Ο άνθρωπος ζητάει ένα πράγμα, «ίνα μη αποθάνει», κι αυτό που δίδει η
Εκκλησία είναι η αθανασία, η ζωή η αιώνιος. Δεν βλέπετε, κι ένα ποντίκι
όταν πιαστεί στη φάκα δεν τρώει το τυρί, σου λέει, «κατ’ αρχήν να
ελευθερωθούμε και μετά να φάμε. Δεν θέλω να ψοφήσω χορτάτος». Αυτό κάνει
το ποντίκι, και πολύ περισσότερο ο άνθρωπος που έχει τις δικές του
διαστάσεις, κι έχει την ελευθερία.
Αυτό που έγινε τις περασμένες μέρες με τις εκλογές … ο
ένας κρίνει τον άλλον, κατηγορεί τον άλλον και παρουσιάζεται αυτός ως
σωτήρας. Αλλά τώρα επί δεκαετίες λέω το εξής: Αυτοκτονούμε δημοκρατικώς.
Κάθε ένας έρχεται να μας σώσει, κι ήρθαν πολλοί, δεξιοί, αριστεροί,
προοδευτικοί, συντηρητικοί. Και ξέρετε πως μου φαίνεται: Ενώ ένα είναι
το αίτημα, να ελευθερωθώ από τον θάνατο, σαν να είμαστε επάνω στον
Τιτανικό, το μεγάλο καράβι που βουλιάζει, και λέει ο ένας: Η λύση είναι
να πάμε δεξιά, όχι να πάμε αριστερά … Ρε παιδιά, όλο βουλιάζει, ποιος θα
μας σώσει! Κι έρχεται ο Υιός και Λόγος του Θεού και γίνεται άνθρωπος
και μας σώζει. Αυτή η σωτηρία δεν είναι κάτι που το διαβάζουμε στα
βιβλία. Όταν ζεις μέσα στην Εκκλησία, αν κάνεις υπομονή, κάποια στιγμή
βλέπεις ότι έρχεται και σου μιλάει, και σαν ενσαρκώθει ο Υιός και Λόγος
του Θεού για σένα. Σαρκούται για τον κάθε έναν άνθρωπο.
Στην Κορνοφωλιά που έχουμε ένα μοναστήρι (http://www.kornofolia.gr/product_info.php?cPath=12&products_id=130), κοντά στο Σουφλί … κάνουμε συναντήσεις νέων πάσης ηλικίας. Και οι νέοι
πάσης ηλικίας υπάρχουν μέσα στην ορθόδοξη εκκλησία, κι αυτό είναι το
μήνυμα της Εκκλησίας. Είναι ωραία τα νιάτα και είναι ωραία τα γεράματα.
Και να σας πω κάτι, είναι πιο ωραία τα γεράματα, γιατί είναι καθαρά
νιάτα, πολύ δυνατά. Και ο θάνατος είναι έκρηξη ζωής. Οπότε πάμε
διαφορετικά απ’ ότι πάει ο κόσμος.
Αυτό που χρειάζεται είναι να κάνουμε υπομονή και να το
δεχθούμε, ότι, «είμαι αδύνατος, είμαι τιποτένιος κι όμως κάποιος με
αγαπά. Και Αυτός που με αγαπά με καλεί με το ίδιον όνομα», αυτό που
λέει, ο καλός Ποιμήν καλεί τα ίδια πρόβατα κατ’ όνομα, «κι όταν ακούω το
όνομά μου από Αυτόν που με αγαπά παίρνω υπόσταση, κι Αυτός κάθεται
δίπλα μου και συζητά με μένα, και παρακολουθεί τα προβλήματά μου σαν να
ήμουν μόνος εγώ στον κόσμο». Αυτό που λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
ότι, ο Θεός αγαπά τον καθένα άνθρωπο με την αγάπη που αγαπά την
οικουμένη, σαν να ήταν μόνο αυτός. Στη συνέχεια, μέσα στην Εκκλησία, ο
καθένας θα δεχθεί Σώμα και Αίμα Χριστού εις Πνεύματος Αγίου κοινωνίαν,
εις Βασιλείας Ουρανών κληρονομίαν. Δέχεται όλον τον Χριστό, όλη την
Αιωνιότητα, μ’ έναν άγιο Μαργαρίτη. Και πάλι λέει ο Χρυσόστομος, δεν
έχει σημασία αν εγώ κοινωνώ πρώτος από σας, σημασία έχει ότι κοινωνούμε,
γινόμαστε κοινωνοί Σώματος και Αίματος Χριστού. Οπότε βλέπετε ότι η
αγωγή που μας δίδει η Εκκλησία είναι αγωγή θεανθρώπινη, είναι αγωγή που
σέβεται τον άνθρωπο και καταλαβαίνουμε αυτό που λέγεται στην ακολουθία:
«η συνεκτική και δημιουργική των απάντων Θεού Σοφία και Δύναμις».
Υπάρχει μια δημιουργική και συνεκτική των απάντων Θεού Σοφία και Δύναμις
και αυτή η Δύναμις του Θεού και η Σοφία είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός
και Λόγος του Θεού. Οπότε νιώθεις ότι τα πράγματα πάνε διαφορετικά.
Γεννιέσαι στη ζωή σαν μικρό παιδί και νιώθεις συνέχεια ότι είσαι
αδύνατος, αλλά κάποιος δυνατός σε αγαπάει. Και το κεφάλαιο που διαθέτεις
είναι η αγάπη, κι όσο περνάει ο καιρός νιώθεις ότι είμαι αφιλότιμος,
δεν έχω τίποτα να καυχηθώ, κι Αυτός εξακολουθεί να σε αγαπάει. Ε, και
τότε τα χάνεις, και συνεχίζει να σε αγαπάει. Οπότε βλέπεις ότι γνωρίζεις
τον κόσμο διαφορετικά, και μετά προχωρείς και ακούς τον απόστολο Παύλο
και λέει ότι, «όταν ασθενώ τότε δυνατός ειμί, κι όταν χάνω δύναμη, κι
όταν πεθαίνω, μπαίνω μέσα στην έκρηξη, στην πλησμονή της Ζωής». Οπότε ο
καλός Ποιμήν καλεί τα ίδια πρόβατα κατ’ όνομα και εξάγει αυτά. Η κλήση
του ονόματος σε βγάζει στη ζωή της ελευθερίας, «και έμπροσθεν αυτών
πορεύεται και τα ίδια πρόβατα Αυτόν ακολουθεί ότι οίδασι την φωνήν
Αυτού. Αλλοτρίω δε ου μη ακολουθήσωσιν αλλά φεύξονται απ’ αυτού» (Ιωάν.
10,3-5). Ξέρουν τη φωνή του καλού Ποιμένος, πηγαίνει μπροστά και αυτά
ακολουθούνε, και θα μπούνε και θα βγούνε και θα βρουν νομή, θα φάνε,
τρέφονται με ελευθερία. Αλλοτρίω δε ου μη ακολουθήσωσιν, αν πάνε να
ακολουθήσουν κάποιον άλλον τους αφήνει ελεύθερους, τα λογικά πρόβατα,
ακολουθούν, αλλά μετά φεύγουν. Δεν γίνεται, αυτός λέει ψέματα. Ο καλός
Ποιμήν που έχει την καλοσύνη; «Την ψυχήν Αυτού τίθησι υπέρ των προβάτων»
(Ιωάν. 10,11). Θυσιάζει την ψυχή Του για τα πρόβατα. Και αυτή η κλήση
κατ’ όνομα του καθενός στοιχίζει τη θυσία του Υιού και Λόγου. Οπότε
βλέπετε τα πράγματα παίρνουν άλλες διαστάσεις. Έχει κανείς όνομα, δικό
του, δεν έχει νούμερο, και τον φροντίζει ο Θεός. Κι όσο χάνει δύναμη,
τόσο παίρνει Δύναμη, πιο πολύ, πνευματική. Και νιώθεις, ότι είμαι πάρα
πολύ αδύναμος και ταυτόχρονα παντοδύναμος, γιατί Κάποιος, αδικαιολόγητα,
με αγαπά, και στηρίζομαι σε αυτή την Αγάπη.
Στη συνέχεια λέγει, ότι αυτός που έχει δικό του όνομα
θα μιλήσει και δική του γλώσσα, οι πιστεύοντες «γλώσσαις λαλήσουσι
καινές» (Μάρκ. 16,17), θα μιλήσουν νέες γλώσσες. Κάθε ένας άνθρωπος έχει
το δικό του όνομα, τον δικό του χαρακτήρα και μιλάει τη δική του
γλώσσα. Στην αρχή μαθαίνεις, Α, Β, Γ, συλλαβίζεις και μετά αν αισθανθείς
ότι κάποιος σε αγαπά, προχωρείς με δικό σου τρόπο, μιλάς με δικό σου
τρόπο. «Καν θανάσιμόν τι πίωσιν, ου μη βλάψει αυτούς» (Μάρκ. 16,18), κι
αν πιούν κάτι θανάσιμο δεν θα τους βλάψει, όχι μαγικά αλλά επειδή ξέρουν
ότι κάποιος Δυνατός τους αγαπά. Οπότε βλέπετε συνδυάζεται στον άνθρωπο
αυτό η αίσθηση της αδυναμίας του, το ξέρει, και ταυτόχρονα η αίσθηση ότι
Κάποιος τον αγαπά. Στη συνέχεια νιώθει ότι οτιδήποτε γίνεται στη ζωή
του, γίνεται από αγάπη, από αγάπη ο καλός Ποιμένας του συμπαραστέκεται,
από αγάπη τον εγκαταλείπει μια στιγμή για να ανδρωθεί, και προχωρούν
έτσι τα πράγματα.
Οπότε βλέπετε ότι όταν ζούμε μέσα στην Εκκλησία
παίρνουμε σωστή αγωγή, είναι σαν να είμαστε στην μήτρα τη θεανδρική, τη
θεανθρώπινη της Εκκλησίας και πλαθώμεθα, και κατά χάριν γινώμεθα, θεοί
κατά χάριν. Και λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης ότι η ψυχή συνέχεια
κτίζεται, και νιώθεις κι εσύ ότι προχωρείς. Και λέει πάλι ο Γρηγόριος ο
Νύσσης ότι η πορεία προς τον Θεό είναι η θέα του προσώπου του Θεού.
Οπότε αμέσως τα βλέπεις διαφορετικά. Οπότε, όταν ακούς αυτές τις
ομιλίες, λες, μα τι λένε οι άνθρωποι; Ένας από μας είναι κι αυτός που
μιλάει και θέλει να προβάλλει το κόμμα του. Το θέμα είναι ότι και αυτός
έχει ανάγκη από αγάπη. Ο Υιός και Λόγος του Θεού γίνεται άνθρωπος όχι
για να τιμωρήσει τους αιτίους, αλλά για να υποστεί τα πάντα ίνα τους
πάντας σώσει, πάντα υπομείνας άπαντας έσωσε. Και αυτό που λέει ο άγιος
Νικόλαος ο Καβάσιλας ο Θεσσαλονικεύς, «ημείς νικώμεν νικώντων των
άλλων», δεν θέλω να υποτάξω τον άλλο, αλλά να ζήσω μια τέτοια ζωή που να
χαρεί τη ζωή του ο άλλος, ο άλλος είναι ένα κομμάτι του εαυτού μου.
Οπότε προχωρούμε έτσι μέσα στην Εκκλησία και νιώθεις ότι είναι ωραία τα
νιάτα, είναι ωραία η ώριμη ηλικία και είναι ωραία τα γεράματα και είναι
ωραίος ο θάνατος, γιατί; Γιατί δεν υπάρχει θάνατος. Κι αυτό το πράγμα
δόθηκε από τον Θεό στον άνθρωπο. Και αυτό το πράγμα δεν δίδεται μαγικά,
το πληρώνεις με αίμα και το αγοράζεις και γίνεται ένα σώμα με σένα, αυτή
η πεποίθηση. Ένας σπόρος ζωντανός πεθαίνει στη γη, όχι σαν να πεθαίνει,
πεθαίνει, γι’ αυτό εκρήγνυται ο δυναμισμός που απλώνει ρίζες στη
σκοτεινή γη και κλώνους στον ουρανό. Έτσι γίνεται και με τον άνθρωπο.
Υπάρχει μια ατελεύτητη συνέχεια, κι αυτή η συνέχεια
είναι η ζωή, η ζωή η οποία δεν τελειώνει ποτέ, αλλά προχωρεί από
μεταμόρφωση σε μεταμόρφωση, σε μια διαρκή άνοδο και σε διαρκείς,
ατελεύτητες εκπλήξεις. Οπότε νιώθεις στο τέλος ότι δεν κάνω τίποτα κι
όλα γίνονται μόνα τους, κι όταν αγωνίζομαι, αγωνίζομαι, ασκούμαι για το
καλό το δικό μου και για το καλό όλων, αλλά στη συνέχεια τα μεγάλα που
θέλουμε γίνονται μόνα τους, όταν αφού αγωνισθώ, αφού περάσω δοκιμασίες,
κάνω ότι μπορώ … «Πάτερ ει δυνατόν παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον
τούτου», αν είναι δυνατόν να μη πιω το πικρό ποτήριο του θανάτου.
Συναντούμε στη ζωή μας δυσκολίες, «Θεέ μου αν είναι δυνατόν να το
ξεπεράσουμε, να μην έρθει αυτό το θανατικό, αυτή η συμφορά στο σπίτι
μου, στους μεγάλους, στους μικρούς», αλλά στη συνέχεια λες, «πλην ουχ ως
εγώ αλλ’ ως Συ», κάνε Εσύ ότι θέλεις. Και νιώθεις ότι τα πράγματα
προχωρούνε. Και νιώθεις ότι αοράτως σύνεστι, αοράτως υπάρχει Αυτός που
σε αγαπά και όλα τα κάνει με νόημα. Κι αν τυχών έρθει μια συμφορά, κι αν
τυχών έρθει ένα γεγονός που αλλάξει τα πράγματα, Αυτός που μας αγαπά,
θα το αξιοποιήσει αυτό το γεγονός, αυτή τη συμφορά για το καλό μας. Κι
όταν θα περάσουν τα χρόνια θα νιώθεις ότι η μεγάλη ευχαριστία θα είναι
προς τον Θεό, όχι για τις καλές μέρες, αλλά για το τι έγινε από τη
συμφορά, τι βγήκε από τη συμφορά. Κάτι που ξεπερνάει τη φαντασία του
ανθρώπου. Και είναι μια χαρά για όλο τον κόσμο. Οπότε λες, σταματώ,
γενηθήτω το θέλημα Σου, παίρνω άλλη δύναμη και προχωρώ. Εάν τυχών μέχρι
τέλους, εγώ κάνω κουμάντο στον εαυτό μου, στη σκέψη μου, στη ζωή μου, ή
κρίνω τους άλλους, σημαίνει ότι είμαι φτωχός και μικρός. Ο σωστός τα
παραδίδει τα πάντα σε Αυτόν ο Οποίος τον αγαπά. Αυτό, «Πάτερ εις χείρας
Σου παρατίθεμαι το πνεύμα μου» που είναι ο τελικός λόγος του Ιησού επάνω
στο σταυρό. Και όταν όλα τα παραδώσει κανείς, αρχίζει μια άλλη ζωή και
προχωρεί.
Γι’ αυτό τώρα λέω το εξής, ότι η εκκλησία η ορθόδοξη
είναι η μήτρα η θεανθρώπινη που σώζει τον κόσμο, πλάθει τον κόσμο όλο.
Όλη η δημιουργία είναι μια φανέρωση της αγάπης του Θεού. Η ιστορία όλη
συντηρείται από αυτή την αγάπη. Και η τελική κρίσις θα γίνει πάλι με την
αγάπη. Νιώθω ότι το να είμαστε ορθόδοξοι Έλληνες είναι μεγάλη ευλογία
και μεγάλο χρέος. Κοκαλώνεις, λες τι γίνεται εδώ; Δεν μπορώ να ‘χω
κανένα παράπονο για κανέναν. Όλοι πρέπει να πάρουν από μας. Θα δώσουμε
σε όλους. Όχι ότι είμαστε έξυπνοι, ούτε είμαστε καλοί ή δραστήριοι, αλλά
θέλησε ο Θεός να γεννηθούμε σ’ αυτή τη μήτρα, ή αν θέλετε να γεννήσει
αυτή τη μήτρα η παράδοσή μας, και ο Ελληνισμός να δεχθεί τη πίστη και να
γεννηθεί αυτή η Εκκλησία, αυτή η Λειτουργία. Μετά από λίγες μέρες
φτάνουμε στην 29η
Μαΐου, ημέρα αποφράς, έπεσε η Πόλις. Αν το δεις ιστορικά, κλαις. Αν το
δεις μέσα από την Εκκλησία, προχωρεί η ζωή. Τα πράγματα που αρχίζουν
στον κόσμο, τελειώνουν στον κόσμο. Τα πράγματα της Αιωνιότητος, η Πνοή
του Θεού, το Πνεύμα το Άγιον, το Οποίο, ην και έστι και έστε μήτε
αρξάμενον μήτε παυσόμενον, δεν τελειώνει ποτέ. Η χάρις που δίνεται στην
Εκκλησία είναι για όλο τον κόσμο. Οπότε η Αυτοκρατορία έπεσε, αλλά
γεννήθηκε αυτή η ορθόδοξη λειτουργική θεολογία, αυτή η Θεία Λειτουργία,
αυτή η Μεγάλη Εβδομάδα, αυτό το ήθος που πλάθει τον άνθρωπο και τον
ελευθερώνει από τον θάνατο. Αν το δεις ανθρώπινα λες, οι Τούρκοι μας
πήραν την Πόλη. Αυτές είναι αλλοιώσεις ιστορικές. Οι Τούρκοι πήραν την
Πόλη. Ο Θεός το επέτρεψε, δεν γίνεται τίποτα χωρίς την ευλογία του Θεού,
και ταυτόχρονα μπαίνει κι αυτό μέσα στην ιστορία της σωτηρίας του
σύμπαντος κόσμου. Αν δεν τα βλέπουμε τα πράγματα εξωτερικά, αν τα
βλέπουμε ως ορθόδοξοι, τότε νιώθουμε ότι τώρα είμαστε πιο δυνατοί. Όταν
έχεις αυτοκρατορία, έχεις αυτοκρατορία. Όταν έχεις την Εκκλησία, δεν
φοβάσαι τίποτα. Μου άρεσε που αρχίσαμε τη συνάντηση αυτή με το να
ψάλλουμε το «Χριστός Ανέστη» και βλέπετε ότι κάνουμε την προεκλογική
κίνηση μια μέρα μετά τις εκλογές γιατί όλοι έχουμε ανάγκη από αγάπη.
Γιατί ο Αρχηγός της πίστεως μας, παρουσιάζεται ως ύπτιος νεκρός,
Βασιλεύς της Δόξης, παρουσιάζεται από την ορθόδοξη εκκλησία, ο νεκρός
στον Επιτάφιο. Οπότε καταργείται ο θάνατος. Δεν νικάω εγώ, νικάει όλος ο
κόσμος. Οπότε όταν έχω αυτό δεν φοβάμαι τίποτα. Όχι ότι δεν φοβάμαι
τίποτα, όχι ότι δεν έχω παράπονο με κανέναν, αλλά ευγνωμονώ όλους αυτούς
που θέλουνε να με σφάξουνε. Γιατί αυτό που δίνεται από την Εκκλησία δεν
είναι η δική μας αρετή, αλλά η φανέρωση της αγάπης του Θεού. Ότι εξήλθε
ο Νικών να νικήσει και νίκησε τον θάνατο δια του θανάτου. Κι αυτό το
ζει κανείς μέσα στην Εκκλησία.
Οπότε βλέπετε όταν πάρουμε τη σωστή ελληνική ορθόδοξη
αγωγή, γινόμαστε άνθρωποι της οικουμένης, άνθρωποι της ιστορίας, της
καινής κτίσεως ταυτόχρονα, χαιρόμαστε τα πάντα, δεν έχουμε παράπονο για
κανένα, κατηγορούμε μόνο τον εαυτό μας, και συνέχεια προχωρούμε. Μου
αρέσει το τροπάριο της Κασσιανής που λέει δύο πράγματα, «αμαρτημάτων μου
τα πλήθη και κριμάτων Σου αβύσσους τις εξιχνιάσει ψυχοσώστα Σωτήρ μου».
Είναι δύο πράγματα, είμαι μία άβυσσος αμαρτημάτων, αδυναμίας, και Είσαι
η άβυσσος της αγάπης και των οικτιρμών και του ελέους, γενικά η αγάπη.
Οπότε εκεί ισορροπούμε. Αλλά ετούτο εδώ το πράγμα που έχουμε, αυτή η
φανέρωση της αγάπης του Θεού, αυτή η παντοκρατορία που νικάει το θάνατο
είναι ελπίς πάντων των περάτων της γης. Το ότι δεν έχουμε την Πόλη,
έχουμε τη Θεία Λειτουργία, μου αρέσει. Στη συνέχεια το ότι είμαστε
αδύνατοι μου αρέσει. Στη συνέχεια δεν πρέπει να έχουμε παράπονο με
κανένα, ούτε ευρωπαίο, ούτε ασιάτη, ούτε δεν ξέρω τι … όλοι περιμένουν
αυτό που δίδει η Εκκλησία, και το δίδει η Εκκλησία δια της Θείας
Λειτουργίας και δια των αγίων Της. Και οι άγιοι δεν είναι μεγάλοι, δεν
είναι οι σοφοί, δεν είναι ιεροκήρυκες, δεν είναι θεολόγοι, αλλά είναι
αυτοί που κάνουνε υπομονή, και το Άγιο Πνεύμα διδάσκει τα αδίδακτα στους
ταπεινούς. Και βλέπεις μια στιγμή ότι προχωρούμε από τους λόγους στην
ευωδία της σιωπής. Αυτό που λέγει ότι «Ανέστη Χριστός και επλήρωσεν τα
σύμπαντα ευωδίας», υπάρχει μια ευωδία, που φανερώνει τη νίκη, την
κατάργηση του θανάτου, κι όποιος έχει αισθήσεις το νιώθει αυτό. Και στη
συνέχεια μου αρέσει αυτό που λέει ο Κύριος κάπου, «ουδέ εν τω Ισραήλ
τοσάυτην πίστιν εύρον» (Λουκ. 7,9), έξω από τους θεσμούς της Εκκλησίας,
ένας άνθρωπος πονεμένος να κάνει υπομονή και να βρει ο Κύριος μεγαλύτερη
πίστη σ’ αυτόν, μεγαλύτερη ταπείνωση και στη συνέχεια να δεχθεί τη χάρη
του Θεού, παρά ένα άλλο που είναι μέσα στον Ισραήλ. Οπότε, πηγαίνοντας
στο Άγιον Όρος αναπαύτηκα, μου ταίριαζε, στη συνέχεια αναπαύτηκα όχι
γιατί σώζεται ο μοναχός, γιατί σώζεται όλος ο κόσμος, αν θέλετε και οι
άπιστοι, οι πάντες. Και στη συνέχεια χάρηκα γιατί αυτό το οποίο βρήκα
στο Άγιον Όρος υπάρχει στο λαό μας, στον ορθόδοξο, κι εμείς αγνοούμε
αυτή τη παράδοση, γι’ αυτό κάνουμε κι αυτά τα κόμματα, γι’ αυτό κάνουμε
κι αυτές τις προεκλογικές ομιλίες, γι’ αυτό πηγαίνουμε σαν πρόβατα μη
έχοντα ποιμένα δεξιά και αριστερά. Αλλά βλέπετε η Θεία Λειτουργία, η
Μεγάλη Εβδομάδα λέει την αλήθεια. Και μου ‘κανε εντύπωση, στην
Κορνοφωλιά, που κάτι απλές γυναίκες του λαού ψάλλουν κάτι υμνοτράγουδα,
όπως στο σταυρό που ψάλλουνε, «σήμερον μαύρος ουρανός, σήμερον μαύρη
μέρα», για τη σταύρωση του Κυρίου. Και φέτος ψάλλανε ένα νέο ύμνο, ο
οποίος μου ‘δειξε ότι αυτός ο λαός είναι διάδοχος του Αισχύλου. Ξέρετε
τι έψαλλαν; Η Παναγία μετά τη Σταύρωση, νυχτώνει στο Γολγοθά και
κατεβαίνει σιγά-σιγά από τον Γολγοθά με τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο και
λέει τα καλύτερα μοιρολόγια που ήξερε και συμπάσχει όλη η φύσις. Μια
στιγμή ακούει μια άλλη μάνα να κλαίει για το γιο της. Πάει και τη
βρίσκει, και πια ήταν αυτή η μάνα; Λέει, εσένα το παιδί σου σταυρώθηκε
κι ο δικός μου γιος κρεμάστηκε σ’ ένα δένδρο. Ήταν η μάνα του Ιούδα. Και
η Θεοτόκος παίρνει την μητέρα του Ιούδα στο σπίτι της και την αγαπά και
την παρηγορεί και λέει ότι Αυτός που σταυρώθηκε στο Γολγοθά μας είπε να
αγαπούμε αλλήλους. Στη συνέχεια κάτι άλλο.
Μου είχε κάνει εντύπωση ότι ο πατήρ Πορφύριος όταν
πήγε στο Όρος, είπε ότι, «όταν έγινα μοναχός κατάλαβα ότι δεν υπάρχει
θάνατος». Μετά στη συνέχεια βλέπεις κάποιους απλούς ανθρώπους που ο
πόνος τους κάνει θεολόγους και δε λένε τίποτα, αλλά σου μεταδίδουν μια
βεβαιότητα ότι ο θάνατος τεθανάτωται, δεν υπάρχει θάνατος, μην
απογοητεύεσαι με τίποτα. Και πως το λένε; Με τίποτα δεν το λένε. Το λένε
με μια ευωδία η οποία βγαίνει από τη παρουσία τους ανεξέλεγκτα απ’
αυτούς. Και φεύγουν αυτοί και μένει η χάρις, στους τάφους, στα λόγια που
είπαν, στο τόπο που έζησαν, σ’ όλο τον κόσμο. Ο θάνατος τεθανάτωται.
Και τώρα είδα και το άλλο πάλι τον τελευταίο καιρό. Κάπου στη Κρήτη
υπήρχε η παράδοσις, σε όλη την Ελλάδα, να ετοιμάζουμε τα προικιά για μια
νέα κόρη που θα ετοιμάζεται να κάνει το γάμο της. Και εκεί πέρα είναι
τα τραπεζομάντηλα, οι πετσέτες, όλα τα πράγματα και είναι και το νυφικό,
το ρούχο που θα βάλει στη τελετή του γάμου. Και κάτω από το νυφικό ποιο
είναι; Είναι το σάβανο. Είναι ο τελικός γάμος. Οπότε σου ετοιμάζω το
νυφικό και σου ετοιμάζω και το σάβανο. Και το σάβανο, σου το ετοιμάζω
σαν νυφικό, γιατί αυτός είναι ο γάμος από τον οποίο θα περάσουμε όλοι.
Και αυτό δεν το θέτω με μακάβριο τρόπο, γιατί Ένας είναι ο Οποίος
ενίκησε το θάνατο δια του θανάτου και στη ζωή Αυτού ελπίζουμε. Οπότε
βλέπετε τι πίστη υπάρχει, τι παράδοση, τι βάθος σ’ αυτό το λαό τον οποίο
εμείς ιεροπρεπώς αγνοούμε. «Έχει ευλογία» … αλλά υπάρχει αυτή η πίστη.
Και λέω το εξής: όταν ένας μέσα του έχει αυτό που λέει ο άγιος Συμεών,
τη μικρή χαρά που περιγελά το θάνατο. όταν ετοιμάζω για τη κόρη μου τα
νυφικά και το σάβανό της, και τα ετοιμάζω με την ίδια ιεροπρέπεια και το
ένα και το άλλο, είναι άλλο πράγμα. Όταν ένας έχει μέσα του μια μικρή
χαρά που περιγελά το θάνατο τότε βλέπει όλα τα πράγματα διαφορετικά,
απολαμβάνει τη χάρη του παρερχομένου και του προσκαίρου γιατί όλα είναι
μέσα στη μία πορεία της σωτηρίας του σύμπαντος κόσμου. Γι’ αυτό βλέπετε
ότι γνωρίζουμε στην Εκκλησία τον Χριστό αγιασμό των ψυχών και των
σωμάτων, αγιασμό της ζωής και του θανάτου. Όλα είναι άγια εφόσον Αυτός
που νίκησε τον θάνατο δια του θανάτου μας αγαπά και αγαπά όλον τον
κόσμο. Οπότε έτσι είναι τα πράγματα.
Επίσης, το θέμα που βάλατε, «Αναζητώντας το νόημα»,
ξέρετε πρέπει να είναι κανείς απαιτητικός, να μην είναι ολιγαρκής, αυτό
που σας είπα με το ποντίκι, το ποντίκι δεν θέλει να φάει το ωραίο τυρί
πριν ελευθερωθεί. Μην τρώμε πίτουρα, ανοησίες, έχουμε ανάγκη από μία
τροφή, την τροφή του παντός κόσμου που μας χαρίζει αυτή την ελευθερία,
αλλά θα το πετύχεις αυτό, και θα σου δοθεί αυτό όχι δια της βίας, ούτε
μαγικά, αλλά αν το ζητάς, αν έχεις αγωνία γι’ αυτό. Και μετά από αυτό,
πάλι θα σας πω το άλλο γεγονός, μετά την Ανάσταση του Κυρίου που δύο
μαθητές, ο Λουκάς και ο Κλεόπας, είχαν πνιγεί στους λογισμούς ότι, ο
Δάσκαλος πέθανε, ετάφη, πέρασαν τρεις μέρες, «ηλπίζομεν ότι Ούτος εστίν ο
μέλλων λυτρούσθαι τον Ισραήλ» (Λουκ. 24,21), ελπίζαμε ότι θα λυτρώσει
τον Ισραήλ αλλά τώρα είναι τρεις μέρες στον τάφο οπότε τέλειωσαν οι
ιστορίες και οι ελπίδες μας. Βαδίζουν στο δρόμο και τους πλησιάζει
κάποιος άγνωστος, αυτός ο άγνωστος τους σέβεται, ξέρει τα προβλήματά
τους αλλά δεν ανοίγουν τα μάτια τους να τον γνωρίσουν, αλλά τους μιλάει
για τα προβλήματά τους, αυτών η καρδιά ζεσταίνεται, σου λέει, αυτός μας
αναπαύει, αυτός καταλαβαίνει το πρόβλημά μας και μας οδηγεί σε ίσιο
δρόμο. Όταν πλησίασαν στη πόλη «αυτός προσεποιείτο πορρωτέρω πορεύεσθαι»
(Λουκ. 24,28), έκανε ότι πάει αλλού και αυτοί «παρεβιάσαντο αυτόν»
μείναι μετ’ αυτών, δηλαδή, του λένε, κοίταξε έτσι που μας έκανες δεν
γίνεται να φύγεις, ή θα ‘ρθούμε μαζί σου ή θα ‘ρθεις μαζί μας «και
εισήλθε του μείναι συν αυτοίς». Και στο τέλος, στην κλάση του άρτου,
άνοιξαν τα μάτια τους, Τον γνώρισαν κι έγινε άφαντος. Όταν δεν Τον
γνώριζαν ήταν μαζί τους, αυτούς που γνώριζε τα προβλήματά τους, όταν Τον
γνώρισαν, τον Θεάνθρωπο έγινε άφαντος, γιατί; Για να μη Τον χάσουν. Αν
έμενε θα Τον έχαναν, ότι είναι Αυτός εκεί. Δεν είναι Αυτός εκεί, είναι
παντού για πάντα ο Θεάνθρωπος. Και νομίζω είναι μια άλλη εικόνα εδώ της
Αναστάσεως, όπως στην Ανάσταση παρουσιάζεται ο Χριστός να σύρει όλες τις
σειρές των πεπεδημένων, των νεκρών από τον άδη, τώρα στην πορεία προς
Εμμαούς, μια στιγμή, σύρει όλους στην καινή κτίση, οπότε το αληθινό το
βρίσκεις όταν χάνεται. Και όποιος χάσει την ψυχή του ένεκεν του Κυρίου
και του Ευαγγελίου θα τη σώσει. Η δυνατότης που έχουμε δεν είναι να
μπορώ να σκοτώσω τον άλλο, αλλά να μπορώ να πεθάνω, να θυσιαστώ για τον
άλλον, με άλφα κεφαλαίο και με άλφα μικρό. Οπότε βλέπετε, άφαντος
εγένετο, κι αυτοί δεν Τον παρεκάλεσαν όπως προηγουμένως να μείνει μαζί
τους γιατί είναι για πάντα μαζί τους, και τους πήρε μαζί και γι’ αυτό η
Εκκλησία λέει, «ω θείας, ω φίλης, ω γλυκυτάτης Σου φωνής µεθ' ηµών
αψευδώς γαρ, επηγγείλω έσεσθαι, µέχρι τερµάτων αιώνος Χριστέ». Επειδή
έγινε άφαντος και χάθηκε είναι μαζί μας αληθινά και γι’ αυτό Τον
γιορτάζουμε και Τον υμνούμε και ζούμε μαζί μ’ Αυτόν.
Οπότε βλέπετε ότι ο Θεός από αγάπη δημιουργεί τα
πάντα, και ο Θεός από αγάπη δημιουργεί τον άνθρωπο, και τον άνθρωπο δεν
τον κάνει σαν ζώο, ούτε καλό παιδί, αλλά τον κάνει θεό κατά χάρη. Και
αυτό που είπε στους μαθητές προς Εμμαούς, «ουχί ταύτα έδει παθείν τον
Χριστό;» Έπρεπε να πάθει ο Χριστός, μυστήριο μέγα, αλλά λες εάν έδει
παθείν τον Χριστόν πόσο μάλλον δει παθείν ημάς, κι εμείς πρέπει να
πάθουμε, και νιώθεις στη συνέχεια ότι αυτά που παθαίνουμε είναι μεγάλα,
πολλές φορές ξεπερνούν την αντοχή μας, αλλά Αυτός που μας αγαπάει είναι
δίπλα. Και σας λέω πάλι το ίδιο, ότι στο τέλος ευχαριστούμε για τα
βάσανα, γιατί υπάρχει μια γαλήνη, μια χαρά ότι ο θάνατος τεθανάτωται κι
όλα είναι αγαλλίαση και στο τέλος για όλα ευλογείς τον Θεό. Εάν τυχόν
δεν υπάρχει αυτή η προοπτική, αυτής της πορείας, αυτής της ελευθερίας,
όλα είναι για πέταμα για τον άνθρωπο. Ούτε τον φτάνει το φαγητό, ούτε η
δόξα, ούτε η τιμή, τίποτα, και το νιώθει αυτό, κι είναι άχαρη η ζωή. Εάν
όμως ξέρεις ότι έχεις μια μικρή χαρά που περιγελά τον θάνατο, κι
ετοιμάζω για την κόρη μου τα νυφικά και τα σάβανα μαζί, τότε έχω άλλο
κύρος, κι έχω άλλη δύναμη. Οπότε, θέλω να σας πω ότι, ο Θεός μας έκανε
αυτή την ευλογία σαφώς, ρητώς, να είμαστε ορθόδοξοι, κι ένας μεγάλος
θεολόγος, ο πατήρ Γεώργιος Φλορόφσκι, μου κάνει εντύπωση, Ρώσος ων, πως
τα κατάλαβε τα πράγματα και λέει ότι, ο Ελληνισμός είναι αιώνια
κατηγορία του Χριστιανισμού, και δεν λέω ο φυλετικός Ελληνισμός, αλλά ο
Ελληνισμός της λατρείας, του δόγματος και της εικόνος. Δεν μπορούσε να
φτάσουμε σ’ αυτή τη θεολογία χωρίς τη φιλοσοφία, σ’ αυτή τη μυσταγωγία
χωρίς τη τραγωδία, σ’ αυτή την ζωή χωρίς να υπάρχει όλος αυτός ο
πολιτισμός ο ελληνικός. Εδώ πέρα τώρα έχουμε αυτή την αξιοπρέπεια της
ταπεινώσεως. Είμαι ένα τίποτα, αλλά αυτό το τίποτα δεν φοβάται τον
θάνατο και δεν δέχομαι να χτυπήσω κανένα, και τον πλούσιο τον βλέπω σαν
φτωχό, και τον δυνατό τον βλέπω σαν αδύνατο. Οι αδύνατοι στην ιστορία
ξέρετε ποιοι είναι; Αυτοί που στηρίχθηκαν στη δύναμή τους και πήγαν να
χτυπήσουν το κακό με το να συντρίψουν τους άλλους. Όταν ο Πάπας επί
αιώνες, με την Ιερά Εξέταση καίει τους αιρετικούς απίστους δεν είναι
αυτό σωτηρία. Όταν ο Χίτλερ καίει τους Εβραίους, τους γύφτους και δεν
ξέρω ποιους άλλους δεν είναι αυτό σωτηρία. Όταν ο Στάλιν καίει δεν είναι
σωτηρία. Εμείς δεν έχουμε αποστολή να σκοτώσουμε τον άλλον αλλά
ακολουθούμε το παράδειγμα του αρχηγού της πίστεως μας ο Οποίος πάντα
υπομείνας άπαντας έσωσε. Και στη συνέχεια και στη ζωή μας έχουμε μια
δυνατότητα που δεν μπορεί κανείς να μας την στερήσει, έχουμε τη
δυνατότητα να πεθάνουμε. Πεθαίνω εκούσια, θυσιάζομαι, για το καλό του
σπιτιού μου, των παιδιών μου, της γυναίκας μου, της οικουμένης. Και τότε
νιώθω ότι πεθαίνοντας δίνω μια άλλη ζωή η οποία είναι του άλλου κόσμου.
Και αυτή η ζωή του άλλου κόσμου ομορφαίνει όλον αυτό τον κόσμο. Αυτά
είχα να σας πω.
Να σας πω, ακούω κάποιους πολιτικούς και λέω, λέτε
σαχλαμάρες. Ακούω κάποιους θεολόγους, τον εαυτό μου, και λέω, λέτε
σαχλαμάρες, δεν τα ζείτε, ένας που τα ζει τα μαρτυρεί με άλλο τρόπο. Και
ο άλλος, θέλοντας και μη το αισθάνεται το γνήσιο από το ψεύτικο. Μου
αρέσει αυτό που έγινε με τας Μυροφόρους. Πήγαν το πρωί στον τάφο για να
αλείψουν με μύρα θνητά τον πεθαμένο δάσκαλό τους, αλλά αυτός ήτανε σε
ένα τάφο κλεισμένο με μια πέτρα που δεν μπορούσαν να την κινήσουν, αλλά
βρέθηκε ο λίθος αποκεκυλισμένος και ανοιχτός ο τάφος και οι άγγελοι που
έλεγαν, ανέστη ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν πηγαίνετε και πέστε στους
μαθητάς και στον Πέτρο ότι ανέστη εκ νεκρών, και εξήλθον και ουδενί
ουδέν είπον. Δεν είπαν σε κανέναν τίποτα και τα είπαν όλα σε όλους με το
να έχουν συγκλονισθεί με αυτό το γεγονός. Εγώ βλέπω ότι ο λαός μας
είναι συγκλονισμένος από αυτή την πίστη. Αν τυχόν το καταλαβαίναμε και
προχωρούσαμε στα χωριά, στις εκκλησίες, στα κιλίμια, στη γλώσσα, στο
ήθος, θα παίρναμε δύναμη και θα νιώθαμε ότι η κυρία Μέρκελ και όλοι οι
κύριοι, έχουν ανάγκη από αγάπη, δεν θα βρίζω κανέναν, θα βρίζω τον εαυτό
μου γιατί είμαι σ’ αυτά τα χάλια, στη συνέχεια αν τα αντιμετωπίσω μέσα
από την Εκκλησία θα ευγνωμονώ τον Θεό για τα χάλια που με άφησε να πέσω,
να γίνω δράμα, να γίνω λάσπη, και γίναμε τώρα το ρεντίκολο της
οικουμένης, και είναι καλό αυτό, το νόμπελ της ανοησίας. Αλλά μπορεί να
αναστηθούμε επειδή υπάρχει αυτή η μικρή μαγιά, αυτή που ζυμεί όλο το
φύραμα. Στη συνέχεια είναι το εξής, δεν υπάρχουν πολλά θέματα για
πολλούς. Μου λένε, καμιά φορά, κάνε μια εισήγηση γι’ αυτό το θέμα, και
νιώθω ότι λέω συνέχεια τα ίδια για όλα τα πράγματα, γιατί είναι ένα
πράγμα, ότι ο θάνατος τεθανάτωται και μεγάλοι είναι οι μικροί … αν
νομίζω εγώ ότι κάτι είμαι και σας κάνω τον θεολόγο και τον ομιλητή
τόχασα το παιχνίδι. Αν στηρίζομαι στις γνώσεις μου, ή στην αρετή μου, ή
στη διάκριση μου τόχασα το παιχνίδι. Αλλά υπάρχει Αυτός ο Οποίος τα
πάντα υπέμεινε ίνα τους πάντας σώσει, Αυτός ο Οποίος αγρύπνως είναι μαζί
μας και μας αφήνει μόνους για να μπορέσουμε να ανδρωθούμε, να
καταλάβουμε την αδυναμία μας και να προσφύγουμε σ’ Αυτόν. Γι’ αυτό λέω
ότι οι πολιτικοί οι δικοί μας έχουν ανάγκη από αγάπη και να ρίξουμε το
βάρος στον εαυτό μας, στο πιστό λαό. Δεν είναι να βγω στο δρόμο να
φωνάζω ή να καίω τα μαγαζιά του άλλου, αλλά εάν τυχόν κάνω υπομονή στα
βάσανα και στις συμφορές που μπορεί να με βρούνε, και στη συνέχεια από
μέσα μου, είτε κοιμάμαι, είτε είμαι ξύπνιος, βγαίνει ένα «Δόξα τω Θεώ»,
φτάνει, αυτό είναι το κήρυγμα των Μυροφόρων και νομίζω ότι ο τόπος μας
είναι γεμάτος από τέτοιες φωνές, ότι ο θάνατος τεθανάτωται. Λένε: «Στις
χαρές σου», και χαρές είναι ο γάμος του νέου παιδιού, της νέας κοπελιάς
και στη συνέχεια οι γονείς βάζουνε μέσα και το σάβανο, ε, αυτή είναι η
χαρά … Εφόσον νικήθηκε ο θάνατος τότε χαίρομαι κι αυτή τη ζωή και
χαίρομαι και τις δυσκολίες, και όλα έχουν νόημα εφόσον καταλήγουν εκεί.
Κι όλες οι συμφορές είναι σαν μικρά ριζίδια, πικρά μεν, αλλά τρέφουν το
ένα κορμό που οδηγεί στην Ανάσταση όπου τα πάντα πεπλήρωτε φωτός, όπου
αλλάζει η λογική, όπου λέμε, νεκρός ουδείς επί μνήματος, κι όπου
καλούνται πάντες, νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες εις τη χαρά του
Κυρίου, εις το συμπόσιο της πίστεως. Γι’ αυτό λέω ότι, ζούμε σ’ αυτό τον
τόπο, αυτές οι δυσκολίες πρέπει να μας βοηθήσουν να ηρεμίσουμε. Λοιπόν,
ένας νέος θέλει να προχωρήσει, να πετύχει στο πανεπιστήμιο, να
διαβάσει, να το κάνει όλο αυτό το πράγμα, αλλά να ξέρει ότι δεν είναι τα
νιάτα δέκα χρόνια, είκοσι ή τριάντα, τα νιάτα είναι χιλιετίες, αυτό
είναι που σου δίδει χάρη, αλλιώς δεν με ενδιαφέρουν τα νιάτα των δέκα
ετών ή των σαράντα ετών και μετά στη συνέχεια νάμαι ένα χούφταλο. Αλλ’
αν τυχόν νιώθω λεβεντιά όντας χούφταλο, ε, τότε το γλεντάω. Εύχομαι να
το γλεντήσουμε έτσι.
*Ομιλία π. Βασιλείου Γοντικάκη προηγουμένου ιεράς Μονής Ιβήρων Δευτέρα 26-5-2014 στο Βελλίδειο Συνεδριακό Κέντρο