη στους Αμερικανούς, επιχειρεί την έσχατη εξαπάτηση του δημοκρατικού, λαϊκού, αντιμνημονιακού κόσμου.
Μέσα
στη σύγχυση μάλιστα, και τη στιγμή που η Ελλάδα πέρασε ανοιχτά στη
χρεοκοπία με την αθέτηση της δόσης του ΔΝΤ, εμφανίστηκε ο κος Νταβούτογλου
για να προτείνει τη στήριξη της Τουρκίας, με άτοκο δάνειο στην Ελλάδα
και την πληρωμή των δόσεων στο ΔΝΤ! Πέρα από το εξόχως συμβολικό
στοιχείο αυτής της κίνησης, η κίνηση του Νταβούτογλου μας επιτρέπει να
σχηματίσουμε μια αντίληψη και για το βάθος της αμερικανικής στρατηγικής.
Η Αμερική, που βλέπει πως η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρώπη πλέον
αμφισβητείται και τίθεται εν κινδύνω, επιλέγει το δικό της plan B, δηλαδή τη χρησιμοποίηση της Ελλάδας και της Κύπρου
ως του ανταλλάγματος που θα παραχωρηθεί στην περιφερειακή «υπερδύναμη»,
Τουρκία –πράγμα που είχε κάνει ήδη την εποχή του σχεδίου Ανάν σχετικά
με την Κύπρο–, ώστε αυτή να παραμείνει προσκολλημένη στη Δύση και τις
ΗΠΑ, και εν τέλει να δημιουργήσει απέναντι στην Ε.Ε. μια
τουρκο-βαλκανική Ευρώπη, ελεγχόμενη από τις ΗΠΑ.
Προφανώς,
ο Τσίπρας και οι εθνομηδενιστές της κυβερνησής του, δεν θα είχε σε
τελική ανάλυση καμία αντίρρηση, αρκεί να κρατήσει την εξουσία. Το
ερώτημα όμως είναι εάν έχουν αντίρρηση όλες εκείνες τις «πατριωτικές»
δυνάμεις που έχουν καταπιεί αμάσητο το ψευδές δίλημμα του Τσίπρα και οι
οποίες θα βρεθούν να έχουν συμβάλει, μέσα στη τυφλή εμφυλιοπολεμική
λογική τους, στην πιο αποτρόπαιη επιλογή. Είναι χαρακτηριστικό πως ένα
μεγάλο κομμάτι του «ανατολικού» στρατοπέδου, αγιορείτες, χριστιανικές
οργανώσεις, ηγούμενοι κ.ά., συντάσσονται με τους πιο ακραίους
εθνομηδενιστικούς κύκλους των Εξαρχείων και του Κολωνακίου! Για να
αποφύγουν τον γερμανικό κίνδυνο, επιλέγουν άθελά τους την πιο ακραία Δύση, δηλαδή τους Αμερικανούς!
[Αξίζει
εδώ να θυμηθούμε έναν αρχέγονο διχασμό που σφράγισε και διαπερνά ακόμα
τον ελληνικό κόσμο. Τον διχασμό ανάμεσα στην παπική τιάρα και το
οθωμανικό σαρίκι. Όταν, το 1438-1442, μπροστά στην άμεση οθωμανική
απειλή, οι Παλαιολόγοι, μαζί τους και ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος –αλλά και, πράγμα που αγνοούν ή αποσιωπούν οι οπαδοί του ανατολο-τουρκικού κόμματος, ο Γεννάδιος Σχολάριος–, αποδέχθηκαν τον εκβιασμό της ένωσης των Εκκλησιών, επρόκειτο για μια απελπισμένη κίνηση άμυνας
απέναντι στην άμεση οθωμανική απειλή. Και δεν σήμαινε καθόλου
προσχώρηση σε κάποια υποτιθέμενη δυτικολαγνεία. Τι πιο χαρακτηριστικό
από τη στάση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ο οποίος κατανίκησε, τα
επόμενα χρόνια, τους Φράγκους στην Πελοπόννησο, απελευθερώνοντας το
μεγαλύτερο μέρος της, πριν αντιμετωπίσει τους Οθωμανούς στην
Κωνσταντινούπολη! Αντίθετα, όταν έπεσε η Πόλη, η στρατηγική των
«ανθενωτικών» και της διατήρησης της ορθόδοξης ιδιοπροσωπίας κατέστη ο
μοναδικός δρόμος. Αυτό σημαίνει πως, όταν η Ελλάδα βρίσκεται
πολιορκημένη ανάμεσα στην οθωμανική Ανατολή που την απειλεί με οριστική
εξαφάνιση και τη φραγκική Δύση, πρέπει αφενός να ενισχύει την εσωτερική
της συνοχή και ισχύ, όπως έκανε ο Παλαιολόγος στην Πελοπόννησο, και
αφετέρου να συνάπτει τακτικές συμμαχίες απέναντι στους Οθωμανούς, που
δεν μας απειλούν απλώς με υποδούλωση αλλά με εξαφάνιση (από
παιδομαζώματα μέχρι τη Σμύρνη, το ’22, και την εποικισμό της Κύπρου
σήμερα). Όποιος δεν μπορεί να καταλάβει αυτή τη βασική αρχή είναι
καταδικασμένος να ταλανίζεται ανάμεσα στη δυτικολαγνεία και την απορρόφηση
από τους Οθωμανούς και το Ισλάμ. Και, δόξα τω Θεώ, ακόμα δεν έχει
συντελεστεί η Άλωση των Αθηνών, για να προσχωρήσουμε στη λογική εκείνων
που προτάσσουν τον ξεπερασμένο αντι-παπισμό τους απέναντι στο οθωμανικό
σαρίκι και τους Αμερικανούς.]
Μετά
από αυτή την μεγάλη παρέκβαση, ας ξανάρθουμε σύντομα στο τι μέλλει να
γίνει. Επειδή το στρατόπεδο της “νίκης” αποσυντίθεται και δεν θα
αρκέσει η Χ.Α. για να αντικαταστήσει τις εκατοντάδες χιλιάδες των
συνταξιούχων και των αγροτών που το εγκαταλείπουν μαζικά, το πιθανότερο
είναι πλέον πως θα ηττηθεί στο ψευδώνυμο δημοψήφισμά και θα βρεθεί, την
Κυριακή το βράδυ, μπροστά στην αρχή του τέλους. Και θα έχει να επιλέξει
μεταξύ τριών πιθανων λύσεων. Πρώτον, και να παραμείνει ο ίδιος πρωθυπουργός και να διαχειριστεί το ναι υπογράφοντας τα πάντα με τους εταίρους, απομακρύνοντας απλώς τον Βαρουφάκη, (εκδοχή που τη θεωρώ λιγότερο πιθανή). Δεύτερον,
να εγκαταλείψει την εξουσία ή να συγκροτήσει μία κυβέρνηση εθνικής
ενότητας, εκδοχή την οποία επίσης θεωρώ λίγο πιθανή, μια και, σ’ αυτή
την περίπτωση, θα αποδεχόταν την συγκυβέρνηση με τους αντιπάλους του και
άρα την απαρχή της απώλειας της εξουσίας του. Η τρίτη και πιθανότερη λυση είναι η επιλογή νέου πρωθυπουργού
από τον ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας να επιλέξει να διατηρήσει τον έλεγχο του
κόμματος και όχι να το αφήσει στη Ζωή, χωρίς να μπλεχθεί άμεσα στην
επιβολή των μνημονιακών μέτρων ο ίδιος.
Πάντως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, βρισκόμαστε μάλλον στην αρχή του τέλους.
Ο ταχυδακτυλουργός οδηγείται στην τελεσίδικη απόσυρσή του. Και οι
δυνάμεις του εναλλακτικού πατριωτικού χώρου, που αρνήθηκαν τον εκβιασμό,
όπως εμεις, θα μπορούν επί τέλους να εγκαινιάσουν μια πολιτική
συγκρότηση, έχοντας απορρίψει τόσο τους ευρωλάγνους, όσο και τους
νέο-οθωμανούς και τους Αμερικάνους, αρνούμενοι την εμφυλιοπολεμική
λογική και επενδύοντας πριν απ’ όλα στην υπέρβαση της
παρακμής, για να μπορούμε να σταθούμε όρθιοι και ανεξάρτητοι κάποτε, με
δημογραφική ανάταξη, παραγωγική ανασυγκρότηση, πολιτιστική αναγέννηση.
Αυτά όμως είναι τα ζητήματα που θα τεθούν στην αμέσως επόμενη περίοδο
και δεν αποτελούν αντικείμενο αυτού του άρθρου.
πηγή