Μια μητέρα από τη Γαλλία που ταξίδεψε ως τη Ράκα με τον τετράχρονο γιο της για να ενταχθεί στο Ισλαμικό Κράτος μίλησε στη βρετανική εφημερίδα «Observer» για την περιπέτειά της αφού κατάφερε να δραπετεύσει και να επιστρέψει στη χώρα της.
Η Σοφί Καζικί, 34 χρόνων, είναι μία από τις ελάχιστες γυναίκες από τη Δύση που βρέθηκαν στην πρωτεύουσα του Ισλαμικού Κράτους και γύρισαν για να διηγηθούν την ιστορία τους. Το βιβλίο της «Dans la nuit de Daesh» («Στη νύχτα του Daesh») κυκλοφόρησε στις αρχές Ιανουαρίου στη Γαλλία από τις εκδόσεις Robert Laffont. Η Καζικί πήγε στη Ράκα τον περασμένο Φεβρουάριο παίρνοντας μαζί τον γιο της έχοντας προσηλυτισθεί στην οργάνωση από τρεις γαλλικής καταγωγής εξτρεμιστές που εδράζονται στην πόλη.
Τώρα αποκαλεί τους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους «τέρατα» και αισθάνεται τυχερή που κατάφερε να δραπετεύσει με το παιδί της από την «κόλαση της Ράκα». «Είναι δύσκολο για εμένα να το λέω αυτό και με κάνει να θέλω να κλάψω. Θα μας είχα σκοτώσει και τους δύο από το να τον αφήσω να γίνει δολοφόνος, από το να πέσει στα νύχια αυτών των τεράτων» δήλωσε κοιτάζοντας μια φωτογραφία ενός νεαρού αγοριού με στολή παραλλαγής και τη μαύρη κουκούλα των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους. Λίγες ημέρες μόλις στη Ράκα χρειάστηκαν για να συνειδητοποιήσει η γυναίκα ότι είχε κάνει «ένα μνημειώδες λάθος, το χειρότερο στη ζωή μου». «Αισθανόμουν τόσες τύψεις.
Ρωτούσα τον εαυτό μου πώς θα μπορούσα να ζήσω με αυτό που είχα κάνει, να πάρω τον γιο μου στη Συρία. Μισούσα αυτούς που με χειραγώγησαν, εκμεταλλεύτηκαν την αφέλειά μου, την αδυναμία μου, την ανασφάλειά μου. Μισούσα τον εαυτό μου» είπε. Περισσότερες από 200 Γαλλίδες πιστεύεται ότι έχουν ενταχθεί στις τάξεις του ISIS στο Ιράκ και στη Συρία, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Γαλλικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
Η Καζικί, η οποία δεν χρησιμοποιεί το πραγματικό της όνομα από φόβο αντιποίνων, γεννήθηκε στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και μεγάλωσε σε μια καθολική και εύπορη οικογένεια. Βρέθηκε στο Παρίσι σε ηλικία εννέα ετών, όταν πέθανε η μητέρα της, την οποία αποκαλεί «φύλακα άγγελό» της. Ο θάνατος της μητέρας της πυροδότησε μια κατάθλιψη στην παιδική της ηλικία, η οποία επισκίασε την εφηβεία αλλά και την ενήλικη ζωή της. Η Καζικί προσηλυτίστηκε στο Ισλάμ ενώ εργαζόταν ως κοινωνική λειτουργός με οικογένειες μεταναστών στη γαλλική πρωτεύουσα. Με αυτόν τον τρόπο γνώρισε τους τρεις μουσουλμάνους, δέκα χρόνια περίπου νεότερους από την ίδια, που αργότερα την έπεισαν να πάει στη Ράκα. Τον Φεβρουάριο του 2015 η Καζικί είπε στον σύζυγό της ότι θα ταξίδευε για δουλειά στην Κωνσταντινούπολη και ότι θα έπαιρνε μαζί τον γιο τους.
Τα σχέδιά της όμως ήταν πολύ διαφορετικά, αφού από τη Νότια Τουρκία βρέθηκε στη Συρία και στη συνέχεια στη Ράκα, την οποία οι φίλοι της είχαν περιγράψει ως «Παράδεισο». Η πραγματικότητα ανέτρεψε γρήγορα τις προσδοκίες. Η Καζικί δεν μπορούσε να κυκλοφορεί δημόσια μόνη της και, πάντα καλυμμένη από το κεφάλι ως τα δάχτυλα των ποδιών, παρέδωσε το διαβατήριό της και κλήθηκε να περιορίσει την επικοινωνία με την οικογένειά της στο Παρίσι. Στη Ράκα εργάστηκε σε μια μαιευτική κλινική του Ισλαμικού Κράτους.
Τώρα δηλώνει σοκαρισμένη από τις συνθήκες που επικρατούσαν εκεί, από την αδιαφορία του προσωπικού προς τους ασθενείς και την άνιση μεταχείριση μεταξύ των «ξένων μαχητών» και των Σύρων, με τους τελευταίους να βρίσκονται στον πάτο της κοινωνικής κλίμακας. «Τους ζήτησα να επιστρέψω σπίτι. Καθημερινά τους έλεγα ότι μου λείπει η οικογένειά μου και ότι ο γιος μου έπρεπε να δει τον πατέρα του. Αρχικά έβρισκαν δικαιολογίες και μετά ξεκίνησαν οι απειλές. Είπαν ότι ήμουν μια γυναίκα μόνη με παιδί και ότι δεν μπορούσα να πάω πουθενά και αν επιχειρούσα να φύγω θα με λιθοβολούσαν ή θα με σκότωναν» είπε.
Τώρα δηλώνει σοκαρισμένη από τις συνθήκες που επικρατούσαν εκεί, από την αδιαφορία του προσωπικού προς τους ασθενείς και την άνιση μεταχείριση μεταξύ των «ξένων μαχητών» και των Σύρων, με τους τελευταίους να βρίσκονται στον πάτο της κοινωνικής κλίμακας. «Τους ζήτησα να επιστρέψω σπίτι. Καθημερινά τους έλεγα ότι μου λείπει η οικογένειά μου και ότι ο γιος μου έπρεπε να δει τον πατέρα του. Αρχικά έβρισκαν δικαιολογίες και μετά ξεκίνησαν οι απειλές. Είπαν ότι ήμουν μια γυναίκα μόνη με παιδί και ότι δεν μπορούσα να πάω πουθενά και αν επιχειρούσα να φύγω θα με λιθοβολούσαν ή θα με σκότωναν» είπε.
Η Καζικί μεταφέρθηκε με τον γιο της σε μια φυλακή όπου κρατούνται δεκάδες ξένες γυναίκες και μικρά παιδιά παρακολουθούν βίντεο με αποκεφαλισμούς και δολοφονίες ενώ οι μητέρες τους χειροκροτούν. «Αυτές οι γυναίκες βλέπουν τους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους σαν πρίγκιπες, σαν δυνατούς και ισχυρούς άνδρες που μπορούν να τις προστατεύσουν. Ο μόνος τρόπος για να βγεις από εκεί ήταν να παντρευτείς έναν από αυτούς. Στην πραγματικότητα, αυτές οι γυναίκες από τη Δύση ήταν απλά μήτρες για να κάνουν παιδιά στο Daesh». Την επόμενη ημέρα και ενώ οι εξτρεμιστές οργάνωναν τον γάμο της η Καζικί βρήκε μια ξεκλείδωτη πόρτα και δραπέτευσε με τον γιο της.
Μια οικογένεια τη βοήθησε να κρυφθεί ρισκάροντας τις ζωές τους. Η Καζικί ήρθε σε επαφή με αντάρτες της αντιπολίτευσης, τους οποίους είχε κινητοποιήσει ο σύζυγός της από το Παρίσι. Στις 24 Απριλίου 2015 ένας νεαρός Σύρος τη βοήθησε να διασχίσει τα τουρκικά σύνορα. Στο Παρίσι η Καζικί ανακρίθηκε από τις γαλλικές Αρχές και παρέμεινε κρατούμενη για δύο μήνες μη έχοντας τη δυνατότητα να επικοινωνήσει με την οικογένειά της. Σήμερα έχει συμφιλιωθεί με τον σύζυγό της, αλλά ακόμη ενδέχεται να αντιμετωπίσει κατηγορίες για απαγωγή ανηλίκου.
Πηγή: Το Βήμα