Σάββατο 16 Μαΐου 2015

Έκτακτη είδηση! Για πρώτη φορά στην Ελλάδα η μούμια του Λένιν!


01b-koporso 

του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου
Έπειτα από την αναχώρηση των ιερών λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας από την χώρα και προς ικανοποίηση της επιθυμίας της άθεης μειοψηφίας που απεχθάνεται την ειδωλολατρία και την λειψανολατρία των χριστιανών αγίων και προκειμένου αυτή να μη νιώθει αδικημένη, ανακοινώθηκε επιτέλους για πρώτη φορά, μετά από 90 χρόνια, η μεταφορά της μούμιας του Λένιν στην Ελλάδα!
Όπως έγινε γνωστό από κύκλους που πρόσκεινται στον μαρξιολογιότατο κ. Φίλη, η συμφωνία για τη μεταφορά της σεπτής μούμιας στη χώρα μας, επετεύχθη κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του πρωθυπουργού κ. Α. Τσίπρα στην Ρωσία, όπου δόθηκε και η σχετική άδεια από το πρόεδρο της κ. Β. Πούτιν. Έγκυρες πληροφορίες μάλιστα αναφέρουν, πως ο Ρώσος ηγέτης έθεσε τους δικούς του όρους για τη μεταφορά της λενινιστικής μούμιας, καθώς συνέπεια της ιστορικής ανατροπής του 1991 και της μετατροπής της Ρωσίας από «Μέκκα» του κομμουνισμού σε χριστιανική χώρα, υπάρχει μεγάλο λαϊκό ενδιαφέρον για την Ορθοδοξία. Έτσι, όπως έγινε γνωστό, έπειτα από την Αγία Ζώνη και τα λείψανα του Αγίου Δημητρίου, οι Ρώσοι επιθυμούν τώρα την ανταλλαγή της μούμιας με τη μεταφορά των λειψάνων ορθόδοξων αγίων από την Ελλάδα στην Ρωσία. Στον αντίποδα αυτής της ειρωνικής ιστορικής μεταμόρφωσης, η Ελλάδα αναλαμβάνει πλέον και επίσημα την ηγεσία του διεθνούς προλεταριάτου, μετατρεπόμενη από παλαιά ορθόδοξη χώρα σε πρωτοπόρο οπισθοφύλακα της μαρξιστικής πανθρησκείας.
Σύμφωνα, λοιπόν, με το οργανόγραμμα της μεταφοράς, αποφασίστηκε το εξής. Το λείψανο του Λένιν, θα εκτεθεί κατά αρχήν για λαϊκό προσκύνημα στην Κουμουνδούρου, ενώ εξετάζεται η μεταφορά της μούμιας για προσκύνημα και στον Περισσό, κατά το παράδειγμα της Αγίας Βαρβάρας που την πήγαν στον Άγιο Σάββα. Το τελευταίο βέβαια, δημιουργεί κάποιες επιφυλάξεις στην Κουμουνδούρου σε ότι αφορά την αρτιμέλεια της μούμιας, καθώς δεν είναι λίγοι αυτοί στον Σύριζα, που φοβούνται, είτε την αυθαίρετη παρακράτηση του λειψάνου από το ιερατείο της κεντρικής επιτροπής του ΚΚΕ, ή στην καλύτερη περίπτωση την αποκοπή μέρους του σώματος του, χέρι ή πόδι, προκειμένου και ο μαρξιστικά ορθόδοξος Περισσός, να έχει στην κατοχή του, έστω ένα μικρό τμήμα του σεπτού σκηνώματος. Άλλωστε, είναι γνωστές οι ενδομαρξιστικές διαμάχες ανάμεσα στο ΚΚΕ και στο Σύριζα, με το πρώτο να θεωρεί αιρετικό το δεύτερο, κατά το πρότυπο Σουνιτών-Σιιτών, ή Ορθοδόξων-Καθολικών-Προτεσταντών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την τύχη της άχραντης λενινιστικής μούμιας.
embalmed-stalin_bΠερισσότερες λεπτομέρειες αναφέρουν, πως για να γίνει διακριτή η διαφορά ανάμεσα στη πομπώδη μεταφορά του λειψάνου της Αγίας Βαρβάρας και της μούμιας του Λένιν, ώστε να αναδειχθεί και το φιλολαϊκό μαρξιστικό πνεύμα που διαπνέει την όλη προσπάθεια και λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική κρίση που μαστίζει την χώρα, λήφθηκε η απόφαση να μην επιβαρυνθεί οικονομικά ο λαός από την μεταφορά αυτή και να πραγματοποιηθεί με το χαμηλότερο δυνατόν κόστος. Έτσι, η μούμια του Λένιν θα φτάσει στην Ελλάδα ακτοπλοϊκώς, αφού πρώτα διαπλεύσει τον ποταμό Βόλγα φορτωμένη σε πιρόγα, μέχρι την θάλασσα του Αζόφ, από όπου θα την παραλάβει η τράτα του καπετάν Ανδρέα Ζέπου, η οποία θα τη μεταφέρει στο λιμάνι του Λαυρίου. Από εκεί, σύμφωνα πάντα με ασφαλείς πληροφορίες, θα την υποδεχθούν με τιμές, όχι αρχηγού κράτους, αλλά αρχηγού κόσμου, εκπρόσωποι και φορείς της ντόπιας μαρξιστικής συντροφιάς, ενώ τη μούμια, που θα βρίσκεται πάνω σε αγροτικό κάρο και όχι σε κιλλίβαντα πυροβόλου, θα συνοδέψουν εκατέρωθεν αυτής δύο σειρές παρθένων κουκουλοφόρων και αντιεξουσιαστών με μαύρα μπουφάν και κόκκινα περιβραχιόνια, που θα κρατούν σεμνά τα εξαπτέρυγα με τα σφυροδρέπανα. Την πομπή θα ακολουθούν οι αριστερές συνιστώσες με τραγιάσκες, μαζί με τους νεοφώτιστους του Πασόκ και η Ανταρσύα θα αναλάβει την περιφρούρηση της μούμιας μέχρι την τοποθέτηση της στο νέο μαυσωλείο της Κουμουνδούρου. Σε όλη τη διαδρομή, θα αναγιγνώσκονται κοντάκια από το «Κεφάλαιο» του Μαρξ και θα ψέλνονται κατανυκτικοί Ύμνοι της Διεθνούς.
Ο μαρξιολογιότατος κ. Φίλης και οι συν αυτώ αρχιμαρξιστές, διαφωτιστές και κατηχητές, απορρίπτουν μετά βδελυγμίας κάθε πιθανή σχέση ανάμεσα στη σεπτή λενινιστική μούμια με την ειδωλολατρική λειψανοθήκη της Αγίας Βαρβάρας, παραπέμποντας με έμφαση στην εννοιολογική διαφορά των δύο περιπτώσεων, καθώς όπως λένε, τα λείψανα της σκοταδιστικής Αγίας τα ανέδειξε ο ίδιος ο Θεός, αλλά τον ημίθεο Λένιν τον ταρίχευσαν οι ορθολογιστές άνθρωποι! Με μια αναγωγή μεγάλης σημασίας σε σημειολογικό επίπεδο, παρατηρούν ακόμα και τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στα κεριά και στα λιβάνια της ορθόδοξης ειδωλολατρίας και στα κόκκινα γαρύφαλλα και στις  διακριτικές ταινίες που περιζώνουν τη λάρνακα της λενινιστικής μούμιας. Σύμφωνα πάντα με τους ειδικούς μαρξιολόγους, το λείψανο του Λένιν είναι ευωδιαστό και η διαφωτιστική του κάρα θεραπεύει δια παντός κάθε θρησκευτική «δεισιδαιμονία». Αρκεί, όπως ισχυρίζονται, να του βάλει κάποιος μερικές στρωτές ορθολογικές μετάνοιες και διώχνει μακριά τη μαστούρα από το «όπιο του λαού», που είναι η θρησκεία. Υπάρχουν φυσικά και ανεπιβεβαίωτες μαρτυρίες ότι πραγματοποιεί και «θαύματα», αναφέροντας χαρακτηριστικά την περίπτωση ενός άνου δυσλεκτικού νεαρού, που έπειτα από την προσκύνηση της μούμιας στη Μόσχα, άρχισε να απαγγέλει εκ μνήμης ολόκληρα κεφάλαια από το Μανιφέστο του Έγκελς και ενός παιδιού πέντε ετών, που έβγαλε ξαφνικά γένια και μιλούσε ξένες γλώσσες, που στο τέλος, αποδείχθηκε ότι ήταν αρχαία εβραϊκά!
maozhuxi_bΌπως είναι γνωστό, 25 ταριχευτές μουμιών τον επιμελούνται με κάθε φροντίδα για τους πιστούς της αθεΐας. Μάλιστα, καθώς λέγουν, τον εμβαπτίζουν σε λουτρά χημικών αντισηπτικών, ενώ καταμετρούνται καθημερινά και οι τρίχες από το γενάκι του να είναι ακριβώς 667, με την αγωνία, να μην αφαιρεθεί από κάποιον άθεο πιστό, ούτε μια και μπλέξουν έτσι με άλλους ανεπιθύμητους συμβολισμούς. Στην Ελλάδα, τη φροντίδα της λενινιστικής μούμιας θα αναλάβουν άθεοι γιατροί, αληθινοί ορθολογιστές επιστήμονες με πραγματικά πτυχία και όχι κάτι κομπογιαννίτες σαν τον Άγιο Λουκά τον Ιατρό, που ήταν ο μεγαλύτερος καθηγητής της χειρουργικής στην Ρωσία, ή σαν τον Μιχελογιαννάκη και την Ανεμοδουρά, οι οποίοι πήραν τα ιατρικά διπλώματα τους νύχτα με αλληλογραφία! Θα είναι, μάλιστα, από εκείνους τους γιατρούς, που εναντιώθηκαν στην επίσκεψη της Αγίας στο νοσοκομείο υπό το καθεστώς της επιστημονικής αγανάκτησης και για λόγους ειδωλολατρίας, ενώ η βασική τους ευθύνη θα είναι, να εξετάζουν το χρώμα της μούμιας, να την πουδράρουν με ρουζ και να γυαλίζουν την κάρα της.
Ωστόσο, πολλά είναι τα ερωτηματικά γύρω από τη σκοπιμότητα της μεταφοράς της μούμιας σε αυτή την χρονική περίοδο. Ο μαρξιολογιότατος κ. Φίλης επιμένει, ότι η έλευση της μούμιας γίνεται αποκλειστικά για ιδεολογικούς σκοπούς και προς στήριξη του δοκιμαζόμενου άθεου πληρώματος της μαρξοθρησκείας, που υπέστη ψυχολογικό πλήγμα από την επίσκεψη της Αγίας, καθώς όπως έγινε γνωστό, διάφοροι αποσκιρτήσαντες κομμουνιστές, θεάθηκαν να περιμένουν υπομονετικά στην ουρά του ιερού ναού, για να προσκυνήσουν ειδωλολατρικά τα λείψανα της. Παράλληλα, όπως φέρεται να δήλωσε γνωστός αιδεσιμομαρξιστής, που θέλησε όμως να διατηρήσει την ανωνυμία του, η έλευση της λενινιστικής μούμιας, θα βοηθήσει πολύ στην κατήχηση των μουσουλμανικών μαζών και στην ένταξη τους στο προλεταριακό χαλιφάτο, συγνώμη στο συνδικάτο, καθώς ο μουσουλμανισμός, φαίνεται πως θα είναι πιο συμβατός ψηφοθηρικά με την μαρξοθρησκεία από ότι ο χριστιανισμός.
Kim Jong Il_bΠάντως, δεν είναι και λίγοι αυτοί, που ισχυρίζονται, πως από πίσω κρύβονται και οικονομικοί λόγοι, καθώς ο «άγιος παγκάριος» δεν έχει ιδιαίτερες προτιμήσεις και ευλογεί όλα τα παγκάρια, αρκεί να κουδουνίζουν τα κέρματα. Επικαλούνται, μάλιστα, κρυφές συμφωνίες της κυβέρνησης με την Βόρεια Κορέα, την Κούβα και την Κίνα, προκειμένου να καταφτάσουν εκατομμύρια προσκυνητές από τις χώρες αυτές με ναυλωμένα τσάρτερς, καθώς τα έσοδα από τους Έλληνες προσκυνητές της λενινιστικής μούμιας, αναμένεται πως θα είναι περιορισμένα. Στην ίδια γραμμή, βρίσκονται και εκείνοι που μιλούν, για μια μελλοντική ανάπτυξη του μαρξιστικού προσκυνηματικού ρεύματος, ισχυριζόμενοι πως βρίσκονται στα σκαριά και άλλες συμφωνίες, για τη μεταφορά στην Ελλάδα και των μουμιών των άλλων κομμουνιστικών ινδαλμάτων, του Στάλιν, του Μάο Τσετούνγκ, του  Κιμ ιλ Σουνγκ, του Κιμ Γιονγκ Ιλ, του Χο Τσι Μινχ και του Εμβέρ Χότζα! Φυσικά, όλα αυτά διαψεύδονται προς το παρόν, αλλά θα ήταν πραγματικά πολύ εντυπωσιακό, αν τα λείψανα των ταριχευμένων « μαρξιστών προφητών», κατάφερναν τελικά να ανορθώσουν οικονομικά την χώρα που κατέστρεψε ο καπιταλισμός και να κάνουν το «θαύμα» τους! Αλληλούϊα!!
πηγή
https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjhnPMpf7xHG8I4r-0FcX-5evW_EhzsglCnH3B4nu05YKnGpX7Rrx-Ag496j5lASS7_b8jWNpY7068LZhlMSsIs3eTYuLXbhwcjUsMlk_0gYpQkqSf-xlroYVusZLSEpWk3BIWhzB8a77I/s400/10347801_641366502606038_3573159623578058240_n.jpg

Είμαστε χρεωμένοι με πνευματική κληρονομιά. Δεν μας σώζει καμιά δικαιολογία


Γέροντας Βασίλειος Ιβηρίτης
 
…Η θέση μας είναι προνομιακή και επικίνδυνη. Έχει καθοριστεί απ΄ αυτούς που μας γέννησαν, και δεν μπορούμε να κάνωμε ότι μας κατέβει.
Δεν μπορούμε ατιμωρητί οι Ορθόδοξοι Έλληνες να παιδιαρίζωμε, στηριζόμενοι σ΄ οποιαδήποτε δικαιολογία ή, περισσότερο, να αυθαδιάζωμε.
Αν αυτοί που προηγήθηκαν ημών και έζησαν και τάφηκαν σε τούτα τα χώματα, αυτοσχεδίαζαν κάνοντας το κέφι τους, τότε θα μπορούσαμε και εμείς να συνεχίσωμε αυτοσχεδιάζοντας.

Αν όμως έζησαν διαφορετικά· αν αποφάσισαν να πεθάνουν, και έτσι έζησαν· αν ο τρόπος της ζωής τους ήταν απόφαση θανάτου· αν όλη τους η δημιουργία, το ήθος, ο λόγος, τα έργα, η μορφή, η χειρονομία, το ορατό και αόρατο εξ αυτών είναι γεννημένο εκ του θανάτου, από τη θυσία όλων, για να γεννηθεί κάτι καλύτερο, άλλης φύσεως, άλλης υφής, για τους άλλους, για μας όλους· τότε δεν μπορούμε ατιμωρητί να αυτοσχεδιάζωμε, να κάνωμε πρόβες, να παίζωμεν εν ου παικτοίς.
Αν δεν έχτιζαν την Αγια-Σοφιά όπως την έχτισαν, να χωρά τον κάθε άνθρωπο και την οικουμένη.
Αν δεν είχαν φτιάξει το Άγιον Όρος όπως το έφτιαξαν, για να σώζεται όλος ο άνθρωπος και να αδελφώνονται οι λαοί.
Αν δεν είχε θεολογήσει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς όπως θεολόγησε, ανακεφαλαιώνοντας την πείρα και τη ζωή της Ορθοδοξίας, σβήνοντας τη δίψα του σημερινού βασανισμένου νέου ανθρώπου.
Αν δεν είχαν αγωνιστεί, κλάψει, υπομείνει, προσευχηθεί, θυσιαστεί τόσοι άγνωστοι στα βουνά, στα νησιά και στις πόλεις. Αν δεν είχαν στα τραγούδια, στη ζωή και στα ήθη τους αυτή την ανθρωπιά που σε σφάζει.
Αν δεν ήσαν γενάρχες του νέου Ελληνισμού ένας άγιος Κοσμάς και ένας Μακρυγιάννης.
Αν δεν υπήρχαν όλα αυτά στο αίμα μας, τότε θα μπορούσαμε να κάνωμε ότι μας κατέβει.
Τώρα δεν είναι έτσι. Τώρα βρισκόμαστε εν τόπω και χρόνω αγίω. Δεν μπορούμε να είμαστε επιπόλαιοι. Δεν ανήκομε στον εαυτό μας. Ανήκομε σ΄ αυτούς που μας γέννησαν, και σ΄ όλο τον κόσμο. Είμαστε χρεωμένοι με πνευματική κληρονομιά. Δεν μας σώζει καμιά δικαιολογία. Και όλα να τα πετάξωμε από το σχολείο, τα αρχαία, τα νέα, τα ιερά και τα όσια, δεν μπορούμε να δικαιολογηθούμε σε κανέναν, να απαλλαγούμε, ούτε να ξεχάσωμε το χρέος μας. Δεν μπορούμε να στοιχειοθετήσωμε κανένα άλλοθι.
Θα έχωμε να αντιμετωπίσωμε αυτούς που προηγήθηκαν και αυτούς που έρχονται.
Τα ψεύτικά μας καμώματα θα μας πετάξουν κατά πρόσωπο. Γιατί κάποτε θα ξυπνήσουν αυτοί οι μικροί, που θα πούνε όχι στο ψέμα, στην επιπολαιότητα, στην παραχάραξη, στην πλαστογραφία, στην προδοσία, που χαλκεύεται εγκληματικά και θρασύδειλα με εκπαιδευτικά προγράμματα, αναγνωστικά βοηθήματα, οπτικοακουστικές εκπομπές.
Και αυτοί που θα πουν όχι θα έχουν απροσδιόριστες δυνάμεις που ξεπερνούν αυτούς τους ίδιους. Θα είναι μαζί τους τα πνεύματα των περασμένων και τα διψασμένα παιδιά όλου του κόσμου…

πηγή_Από το βιβλίο: Το Άγιον Όρος και η παιδεία του γένους μας (Ιερά Μονή Ιβήρων Αγίου Όρους)

“Μέτσοβο 1900″ στο Λουτρό των Αέρηδων


metsobo1900-murtw-papadopoulou
Η έκθεση φωτογραφίας “Μέτσοβο 1900″ εγκαινιάζεται την Κυριακή 17 Μαΐου 2015 στο Λουτρό των Αέρηδων στην Πλάκα. Μια έκθεση με φωτογραφίες της Μυρτώς Παπαδοπούλου που αναβιώνουν την καθημερινή ζωή στον ορεινό οικισμό του Μετσόβου στις αρχές του 20ου αιώνα χρησιμοποιώντας αυθεντικά ρούχα και αντικείμενα της εποχής.
Φωτογραφίες που μας ταξιδεύουν σε μια εποχή μεγάλων αλλαγών που μεταμορφώνουν τις ορεινές κοινότητες της Πίνδου, μας καλούν να ανακαλύψουμε άγνωστες πτυχές της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωή του Μετσόβου. Μέσα από τη διαρκή επαφή με Ανατολή και Δύση και την αφομοίωση νέων προτύπων και συνηθειών, το Μέτσοβο του 1900 μας αποκαλύπτει έναν κόσμο που βασίζεται στην αλληλεγγύη , την αυτόχθονη βιώσιμη παραγωγή, την παιδεία και τον ευεργετισμό, αρχές που είναι ιδιαίτερα σημαντικές και επίκαιρες στην εποχή μας.
to-metsobo-tou-1900-mesa-apo-ton-fotografiko-fako-2
H φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2014 στο Μέτσοβο (στο Μοναστήρι του Αγίου Νικολάου , στον κήπο του Αγίου Γεωργίου και στο ίδιο «αρχοντικό Τοσίτσα» όπου στεγάζεται το Λαογραφικό Μουσείο Μετσόβου) και όλα τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στις αναπαραστάσεις είναι κάτοικοι του Μετσόβου. Οι φωτογραφίες, που συνοδεύονται από κείμενα και από προβολή ντοκιμαντέρ για την ιστορία του Μετσόβου, τραβήχτηκαν στα πλαίσια ενός καινοτόμου έργου ανάδειξης του Λαογραφικού Μουσείου Μετσόβου του Ιδρύματος Βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα. Με ιστορικό σύμβουλο την καθηγήτρια Χριστίνα Κουλούρη (Πάντειο Πανεπιστήμιο), το έργο περιλαμβάνει διαδικτυακή πλατφόρμα με διαδραστική αναπαράσταση της ζωής στο Μέτσοβο το 1900, ανασκόπηση της ιστορίας της Ηπείρου καθώς και περιήγηση στην πλούσια συλλογή του Μουσείου.
Η έκθεση διοργανώνεται από το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης σε συνεργασία με το Ίδρυμα Βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα στο πλαίσιο του εορτασμού της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων 2015.
to-metsobo-tou-1900-mesa-apo-ton-fotografiko-fako
Η Μυρτώ Παπαδοπούλου ζει και εργάζεται στην Ελλάδα ως φωτογράφος και δημιουργός ντοκιμαντέρ.
Έχει διακριθεί από το Magenta Foundation “Emerging Photographer 2013”, έχει παρουσιαστεί στο Ευρωκοινοβούλιο και στο TEDx της Θεσσαλονίκης 2014, ενώ παράλληλα έχει συμμετάσχει σε διεθνή φεστιβάλ όπως στο Photoquai στο μουσείο του Quai Branly (Παρίσι), στο New York Festival 09, στο Look3 Between 2010 (ΗΠΑ), στο DUMBO Arts Festival 2011 (Νέα Υόρκη), στο Athens Photo Festival 2008, 2010, 2011, 2012, στο Flash Forward Exhibition 2013, 2014 (Τορόντο και Ουάσινγκτον), στο Greek America Foundation / Film & Photo Week 2014 (Τορόντο).
Συνεργάζεται με τα διεθνή ΜΜΕ και έντυπα TIME Magazine, Geo International, Die Zeit, Le Monde, Wired, DAS Magazine, Capital, Corriere della Sera, Lens New York Times, Time.com ενώ το ντοκιμαντέρ της THE NEW PLASTIC ROAD, σε συμπαραγωγή με το ZDF/ARTE, παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης 2015.
Έχει σπουδάσει στην ΑΣΚΤ του Αριστοτελείου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το 2006 έκανε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στο Διεθνές Κέντρο Φωτογραφίας της Νέας Υόρκης ( International Center of Photography) απ’ όπου πήρε και υποτροφία.

Εντυπωσιάζει με τις νυχτερινές λήψεις του!

Screen shot 2015-05-15 at 4.32.31 AM
Ο Mikko Lagerstedt είναι ένας αυτοδίδακτος φωτογράφος που ζει στην πόλη Kareva της Φινλανδίας και ειδικεύεται στις νυχτερινές λήψεις. Οι εικόνες του εμφανίζονται στο Instagram και κερδίσουν τις εντυπώσεις αφού παρουσιάζουν τη νύχτα με έναν τρόπο μαγικό. Καθετί γύρω του τον εμπνέει να φωτογραφίσει και να δημιουργήσει εξαιρετικά σκηνικά μέσα σε φυσικά τοπία που εκπλήσσουν.
«Πολλές φορές απολαμβάνω την ομορφιά της φύσης, τη βροχή, τον ήλιο, τη νύχτα, το ηλιοβασίλεμα… Κάποια στιγμή σκέφτηκα να κρατήσω όλες αυτές τις εικόνες αναλλοίωτες. Πήρα τη φωτογραφική μου και ξεκίνησα να φωτογραφίζω». λέει εκείνος. Όσο για την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα των σκηνικών; «Έχασα τον καλύτερό μου φίλο στα 20 και αυτό επηρέασε και τον τρόπο που σκέφτομαι αλλά και το πώς βλέπω τα πάντα γύρω μου», εξηγεί.


Screen shot 2015-05-15 at 4.32.46 AM
Screen shot 2015-05-15 at 4.32.55 AM
Screen shot 2015-05-15 at 4.33.05 AM
Screen shot 2015-05-15 at 4.33.18 AM
Screen shot 2015-05-15 at 4.33.27 AM
Screen shot 2015-05-15 at 4.33.37 AM
Screen shot 2015-05-15 at 4.33.45 AM
Screen shot 2015-05-15 at 4.33.56 AM
Screen shot 2015-05-15 at 4.34.13 AM
Screen shot 2015-05-15 at 4.34.22 AM

Πηγή

χωρίς σχόλιο

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhk2l8pPHQowFH_EOtDSmvCcwrOwwpKx2Nk3AQ9yYbOABDZhiIK95xyeXThf1JKQBDxh1Qiy59LFlXEZD7sGdBadYKTKBAU9FmXgxSnT9JOO1TVkZwhqeh6n5Xx5SLmofrdnyxMsfalV9Zv/s1600/photo+(1).PNG

Εικαστικός ρεπόρτερ στην Αθωνική Πολιτεία

Άνοιξη του 2013. Ο ζωγράφος Τιμ Βάινερ με διαβατήριο την πρώτη υποτροφία που θέσπισαν από κοινού το Royal College of Art (RCA), ο αρχιτέκτονας-ζωγράφος Νταγκ Πάτερσον και η Αγιορείτικη Εστία, φθάνει στο Αγιον Ορος για μια εικαστική περιήγηση στα βήματα των Μπάρσκι, Λιρ, Ντέιβις, Μπραμπαζόν-Μπραμπαζόν. Ο Βρετανός δημιουργός, ως εικαστικός ρεπόρτερ της εποχής μας, σε αντίθεση με τους περιηγητές του 19ου αιώνα, δεν κρατάει πινέλα και χαρτί αλλά iPad πάνω στο οποίο σχεδιάζει να καταγράψει εικόνες της Μοναστικής Πολιτείας με τα πιο σύγχρονα εικονογραφικά μέσα. Μεγαλωμένος μέσα στην Αγγλικανική Εκκλησία, ελάχιστα γνωρίζει για την Ορθοδοξία κι ακόμη λιγότερα για την τελετουργική παράδοση και το καθημερινό τυπικό Αγιορείτικης Πολιτείας.


Οι πρώτες εικόνες τον εντυπωσιάζουν. «Η αρχιτεκτονική μοιάζει με θεατρικό σκηνικό και το τοπίο σου κόβει την ανάσα», περιγράφει μεταφέροντας στην «Κ» τον ενθουσιασμό του από την πνευματικότητα και τη δύναμη της παράδοσης, από τους κρεμαστούς κήπους της Σιμωνόπετρας, την παγκοινιά των μοναχών, τις χειρονομίες ευγένειας και καλοσύνης, τη μεθυστική εμπειρία από τις ακολουθίες και τις ψαλμωδίες, την «κίνηση» στο καθολικό που «επιτρέπει σε μοναχούς και προσκυνητές να συνδεθούν άμεσα με τον Θεό μέσα από τις θαυματουργές εικόνες».

«Εκπληκτικοί κήποι σε αναβαθμίδες, που αντιστηρίζονται με ξερολιθιές,
 κατεβαίνουν κλιμακωτά ώς τη θάλασσα. Κάθε επίπεδο με συστήματα
 άρδευσης παράγει κηπευτικά προϊόντα υψηλής ποιότητας
 για τη μοναστική κοινότητα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους»
 («Οι κήποι της Σιμωνόπετρας», υδατογραφία/γκουάς).
Το περιβάλλον εξ αρχής εμπνέει, όμως η σύντομη συμμετοχή του στη ζώσα Μοναστική Πολιτεία ανατρέπει τα δεδομένα της ώς τότε επαγγελματικής του εμπειρίας. Από τις πρώτες επισκέψεις του διαπιστώνει πως αυτή η αποστολή δεν μοιάζει με τις άλλες. Συνηθισμένος να καλύπτει μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις –μεταξύ αυτών και των Ολυμπιακών Αγώνων της πατρίδας του για τους «Τάιμς» του Λονδίνου– όπου είχε ασκηθεί να εργάζεται με ταχύτατους ρυθμούς, να αιχμαλωτίζει τη στιγμή, να σχεδιάζει και να μεταφέρει έγκαιρα την επικαιρότητα με ζωγραφιές, στο Αγιον Ορος έπρεπε να μάθει να επιβραδύνει τον ρυθμό του, να ρίχνει μια δεύτερη, πιο προσεκτική και σε βάθος ματιά.

Και δεν ήταν μόνο αυτό. Μολονότι η σύγχρονη τεχνολογία έχει εισχωρήσει στην Αθωνική Πολιτεία, μερικοί Πατέρες, όπως περιγράφει, «ήταν καχύποπτοι με το iPad. Ενας μοναχός στη Λαύρα με ρώτησε εάν ήμουν κατάσκοπος. Ενας άλλος, εάν μπορούσα να μιλήσω στο ipad. Κάποιοι με παρακάλεσαν να μην αναρτήσω φωτογραφίες τους στο Facebook! Οταν κατάφερα να κερδίσω την εμπιστοσύνη κάποιων, τους ζήτησα να τους ζωγραφίσω. Οχι να τους φωτογραφίσω. Ορισμένοι αρνήθηκαν. Σε άλλους άρεσε η ιδέα να καθίσουν για 10 λεπτά ακίνητοι σε μια βεράντα και ενώ τους σχεδίαζα, συζητούσαμε για τις ζωές μας».

Τρεις επισκέψεις

Τρεις πολυήμερες επισκέψεις χρειάστηκαν για να διαμορφώσει ένα ολοκληρωμένο συνθετικό πορτρέτο της Αθωνικής Χερσονήσου που παρουσιάζει η «Αγιορείτικη Εστία» (Εγνατίας 109). Στην έκθεση «Μια εμπειρία ζωής στο Αγιον Ορος», η επιμελήτρια Συραγώ Τσιάρα, διευθύντρια του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης του ΚΜΣΤ, ανοίγει περίτεχνα το εικαστικό του ημερολόγιο. Ξετυλίγει τα στάδια της προσέγγισης (προσχέδια, τετράδια εργασίας, σχέδια στο i-pad, ακουαρέλες) καθιστώντας τους θεατές συμμέτοχους της ψηφιακής ελευθερίας μπροστά στις οθόνες όπου σχεδιάζονται εν ριπή οφθαλμού σκηνές του Αθω ντυμένες με τη μουσική του Γερμανού Στέφαν Μίκους «Α journey to the Holy Mountain».

Τα σύγχρονα εικονογραφικά εργαλεία μπορούν να αποδώσουν τα ουσιώδη αυτού του τόπου; «Στο πρώτο μου ταξίδι αναρωτήθηκα αν το iPad μπορεί να αποδώσει σε ένα τόσο μεγάλο τοπίο. Ωστόσο όσο γνώριζα τους μοναχούς και τη δομή του βίου τους, το iPad γινόταν όλο και πιο χρήσιμο», απαντάει ο Τιμ Βάινερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μπαθ. «Η υποτροφία μου επέτρεψε να γνωρίσω τη ζωή των Πατέρων και το iPad –πιο διακριτικό από τη φωτογραφική μηχανή– να γεφυρώσω το χάσμα ανάμεσά μας. Το χρησιμοποίησα ως σημειωματάριο σχεδίου που είναι γεμάτο από χρώματα και ζωή. Πολλοί μοναχοί εξεπλάγησαν από την τεχνολογία και ενθουσιάστηκαν από το τελικό αποτέλεσμα που έβλεπαν στην οθόνη».

Τα μισά σχεδόν έργα έχουν παραχθεί εξ ολοκλήρου στην αρχική τοποθεσία. Τα υπόλοιπα, βασισμένα σε χειρόγραφα, σχέδια και σημειώσεις πήραν τελική μορφή στο εργαστήριό του στην Αγγλία. «Συνδύασα ζωηρά υδροχρώματα και κάθε μέσον για να αποδώσω την ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του μοναστικού βίου, της αδιάλειπτης προσευχής, του πνεύματος της φιλίας και του κοινού βίου. Είτε χρησιμοποιώ τις παραδοσιακές τεχνικές είτε ψηφιακά μέσα, το έργο μου βασίζεται στα επιτόπια βιώματα και προσπαθεί να αποδώσει διαστάσεις του τόπου και του χρόνου».

Πειθαρχία

Πόσο διαφορετική ήταν αυτή η αποστολή σε σχέση με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου; «Η υποτροφία ήρθε ακριβώς μετά το πιεστικό πρότζεκτ των Ο.Α., να επισκεφτώ έναν τόπο μακριά από την κοσμική ζωή, άγνωστο αλλά άκρως γοητευτικό. Από την άσκηση αυτοπειθαρχίας στο Λονδίνο, βρέθηκα “ενώπιος ενωπίω με την αυστηρότητα που χαρακτηρίζει την πειθαρχημένη ζωή των μοναχών”. H ανταπόκριση στην εφημερίδα αντιπροσώπευε επίτευγμα στον χρόνο και στην τεχνολογία. Στο Αγιον Ορος επανεκτίμησα τις παραδοσιακές δεξιότητες παρατήρησης. Εμαθα να αξιολογώ τον ρυθμό και τον χρόνο χρησιμοποιώντας το ψηφιακό σχέδιο ως δημοσιογραφικό εργαλείο».

Σήμερα, ένα χρόνο μετά, η αξία αυτής της αποστολής βρίσκεται βαθιά μέσα του: «Εάν έχεις επισκεφθεί το Αγιον Ορος έστω και μια φορά δεν πρόκειται να το ξεχάσεις. Είναι ένας τόπος που απαιτεί την προσοχή σου. Το να περπατάς σε αρχαία μονοπάτια αντικρίζοντας την αρχιτεκτονική και τη ζώσα παράδοση χιλίων και πλέον ετών, έχεις την αίσθηση της μεγάλης ιστορίας. Ημουν τυχερός που τον γνώρισα».

Στη Βρετανία υπάρχει μεγάλη παράδοση του ζωγραφικού ρεπορτάζ από εμπορικούς καλλιτέχνες, εξηγεί ο Τιμ Βάινερ, μεταφέροντας την εμπειρία της εικαστικής ανταπόκρισης (τέχνη που διδάχθηκε στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών και στο Camberwell από καθηγητές που είχαν εργαστεί ως πολεμικοί καλλιτέχνες) μεγάλων αθλητικών διοργανώσεων: Ολυμπιακοί Αγώνες Πεκίνου και Λονδίνου, Παγκόσμια Κύπελλα Ποδοσφαίρου ως επίσημος εκπρόσωπος της Αγγλικής Ομοσπονδίας Επαγγελματικού Ποδοσφαίρου. «Οσο προχωράει η τεχνολογία καταναλώνουμε τα νέα πολύ γρήγορα. Δεν περιμένουμε πλέον την εφημερίδα για να μάθουμε τι γίνεται στον κόσμο. Κατά την προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων του ’12 με τους “Τάιμς” αναζητούσαμε έναν διαφορετικό τρόπο χρήσης των ζωγραφικών έργων για να κάνουμε το κοινό να “μπει” στους αγώνες. Στις συσκέψεις μια ανάγκη προέκυπτε: η έκδοση εικαστικών έργων σε πραγματικό χρόνο. Αυτό οδήγησε στη χρήση του iPad που μου επέτρεψε να ζωγραφίζω από όποιο σημείο του Λονδίνου βρισκόμουν ανεβάζοντας τρεις εικόνες ημερησίως ταχύτατα. Η άμεση ανταπόκριση συνεπάγεται πολλή πίεση και έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωγραφικής. Αυτή την πειθαρχία χρησιμοποίησα στο Αγιον Ορος, αλλά εκεί είχα τον χρόνο να εμβαθύνω στα έργα μου».

​​Η έκθεση διήρκησε ώς τα τέλη Φεβρουαρίου. Μετά τη Θεσσαλονίκη  μεταφέρθηκε στο Λονδίνο.


πηγή:ΓΙΩΤΑ ΜΥΡΤΣΙΩΤΗ

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: Ο κόσμος του, ο κόσμος μας ( Μαρία Σαμλίδου)

PAPADIMANTHS

«Ἐβαπτίσθη τῇ Δευτέρᾳ ἡμέρα τοῦ Πάσχα καί ὠνομάσθη Ἀλέξανδρος· ἔτυχε δέ τότε, ἐνῷ ὁ βαπτίζων αὐτόν παπά – Νικόλαος ἔρριπτε τό ἔλαιον εἰς τήν κολυμβήθραν, νά σχηματισθῇ αὐτομάτως ἐπί τοῦ ὕδατος αὐτῆς σταυρός διά τοῦ ἐλαίου· τό δέ περίεργον τοῦτο συμβεβηκός ἐξήγησεν ὁ παπά – Νικόλαος εἰπῶν ὅτι αὐτό τό παιδί θά γίνῃ μεγάλο».

(Ἀπό γράμμα τοῦ παπά – Γιώργη Ρήγα τοῦ Σκιάθιου στόν ἐκδότη Δικαίο).

Ὅσοι ξυπάζονται μέ κάθε τί πού δέν εἶναι γέννημα αὐτοῦ τοῦ τόπου, ἀλλά ἔρχεται ἀπό ἔξω καί εἶναι φράγκικο, λογαριάσανε τόν Παπαδιαμάντη ὡς ἠθογράφο.
Εἶναι ἠθογράφος ὁ Παπαδιαμάντης, γιατί ὁ κόσμος του κινεῖται μέσα στά ἔθιμα, τά ὀρθόδοξα καί ἑλληνικά. Αὐτό, ὅμως, δέ σημαίνει πώς οἱ ἄνθρωποι πού ἔστησε δέν εἶναι βαθύτατα ἀνθρώπινοι.Ὁ κόσμος του εἶναι γεμᾶτος ἀπό ἀνθρώπους ὁλοκληρωμένους, εἴτε εἶναι ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, εἴτε εἶναι ἄνθρωποι τοῦ διαβόλου, εἴτε, τέλος, ταλαντεύονται ἀνάμεσα στό καλό καί στό κακό. Εἶναι ἄνθρωποι ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ. Καί πραγματικός εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού δέν πασχίζει νά παρουσιαστῇ διαφορετικός ἀπό ἐκεῖνον πού εἶναι. Εἴτε καλοί, εἴτε κακοί, εἴτε δίκαιοι ἤ ἄδικοι, εἴτε ἅγιοι ἤ δαιμονικοί, δέν εἶναι ἀντίγραφα ἀπό ξένα πρότυπα. Δέν εἶναι μασκαρεμένοι. Εἶναι ἄνθρωποι ριζωμένοι βαθιά στή γῆ πού τούς γέννησε. Ὁ κόσμος του γεννιέται, ζεῖ καί πεθαίνει μέσα στό κλῖμα τῆς παράδοσης.
Οἱ ἄνθρωποί του δέ σαλεύουνε στό κενό. Δέν ἀρμενίζουν στά…κουτουροῦ. Δέν ἀκολουθοῦν τό φύσημα τοῦ ἀέρα. Θεός τους δέν εἶναι ἡ μίμηση καί ἡ μόδα. Καί ὅταν λέω μόδα, δέν ἐννοῶ τό περίβλημα, τό ἐφήμερο, τό διακοσμητικό, ἀλλά αὐτό πού σφραγίζει τήν τέχνη, τή μουσική, τήν ἐπιστήμη, τή λογο-τεχνία, τή φιλοσοφία, γιατί ὄχι καί αὐτήν ἀκόμη τή θεολογία.
Καί τό χειρότερο καί πιό καταπληκτικό εἶναι ὅτι ἐμείς οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι μέ φλάμπουρο δύο ξόανα, τό νέο – ποιός μπορεῖ νά ὁρίσῃ, τελικά, τί εἶναι νέο – καί τήν πρόοδο – τήν ταλαιπωρημένη καί καθυστερημένη – πέφτουμε ἀπό ψευδαίσ-θηση σέ ψευδαίσθηση. Τό ἄθροισμά τους συνεπάγεται μοντερνισμό.
Οἱ ἔχοντες καί κατέχοντες εἶναι μοιραῖα οἱ πρῶτοι καί οἱ μόνιμα «μοντέρνοι» κάθε ἐποχῆς. Ὁ ἐκσυγχρονισμός εἶναι τό τερτίπι τους. Μόνον ὁ λαός ἔχει ἔθιμα καί μόνον ὁ λαός ἔδινε στόν Παπαδιαμάντη τήν εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου πού δέν ξεριζώθηκε. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶχαν τήν ἔγνοιά του καί τήν ἀγάπη του.
Ὁ κόσμος του εἶναι ἕνα πλῆθος ἀνθρώπων ἀδύνατων, πού ἀγαπούσανε, πού πονούσανε, πού ἁμαρτάνανε, πού μετανοι-ώνανε, πού πεθαίνανε, ὅπως πεθαίνουμε ὅλοι μας. Ἦταν ἄνθρωποι φτιαγμένοι ἀπό κάποια διαφορετική πάστα, ἀπό τούς ἐκσυγχρονισμένους.
Ὁ κόσμος του ἦταν πάντα σέ ἀντιπαράθεση πρός τόν κόσμο τόν πλούσιο, τόν ἐξευρωπαϊσμένο μέ τίς ἀνέσεις του καί τίς ἀστικές του μικροφιλοδοξίες, πού ἔχουν γιά ἰδανικό τή σταδιοδρομία, τήν κοινωνική προβολή καί καταξιώση, τήν ἄνεση. Αὐτόν τόν κόσμο τῶν δουλοπάροικων πού ἔχουν στραμμένες τίς αἰσθήσεις τους καί τίς ζωές τους στά πρότυπα τῆς Φραγκιᾶς.
Στό διήγημά του «Λαμπριάτικος Ψάλτης» γράφει: «Τά πλεῖστα τῶν ὑπ’ ἐμοῦ γραφέντων ἐορτασίμων διηγημάτων ἔχουσιν, ἀς μοῦ ἐπιτραπῇ ὁ λατινικός ὅρος a priori τήν ὑπόθεσιν, εἶναι δηλαδή μᾶλλον θρησκευτικά». Αὐτός ὁ χαρακτηρισμός τῶν διηγημάτων του, ἀπό τόν ἴδιο τόν Παπαδια-μάντη λύνει πολλές ἀπορίες. Οἱ δρόμοι τῆς εὔκολης φιλολογίας ἤ λογοτεχνίας εἶναι ξώ-πετσοι, ὅπως καί οἱ ἀνατριχίλες τῆς ἐπιδερμίδας.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὅμως, ἡ ὁποία ἀνασκάφτει προσε-κτικά ὁ Παπαδιαμάντης, εἶναι ἄλλο πρᾶγμα.   Ἡ ἀγωνία καί ἡ λαχτάρα γιά τό Θεό – γνωρίσματα κι ἐπιθυμίες τῆς ψυχῆς τοῦ καθενός μας, ἀκόμα καί ἐκείνων πού τό ἀρνοῦνται ἤ προ-σπαθοῦν νά ξεχάσουν – εἶναι ξάνοιγμα σέ ἀνοιχτά πέλαγα, εἶναι σύλληψη ζωῆς στό πιό βαθύ της νόημα, εἶναι περιοχή πνευματική, ὅπου δέν εἶναι γιά τόν καθένα. Εἶναι ὅμως, γιά τούς ἀθώους τῆς γνώσης, τούς ταπεινούς, τούς ἁπλούς.
Ἔτσι ἁπλός, φτωχός καί ὄχι θεολόγος μέ διπλώματα εἶναι ὁ παπά-Διανέλλος. Φτωχές καί ἀπλοϊκές εἶναι καί οἱ γυναῖκες πού τόν συνοδεύουνε τρεῖς ὧρες δρόμο, ἔως τό ἐκκλησάκι τοῦ Ἅη-Γιάννη τοῦ Προδρόμου. Δέν παριστάνουν πώς τάχα ἔχουνε ἀνησυχίες, οὔτε θεολογοῦνε, οὔτε συζητᾶνε ἀνούσια καί κομπαστικά. Καταφέρνον, ὅμως, νά στήσουνε ἕνα διάλογο, πού εἶναι μεστός ἀπό οὐσία καί πνεῦμα.
Μιά ἁπλῆ γυναίκα ρωτᾶ τόν παπᾶ γιά ἕναν ἄνθρωπο πού ὅλοι τόν λογαριάζουνε γιά πεθαμένο, καθώς τόν εἶχε πλακώσει μάγγανος. Τοῦ κάνανε μνημόσυνα καί ἕνας ἄγγελος ἔπαιρνε τό πιάτο μέ τά κόλλυβα καί τά πήγαινε στόν πλακωμένο κι ἔτρωγε. Ἐπί μέρες ἀνάσαινε ἀπό μία τρύπα. Ἐπιτέλους κατάφερε νά σηκώσῃ τό μάγγανο καί να λευθερωθῇ. Ποιά ἦταν τώρα ἡ ἀπορία τῆς γυναίκας; Γιατί ὁ ἄγγελος Κυρίου, ἀφοῦ τοῦ κουβαλοῦσε τά κόλλυβα γιά νά τρέφεται, δέν ἔ-κανε κάτι πιό ἁπλό, πιό γρήγορο καί πιό πρακτικό. Γιατί δέ σήκωνε τό μάγγανο ἀπό τήν ἀρχή γιά νά λευθερωθῇ ὁ ἄνθρωπος;
Καί ὁ παπά-Διανέλλος ἀποκρίνεται:
«Γιατί ὁ σκοπός δέν ἦτανε νά δειχθῇ ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, ὅπου εἶναι ἀποδεδειγμένη δι’ ἀπείρων θαυμάτων, ἀλλά νά φανερωθῇ μόνον ἡ δύναμη τῶν μνημοσύνων καί τῶν διά τοῦς νεκρούς προσφορῶν, καί ὅτι τίποτε, τό ὁποῖον θυσιάζει ὁ ἄνθρωπος, τίποτε τό ὁποῖον προσφέρει εἰς τόν θεόν, εἰς τούς φτωχούς, καμμία καλή πράξις, καμμία ἀρετή, καμμία ὑπομονή, κανέν μαρτύριον, κανέν δάκρυ, τίποτε δέ χάνεται. Ὅλα σπείρονται εἰς γῆν ἀγαθήν, ὡς ὁ κόκκος τοῦ σίτου, εἶπεν ὁ Κύριος, ὅπου δέ πέσῃ εἰς τήν γῆν καί ἀποθάνει (καί τοιαῦτα εἶναι τά κόλλυβα, οἰούτοι καί οἱ νεκροί) πολύν καρπόν φέρει. Οἱ σπείροντες ἐν δάκρυσι, ἐν ἀγαλλιάσει θεριοῦσιν»
«Τό λέγει αὐτό τό Εὐαγγέλιον; Ρωτά ἡ γυναίκα»
«Τό λέγει τό ψαλτήρι, εἶναι λόγος Θεοῦ καί ἐμπνευσμένον ἀπό τό Πνεύμα τό Ἅγιον…»
Ὁ κόσμος τοῦ Παπαδιαμάντη εἶναι οἱ ὁρίζοντες του τόπου του. Οἱ περισσότεροι ἀπό ἐμᾶς πιστεύουμε πῶς οἱ ὁρίζοντες τοῦ «ἔξω ἀπό τόν τόπο μας» εἶναι πολύ μεγαλύτεροι. Οἱ τάχα μου δῆθεν εὐρύτεροι ὁρίζοντες εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς ξαναμμένης φαντασίας και ψευδαίσθησης.Ὁ τόπος μας μέ τούς ἀνθρώπους του εἶναι μιά οὐσιαστική δειγματοληψία τῆς ἀνθρωπότητας. Καί κάτι περισσότερο: Εἶναι ὁ ΑΛΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ.Αὐτός, λοιπόν, ὁ ἄλλος ἄνθρωπος, δέν εἶναι, οὔτε τυφλός, οὔτε κουφός, οὔτε χωρίς αἰσθητήριο, οὔτε ἠλίθιος, ἀλλά ἀνοιχτομάτης, μέ κρίση καί ἔνστικό, ἄρα ἐνόχληση μαζί και περι-πέτεια. Καί αὐτή ἡ περιπέτεια εἶναι πολύ πιό ἔντονη ἀπ’ ὅ,τι ἡ ἀδιαφορία πού χαρακτηρίζει τούς ὁρίζοντες τῆς Φραγκιᾶς.
Ἄλλο ὁ πλησίον, ἄλλο ἡ ἀνθρωπότητα. Ὁ πλησίον εἶναι ἐδῶ, δίπλα μας, παρέκει μας. Ἡ ἀνθρωπότητα εἶναι ἔννοια ἀφηρημένη καί ἄπιαστη. Οἱ σημερινοί ἄνθρωποι μετράνε μεγάλες ἰδέες, μεγάλες ἀγορές, μεγάλους πολιτισμούς, μεγάλες ἠπείρους, σ’ ἕνα καζάνι, αὐτός τῆς παγκοσμιοποί-ησης. Αὐτοί οἱ κόσμοι μέ τούς «εὐρεῖς ὁρίζοντες», ὅμως, στήν πραγματικότητα εἶναι πολύ πιό στενοί ἀπό ἕνα σοκκάκι τοῦ τόπου τῆς Σκιάθου.
Στίς μεγάλες πόλεις ἤ μητροπόλεις, ἀφοῦ εἶναι πρακτικά ἀδύνατο νά συνευρίσκωνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μαζί, ἐπινόησαν μια πρακτική καί βολική διάσπαση: Οἱ ἄνθρωποι πού ἔχουν κοινά γούστα ἤ σκοπούς ἤ ἰδέες, φτιάξανε κλειστές ὁμάδες, πού στήν οὐσία δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά κλίκες. Αὐτός, ὅμως, ὁ χωρισμός, ὄχι μονάχα δέν πλαταίνει τόν ὁρίζοντα, ἀλλά τόν στενεύει.Μία πεζότατη σύνθεση, ἀπ’ ὅπου λείπει τό βασικό γνώρισμα τῆς ζωῆς: ὁ ἀντίλογος καί ἡ ποικιλία.Στενά καί ἀποπνιχτικά, μία πλήξη ἀπό Ἅδη. Ἕνας κοσμικός ἀναχωρητισμός, ὅπου οἱ ἄνθρωποι θέλουν νά εἶναι ἀθέατοι, ὄχι ἐπειδή προτιμοῦν τήν προσευχή καί τήν ἐπικοινωνία μέ τό Θεό, ἀλλά ἐπειδή προσπαθοῦν ν’ ἀποφύγουν τόν πλησίον.Ὁ Μολιέρος πού ἤξερε αὐτήν τήν ἀλήθεια, γνώριζε πώς μέσα στό σπίτι του κιόλας, ὑπῆρχε μια καλή δειγματοληψία τῆς ἀνθρωπότητας, γι’ αὐτό καί κάθιζε ἀντίκρυ του τήν ὑπηρέτριά του καί τῆς διάβαζε τίς κωμωδίες του. Ὁ Παπαδιαμάντης ἔχει ἀπόλυτη συνείδηση, ὅτι τό γνήσιο φαίνεται παράδοξο καί τό φτιαχτό γίνεται πιστευτό.
Πῶς ν’ ἀντικρύσουμε τήν ἁπλῆ ἀλήθεια ἐμεῖς, οἱ ἐκσυγχρονισμένοι, ὅταν κάθε τί νέο γίνεται ἐπιτακτική ἀνάγκη; Χάνουμε κάθε μέρα πού περνάει τήν αἴσθηση τῆς πληρότητας τοῦ «τετελεσμένου», νομίζοντας ὅτι βλέπουμε καθαρά τό αὔριο. Φουτουρισμός στή λογοτεχνία καί στήν τέχνη. Νά κυνη-γᾶμε τά ἀφηρημένα, τά ἀσύλληπτα, τά ἀκατανόητα.
Ὁ Ζάχος καί τό μπουζούκι του στή «Στρίγγλα Μάννα», δέν ἐκφράζει πανανθρώπινες ἰδέες, ἀλλά πράγματα ἀνθρώπινα καί συγκεκριμένα.Ὁ τόπος του, ὁ κόσμος του, οἱ ἄνθρωποι. Δε λιποταχτοῦν στούς εὐρεῖς ὁρίζοντες τῆς «Ἑσπερίας», παρά κάνοουν ἀκατόρ-θωτα πράγματα. Μπορεῖς νά εἶσαι ὁ παπά-Γιάννης πού, παρά τά χρόνια του, στέκεται ὄρθιος καί τήν ἴδια μέρα ὑποδέχεται τό Δεσπότη, θάβει τό ἔγγονι του, δέχεται τό συμπεθεριό τῆς νιόπαντρης κόρης του καί δέχεται ταυτόχρονα μιά κοινοποίηση πού τοῦ γνωστοποιεῖ τήν ἀπόφαση γιά ἕνα χρέος δύο χιλιάδων δραχμῶν. Καί ὅλα αὐτά μ’ ἐγκαρτέρηση καί ὑπομονή καί μέ δοξολογία στόν Παντοδύναμο. Ποῦ νά βρῆ κανείς εὐρύ-τερο ὁρίζοντα ἀπό αὐτόν;
Ὅταν σαρκάζῃ τόν «πολιτισμόν εἰς τό χωρίον», ὅταν λογαρι-άζῃ τούς κακούς ἀντιγραφεῖς τῶν τάχα μου ἀντιπροσω-πευτικῶν πολιτικῶν κομμάτων, ὡς χαλασοχώρηδες, ὅταν μᾶς δίνῃ ἀνάγλυφα τήν ἀποκρουστική εἰκόνα στίς ἐκλογές, ἀπό τή μιά τό τέρας τῆς ὀχλοκρατίας καί ἀπό τήν ἄλλη τό τέρος τῆς πλουτοκρατίας, τό κάνει μέ πόνο ψυχῆς, γιατί ὅλα αὐτά γί-νονται δῆθεν για τό λαό. Ἐνῷ ξέρει πώς, οὔτε ἀπό τό λαό πηγάζουνε ὅλα αὐτά, οὔτε γιά τό καλό του γίνονται.
Ξέρει ὅτι τό Προπατορικό ἁμάρτημα συνεχίζεται, ὅτι ἡ μίμησις Χριστοῦ ἔχει λησμονηθεῖ. Ξέρει, ἐπίσης, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον, πώς ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἡ ἰδανική ἀποστολική Ἐκκλησία, ἀλλά μιά Ἐκκλησία στά χέρια ἀνθρώπων που σκανδαλίζουν. Δέν εἶναι ἡ ἀκτημοσύνη, ἡ ὑπακοή καί ἡ παρθενία τῶν μοναχῶν πού δέν ἀρέσουν στόν λαό, ἀλλά ἡ ἰδιοκτησία, ἡ ἀνυπακοή καί οἱ σεξουαλικές ἁμαρτίες, πού ρίχνουνε τό μοναστικό βίο στά μάτια του. Δέν εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη, ἀλλά ἡ ἔλλειψη ταπει-νοφροσύνης, ἡ ἀλαζονεία καί ἡ προκλητικότητα πού κάνει τούς Χριστιανούς ἀποκρουστικούς. Ἄν ἡ Ἐκκλησία δέν ἔφτασε στούς ἀντικειμενικούς στόχους πού τῆς ἔταξε ὁ Χριστός, αὐτό σέ πολύ μεγάλο μέρος ὀφείλεται στά λάθη τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ κόσμος του πασχίζει νά βρίσκεται πιο κοντά στό Θεό. Εἶναι ὀργανικά δεμένος μέ τή δημιουργία τοῦ Δημιουργοῦ του. Τή γῆ καί τή θάλασσα. Ὁ κόσμος του δέν εἶναι ἀποκομμένος ἀπό τό Θεό. Ἡ Γραφή, τό συναξάρι, ἡ λειτουργία, οἱ ἀκολουθίες εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ἄνθρωπος. Ὅλα τ’ ἄλλα, τά θεωρη-τικά περισσεύουνε.
Στό διήγημα του «Ρεμβασμός τού Δεκαπενταύγουστου» περιγράφει ἕναν ὀργίλο, ἀλλά ἄκακο γέρο, τό γέρο – Φραγκούλα, ἔτσι ἀκριβῶς: «Ὁ γέρο – Φραγκούλας ἐπίστευε καί ἔκλαιγεν, ναί ἤτον ἄνθρωπος ἀσθενής, ἠγάπα καί ἡμάρτανε καί μετενόει». Σ’ αὐτόν τό χαρακτηρισμό – περιγραφή του γιά τό γέρο – Φραγκούλη, συνοψίζεται ἡ γνώμη τού Παπαδιαμάντη γι’ αὐτόν τόν κόσμο.
Στό διήγημά του «Μιά ψυχή» φανερώνει ποιοί εἶναι ζωντα-νοί κρίκοι στήν ἀλυσίδα τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί ποιοί εἶναι οἱ σπασμένοι κρίκοι τῆς φυσικῆς, τῆς σαρκικῆς, τῆς ὑλικῆς ζωῆς.
Ὅταν ἡ Εὐφροσύνη, ἡ πληγωμένη μητέρα τῆς μικρῆς Ἀγγελικούλας βλέπῃ τή νύχτα πάνω στό κρεβάτι τῆς πεθαμένης κόρης τής μια πεταλούδα νά γυροφέρνῃ τή φλόγα τῆς ἀναμμένης καντήλας πού ἔκαιγε πάνω στό προσκέφαλο του κρεβατιού πού πάνω ξεψύχισε ἡ Ἀγγελικούλα, πιστεύει ὅτι εἶναι ἡ ψυχή τῆς Ἀγγελικούλας. Αὐτή ἡ πίστη τῆς Εὐφροσύνης, δέν εἶναι πρόληψη, ὅπως θά τήν χαρακτήριζαν οἱ ὀρθολογιστές, ἀλλά ἀγωνιώδης σύνδεση τοῦ ὁρατοῦ μέ τό ἀόρατο, τῆς ζωῆς τοῦ ἐπίγειου βίου μέ τήν αἰώνια πνευματική ζωή. Ἡ Εὐφροσύνη θλίβεται καί πονάει, ἐπειδή τό ὁρατό ἔγινε ἀόρατο, ἀλλά δέν ἀμφιβάλλει, οὔτε μιά στιγμή, πώς αὐτό τό ἀόρατο εἶναι καί αἰώνιο καί δέ γνωρίζει θάνατο, ἐνῷ τό ἄλλο, τό ὁρατό, μόνο προς τό θάνατο ὀδηγεῖ.
Ὁταν γυρίσανε ἀπό τό κοιμητήριο ἡ Εὐφροσύνη καί ἡ γριά ἡ μάνα της, ἡ γιαγιά τῆς πεθαμένης Ἀγγελικούλας, φανερώνουνε τή θεμελιακή τους ἀντίθεση. Κι ἡ γριά τήν πόνεσε τήν Ἀγγελικούλα, καί τήν ἔκλαψε, καί τήν μοιρολόγησε, ἐνῷ ἡ Εὐφροσύνη, πού τήν γέννησε, σώπαινε. Ἡ γριά εἶναι ἐκεῖνο πού ἐκφράζει ἡ πρόληψη. Ἐπικαλεῖται τά ἔθιμα γιά νά φάῃ και νά θρέψη τή σάρκα της. Ἔφαγε τηγανιτό ψάρι καί αὐγά. Μασάει ἀμύγδαλα καί ζητάει νά πιῇ μαστίχα, ἐπειδή δέν εἶχε κρασί καί ὄταν τῆς λένε πώς δέν πίνουνε μετά τό κρασί μαστίχα ἡ γριά μέ τή λαίμαργη καί ἀνυπάκουη σάρκα, λέει πώς οἱ Ρώσοι πού εἶναι καλοί Χριστιανοί, πίνουνε ρακί. Καί κατεβάζει τρία ποτήρια μαστίχα. Ὁ Τάσος καί ὁ Μήτσος, τ’ ἀδέλφια της πεθαμένης κοιμόνταν. Ὁλόκληρος χορός νεκρῶν πού εἶχαν θάψει τό νεκρό τους. Ἡ μόνη πού κρατοῦσε ζωντανὴ τήν ἐπαφή τῆς μιάς ζωής μέ τήν ἄλλη, ἦταν ἡ μάνα τῆς Ἀγγελικούλας. Οὔτε μιλούσε, οὔτε μοιρολογοῦσε, οὔτε ἔτρωγε, οὔτε ἔπινε μαστίχα. Ἄναβε μοναχά τό καντήλι στό προσκέ-φαλο τοῦ κρεβατιοῦ. Κί ἐκεῖ βλέπει τή μικρή, χρυσόφτερη πεταλούδα νά γυροφέρνῃ τή φλόγα τοῦ καντηλιοῦ. Τήν εἶδε νά πετᾷ γύρω ἀπό τή φλόγα γιά ἕνα ὀλόκληρο λεπτό καί ὕστερα νά χάνεται. Τήν εἶδε τή δεύτερη νύχτα καί μέ δάκρυα στά μάτια νομίζει πώς εἶναι ἡ ψυχή τῆς Ἀγγελικούλας. Μιά εὐχή φεύγει τότε ἀπό τά χείλη της: Νά ‘ναι γλυκά τά ὄνειρα τῆς Ἀγγελικούλας ἐκεῖ πού κοιμᾶται. Τήν βλέπει νά πετᾷ πρός τήν ὀροφή κι ὕστερα νά κατεβαίνῃ καί νά πίνῃ ἀπό τό λάδι τῆς καντήλας.
Μετά τό τρίτο βράδυ ἡ πεταλούδα δέν ξαναφάνηκε. Αὐτό, ὅμως, δέν ἐμπόδισε τήν Εὐφροσύνη νά πηγαίνῃ κάθε νύχτα πρός ἀντάμωσή της. Ἀγρυπνούσε, γύρευε ἐναγώνια νά εἶναι ὁ ζωντανός κρίκος ἀνάμεσα στίς δύο ζωές. Δέ λησμονοῦσε τό θάνατο, ὅπως ἡ ἐβδομηνταπεντάρα γριά, μάνα της, παραδο-μένη στό φαΐ καί τό ποτό. Πασχίζει νά ξεπεράσῃ τό θάνατο. Πῶς, ὅμως; Πιστεύοντας στήν ἄλλη, τήν αἰώνια ζωή. Οἱ ἄλλοι κλάψανε, μοιρολογήσανε, σκούξανε καί ὕστερα ξεχάσανε καί τό ρίξανε στό φαΐ, στή λογομαχία καί τόν ὕπνο. Ἡ Εὐφροσύνη, ὅμως, κράτησε ὄρθιο τό πνεύμα της. Δέν ἄφησε τίποτε νά θολώσῃ τή μνήμη της. Ζούσε, γιατί ἀγαποῦσε. Κι ἀγάπη σημαίνει θύμηση, σημαίνει πάθος πρός ἕνωση, σημαίνει λαχτάρα γιά τήν οὐσία πού εἶναι τό αἰώνιο καί τό ἀόρατο. Ζούσε ἡ Εὐφροσύνη, ἐπειδή, ἀκριβῶς, εἶχε μνήμη θανάτου.
Θάνατος δέν εἶναι τό τέλος. Μία φαινομενική ζωή, ὅμως, εἶναι θάνατος. Θάνατος πνευματικός… Ἡ γέννηση καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος εἶναι μία εἴσοδος καί μιά ἔξοδος. Καί ἔξοδος δέ σημαίνει τέλος, ἀλλά μετάσταση ἀπό ἐδῶ πρός τά ἐκεῖ.
Πρίν τελειώσω, ἀξίζει, νομίζω, ν’ ἀναφέρω ἕνα κομμάτι ἀπό τό γράμμα πού στείλανε οἱ τρεῖς ἀδερφές τοῦ Παπαδιαμάντη στό Γιάννη Βλαχογιάννη, γιά τίς τελευταίες μέρες καί ὧρες τῆς ζωῆς του.
«Ἀξιότιμε κύριε Βλαχογιάννη…
Τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα τόν ἐκτύπησε πόνος στήν ὠμοπλάτην του· μετά τρεῖς ἡμέρας ἐλιποθύμησε καί ὅταν συνῆλθε: «Τί μοῦ συνέβη; Τόσων ἐτῶν δέν ἐλιποθύμησα! Δέν βλέπετε ὅτι εἶναι προοίμια τοῦ θανάτου μου;». Ἦλθεν ὁ ἰατρός: Μπά, τί θέλεις ἐσύ, ἐδῶ; Θά κάνω πρῶτα τά χριστιανικά· Αὔριο θά ἔλθης» «Εἶχε ἐνύπνιον, εἶχε συγκοπάς. Τρεῖς φορές ἐκοινώνησε, τρεῖς τοῦ διάβασαν τήν μεγάλην εὐχήν, ἐν εἴδε ἐξομολογήσεως… μία μετά τό μεσονύκτιον ἐσηκώθη καί εἶπε: «Νά πάγω μιά εἰς τοῦ Ζιμπλοῦ», γειτονικόν παντοπωλεῖον καί ἐπειδή εκλονίζετο, τόν καθίσαμεν εἰς τήν καρέκλαν, καί ἄρχισε νά κλαίῃ σά μικρό παιδί. Τόν βάλαμε δίπλα καί μέσα σέ πέντε λεπτά ἐξέπνευσε. Ἔκλεισε μόνος του τά μάτια, χωρίς να τά πιάσῃ ἄλλος. Τήν Δευτέραν τόν θάψαμε καί χάσαμε τήν τελευταία ἐλπίδαν μας,… 3 Ἰανουαρίου 1911..
Ὅσο καί ἄν φαίνεται ὑπερβολικό, οἱ νεκροί σφραγίζουνε τή ζωή μας, εἴτε μᾶς ἀρέσει, εἴτε ὄχι. Καί κάποτε τά κοιμητήρια, πού τόσο φοβᾶται ὁ δυτικός πολιτισμός καί πού δέ φοβοῦνται οἱ ἁπλοῖ ἄνθρωποι στόν κόσμο τοῦ Παπαδιαμάντη, δέν εἶναι ἀσήμαντη ἀφετηρία ζωῆς.

Χριστός Ἀνέστη                    Ἄνθρωπος Ἀνέστη.

Περιοδικό ΄΄Λυχνάρι΄΄, ΑΡΙΔΑΙΑ, ΑΝΟΙΞΗ 2013
ΕΚΔΟΤΗΣ, Παρασίδης Χαράλαμπος
πηγή 

Κολοκάσι με χοιρινό, τσακιστές ελιές, λούντζες και άλλα καλά της Κύπρου από την αγορά της Λεμεσού

Πόσο πολύχρωμο και πολύγευστο μπορεί να είναι το τραπέζι μας;  Πολύ, πάρα πολύ. Το βλέπεις στην χιλιόχρωμη αγορά της Λεμεσού, το μυρίζεις στην ολόφρεσκη μαγεία της. Δεν είναι μόνο η στεγασμένη αγορά αλλά και τα μαγαζάκια γύρω – γύρω που τη δημιουργούν, ο κουρέας, ο ράφτης, ο έμπορος υφασμάτων, ενσταντανέ της δεκαετίας του 1960, ατμοσφαιρικά και νοσταλγικά. Έτσι περνάς πιο ομαλά το κατώφλι της παραδοσιακής διατροφής, αφού εδώ είναι όλα γεννήματα της άγιας γης της Μεγαλονήσου, που όσο έχω τα λογικά μου θα λέω ότι είναι η ιδιαίτερη πατρίδα όλων των Ελλήνων. Το έγραψα την πρώτη φορά που άγγιξα με τα δάκτυλά μου το χώμα της, το γράφω ίδιο και απαράλλαχτο και την δωδέκατη φορά που ανάσανα την αύρα της θεάς Αφροδίτης.


Με κολοκάσι αγορασμένο από την αγορά της Λεμεσού (υπάρχουν και μικρότερα, οι πούλλες) βγήκαμε στους δρόμους της Αφροδίτης, για την Πάφο, προς αναζήτηση καλής συνταγής για να το μαγειρέψουμε. Νόστιμο χοιρινό με κολοκάσι δοκιμάσαμε στο εστιατόριο «Αμπελοθέα» στο Όμοδος, το πιο πολυσύχναστο από τα κρασοχώρια της Λεμεσού, στα πόδια του Τροόδους. Όμως το σπιτικό έχει άλλη χάρη, ειδικά αν είναι με τη συνταγή που μας έστειλε από την Πάφο η  Άννα Τσέλεπου, ακριβώς όπως της την είπε η μητέρα της:


ΥΛΙΚΑ
1 κιλό κρέας χοιρινό κομμένο σε κομμάτια
3/4 φλιτζανιού λάδι
2 μεγάλους βολβούς κολοκάσι (λίγο παραπάνω από κιλό)
2 μέτρια κρεμμύδια ψιλοκομμένα
1 φλιτζάνι χυμό από ώριμες ντομάτες
2 κουταλάκια της σούπας ντοματοπολτό
1 φλιτζάνι σέλινο χοντροκομμένο
1 έως 2 λεμόνια
Αλάτι, πιπέρι

ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Ζεσταίνουμε το λάδι, τσιγαρίζουμε ελαφρά το κρέας και το κρατούμε στην άκρη. Έχουμε ήδη καθαρίσει την φλούδα από το κολοκάσι και το σκουπίζουμε με πετσέτα. Το κόβουμε σε μικρά κομματάκια με την μύτη του μαχαιριού. Τώρα ρίχνουμε στο ζεστό λάδι το κολοκάσι μέχρι να κοκκινίσει ελαφρά και το αποσύρουμε και αυτό. Από το λάδι που τσιγαρίσαμε το κρέας και το κολοκάσι, αφήνουμε δυο έως τρεις κουταλιές στην κατσαρόλα. Εκεί ρίχνουμε το κρεμμύδι και το τσιγαρίζουμε μέχρι να ροδοκοκκινίσει. Μετά προσθέτουμε στην κατσαρόλα το κρέας το κολοκάσι και τα υπόλοιπα υλικά, δηλαδή τον χυμό ντομάτας, τον ντοματοπολτό και το σέλινο. Αν χρειαστεί, προσθέτουμε και νερό μέχρι να καλυφθούν. Ψήνουμε σε χαμηλή φωτιά μέχρι να γίνει το κρέας και να δέσει η σάλτσα. Στο τέλος προσθέτουμε το χυμό λεμονιού το αλάτι και το πιπέρι και το αφήνουμε να πάρει ακόμα μια – δυο βράσεις.


Στο μεταξύ η αγορά της Λεμεσού συνεχίζει να σφύζει από ζωή, χρώματα και αρώματα.  Η πιο χαρακτηριστική κυπριακή γεύση μετά το κολοκάσι, είναι  οι τσακιστές ελιές, μαριναρισμένες με λεμόνι και κόλιαντρο. Τις μεγάλες πράσινες ελιές τις χτυπάνε με μια «πλακουτιανή» πέτρα  και τις τσακίζουν μαζί με το κουκούτσι τους. Οι περίπου ένα κιλό τσακισμένες ελιές θα συνυπάρξουν με μισό ποτήρι αρίστης ποιότητας παρθένο ελαιόλαδο, δυο κουταλάκια αλεσμένο κόλιαντρο, τέσσερις «γλώσσες» σκόρδο περασμένες από λεπτό τρίφτη, τρία φρέσκα φύλλα δάφνης και τα τεταρτημόρια («μοίρες») των φετών ενός μεγάλου λεμονιού. Σε μπολ ανακατεύονται καλά οι ελιές με τις φέτες του λεμονιού και μετά προστίθενται και τα άλλα υλικά. Σκεπάζουν το μπολ με σελοφάν και το βάζουν στην κατάψυξη για οκτώ ώρες έως και ένα μήνα. Πριν σερβιριστούν, οι ελιές, επανέρχονται στη θερμοκρασία δωματίου.



Οι ελιές  τσακιστές είναι εκ των ων ουκ άνευ του μεζέ, αυτής της συναρπαστικής παρέλασης γεύσεων πάνω στο τραπέζι της Κύπρου. Δεν είναι μόνο η νοστιμιά και η ποικιλία αυτού του γαστριμαργικού ψηφιδωτού, αλλά και η ιδεολογία του. Τα ρωμαϊκά ψηφιδωτά στην Κύπρο, απεικονίζουν τόσο παραστατικά τις χαρές της ζωής. Στα δάπεδα των επαύλεων της Πάφου,  εξελίσσονται σκηνές ξεφαντώματος, έρωτα, κυνηγιού. Εκεί εμφανίζεται και η πρώτη παράσταση μεθυσμένων με κρασί, μια παλιά ιστορία στη Μεγαλόνησο. Κι αυτές οι χαρές της ζωής, αποτυπώνονται στον κυπριακό μεζέ. Σύντροφοι γύρω από μικρές απολαύσεις, μικρές συμβολές στη χαρά της παρέας. Λένε ότι ο μεζές είναι το επιστέγασμα της συνεργασίας των απλών ανθρώπων, που κινητοποιούνταν για να βοηθήσουν το συγχωριανό τους στο σκάψιμο των αμπελιών. Μετά τον ημερήσιο κάματο έβαζε ο καθένας στη μέση το φαγητό που είχε μαζί του για να φάνε όλοι μαζί, επιβεβαιώνοντας τον δεσμό τους. Έτσι δημιουργήθηκε αυτό το γευστικό παζλ.


Από τις χαρακτηριστικές κυπριακές γεύσεις οι λούντζες, συμμετέχουν με όλη τη δύναμή τους στον μεζέ. Αυτό το παραδοσιακό αλλαντικό – πολύ διαδεδομένο και στις Κυκλάδες – το παρασκευάζουν κυρίως στην Πιτσιλιά. Το χοιρινό κρέας «ψήνεται» σε κόκκινο, ξηρό κρασί και καπνίζεται με την καύση γηγενών κλαδιών δένδρων και θάμνων. Μια φέτα σπιτικής λούντζας μας προτείνει ο Κλείτος στην αγορά της Λεμεσού. Ο πάγκος του είναι μικρό παραδοσιακό ντελικατέσεν: χαλούμι χωριάτικο αίγας, σαμαρέλα (γίδα παστή αφυδατωμένη στον ήλιο), λουκάνικο κρασάτο σπιτίσιο, λουκάνικο παστουρμάς, μπούτι χοιρινό κρασάτο προσούτο, μπέικον καπνιστό.



Το χαλούμι στη σχάρα, οι λούντζες και τα λουκάνικα συμμετέχουν και αυτά στην πανδαισία του μεζέ, όπως και το καπνιστό μπέικον. Μάλιστα, στο εστιατόριο «Καρατέλλο», στον πρώην χαρουπόμυλο Λανίτη, δίπλα στο κάστρο της Λεμεσού, που σερβίρουν μια σύγχρονη εκδοχή του κυπριακού μεζέ, φέρνουν την λούντζα τυλιγμένη σε τυρί κασκαβάλι. Όλα αυτά, αν και πικάντικα, στο τέλος σου αφήνουν στο στόμα τη γεύση της γλυκιάς χώρας Κύπρου, καθώς έγραφε ο Λεόντιος Μαχαιράς στο Χρονικό του.
πηγή 

σαν να μην λείπει κάτι σήμερα, σαν να είναι όλα τα κουμπιά στη θέση τους.. αν και αυτό το φοβάμαι πιο πολύ, φοβάμαι όχι αυτό, αυτούσιο, αλλά την ανατροπή του...

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjhE9UcPKP8w_uN7QcdEycF4o5l6t8Of2_xaws7rH_3rXGKyps_FIcj4c-sGRVDvFjjqPTiBab5VYLPv9VdKJnmt29DhCo0Oz5kHZ4P7tAwOHy39USukIg1wisKqv_nRmxXh26MASu5K-wV/s1600/koym897.jpg

με το φεγγάρι αγκαλιά

Αντιστέκομαι όπως οι ελιές της πατρίδας μου, οι σκληρές σαν τα κόκκαλα τ' αντρειωμένου, που τους λείπουν οι μαύρες μαντήλες μονάχα για να μοιάζουν με τις μανάδες μας, που σφηνωμένες γερά στην απόλυτη πέτρα, αδιαφορούν για τις θύελλες, αναπνέουν τις αστραπές και τις κάνουνε μες στους πικρούς τους χυμούς, ειρήνη και φως..

 https://i.ytimg.com/vi/gplyuuiXTRg/mqdefault.jpg

Νικηφόρος Βρεττάκος

500 χρόνια από τότε που με παπική βούλα, η τοκογλυφία στην Δύση έπαψε να είναι αμαρτία!


 
Στις 4 Μαΐου 2015, συμπληρώθηκαν 500 χρόνια από τότε (1515) που ο Μέδικος Πάπας Λέων o 10ος (Giovanni di Lorenzo de'Medici, 1475 – 1521), εξέδωσε μια παπική βούλα (“Inter multiplicis”) με την οποία επέτρεπε τα επιτόκια για τα χρηματικά δάνεια, αν τα δάνεια ήταν για τους φτωχούς.


Αυτή η ανατρεπτική άδεια χορηγήθηκε για τις λεγόμενες τράπεζες φιλανθρωπίας, που ήταν γνωστές ως ‘Monte di Pieta’*, το οποίο μεταφράζεται ως «τα βουνά της συμπόνιας», αλλά αρκετά από τα έσοδα κατέληξαν στα χέρια των Μεδίκων τραπεζιτών, και όχι στους φτωχούς, και ακόμα και αν αυτή η τοκογλυφία των τραπεζών είχε λειτουργήσει για το υποτιθέμενο όφελος των απόρων και μόνο, παραβίαζε το νόμο του Θεού και έστρωνε το έδαφος για περισσότερη τοκογλυφία.


[Οι Μέδικοι (ιταλ.: Medici) ήταν μια πολύ πλούσια οικογένεια της Φλωρεντίας, που από το 15ο ως τον 18ο αιώνα κυριάρχησε στην οικονομική, πολιτική αλλά και καλλιτεχνική ζωή της πόλης, παίζοντας έτσι ένα καθοριστικό ρόλο στην ιταλική και ευρωπαϊκή ιστορία].


Ο Πάπας Λέων 10ος ξεκίνησε μια διαδικασία ‘γκραντουαλισμού’(gradualism, από το λατινικό gradus που σημαίνει “βήμα”, δηλαδή, αλλαγή που έρχεται σταδιακά και αργά), σύμφωνα με την οποία ο πανάρχαιος εκκλησιαστικός δογματικός νόμος κατά της είσπραξης τόκων από τα δάνεια, σταδιακά χαλάρωσε και αδυνάτισε, οδηγώντας σε μια παπική επανάσταση - την πλήρη κατάργηση όλων των εκκλησιαστικών ποινών για την τοκογλυφία από τον Πάπα Πίο τον 8ο (1761 – 1830) με την παπική βούλα ‘Datum inaudientia’ στις 18 Αυγούστου 1830, - καθώς και στην απουσία όλων αυτών των κυρώσεων στους Κώδικες του Κανονικού Δικαίου (Codex Iuris Canonici) του 1917 και του 1983.



Η θέση του βιβλίου του συγγραφέα Michael Hoffman**, που γράφει αυτό το άρθρο, «Η Τοκογλυφία στην Χριστιανοσύνη: Η Θανάσιμη Αμαρτία, που Τότε Ήταν και Τώρα Δεν Είναι» (Usury inChristendom: The Mortal Sin that Was and Now is Not), είναι ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία της Αναγέννησης αποχωρίστηκε από την αρχαία Εκκλησία.


Διακίνησε πλαστά κειμήλια και συγχωροχάρτια καθώς ήταν υπό την εποπτεία των τραπεζιτώνFugger του Augsburg. Οι Fuggers, με την υποστήριξη των Αψβούργων, ήταν πολύ πλουσιότεροι από οποιαδήποτε ιταλική τραπεζική δυναστεία, συμπεριλαμβανομένων των Μεδίκων. Μήπως ακούσατε ποτέ κάτι για τους Fuggers;


Ξέρατε ότι τα παράπονα για αυτά που έκαναν οι Fuggers ήταν ένα κίνητρο για την εξέγερση του Λούθηρου; Οι Fuggers ελέγχανε την μεταφορά των εσόδων από τη γερμανική Εκκλησία προς τον παπικό θρόνο. Τα δάνειά τους στον Πάπα τους έφεραν ένα χαρτοφυλάκιο προνομίων εσόδων συλλογής, μεταξύ άλλων, από την πώληση των συγχωροχαρτιών.




Το 1519 οι Fuggers εξαγόρασαν την εκλογή του Καρόλου του 5ου της Ισπανίας ως Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Από τα 851.000 φιορίνια της Ρηνανίας που μαζεύτηκαν για την εξαγορά της θέσης του Βασιλιά Καρόλου, οιFuggers έδωσαν 543.000 φιορίνια.


Ήταν οι τοκογλυφικοί τραπεζίτες του Πάπα και της Βουλής των Αψβούργων. Τον Σεπτέμβριο του 1514, οκτώ μήνες πριν από τη χαλάρωση της απαγόρευσης της τοκογλυφίας από τον Λέοντα 10ο, ο παπικός θεολόγος Johannes Eck του Ingolstadt, λειτούργησε ως διεφθαρμένη μασκότ της Δύναμης του Χρήματος, προσωποποιημένης στον τραπεζίτη Jakob Fugger. Ο Eckυποστήριξε σε μια συζήτηση στο μοναστήρι των Καρμελιτών στοAugsburg, ότι οι δανειακές συμβάσεις με τόκο πέντε τοις εκατό ήταν δικαιολογημένες.


Είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Πάπας Λέων 10ος εξέδωσε την παπική του βούλα που επέτρεπε τον τόκο, την αμέσως επόμενη χρονιά; Ο ποντίφικας ανέμενε την χαμηλή δημοτικότητα της βούλας του και ως εκ τούτου, απείλησε να αφορίσει κάθε καθολικό που θα μιλούσε κατά της χαλάρωσης της απαγόρευσης της τοκογλυφίας, στο όνομα της φιλανθρωπίας.



Οι απολογητές του Λέοντα 10ου προσπαθούν να πουν ότι δεν άλλαξε ουσιαστικά το δόγμα κατά της τοκογλυφίας, αλλά μόνο την ποιμαντική εφαρμογή του δόγματος. Πράγματι, αυτή ακριβώς η «ποιμενική» εφαρμογή χρησιμοποιήθηκε σταδιακά με την πάροδο των αιώνων από τις 4 Μαΐου του 1515 και μετά, για να μετατρέψει την τοκογλυφία από ένα θανάσιμο αμάρτημα σε μη αμαρτία.


Οι οπαδοί της Εκκλησίας της Ρώμης συχνά θεωρούν τον προτεστάντη ηγέτη Ιωάννη Καλβίνο ότι αυτός ήταν ο πρώτος που ξεκίνησε την μάστιγα της τοκογλυφίας. Ο Καλβίνος δεν ήταν ούτε έξι χρονών όταν ο Πάπας Λέων 10ος εξέδωσε την βούλα του.


Κανένας Πάπας μετά τον Λέοντα 10ο δεν αποκατέστησε το δόγμα της Καθολικής Εκκλησίας. Ο άνευ ουσίας αντι-τοκογλυφικός στόμφος από τον Λέοντα τον 13ο και άλλους Πάπες χρησίμευσε για να συγκαλυφθεί αυτή η ύπουλη, σταδιακή διαδικασία γκραντουαλισμού.

Οι πληγές της Πατρίδας: Η κοχλιαριοφορία και ο κωθωνισμός

http://s.protagon.gr/resources/2014-01/mpascret5-thumb-large.jpg


Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός
Δάσκαλος Κιλκίς

 
Κοχλιάριον έλεγαν οι αρχαίοι το κουτάλι ή χουλιάρι ή χλιάρ(ι) στα χωριά της Μακεδονίας.
Η λέξη παράγεται από το «κοχλίας», το κοινώς λεγόμενον σαλιγκάρι. «Κατά τους αρχαιοτάτους χρόνους», διαβάζουμε στο λεξικό του «ΗΛΙΟΥ», «αντί κοχλιαρίων εχρησιμοποιούντο κογχύλια», δηλαδή όστρακα κοχλιών. Είναι γνωστό ότι και σήμερα σε πολλά νησιά μας τα σαλιγκάρια ονομάζονται κοχλιοί.
Ας έρθουμε τώρα στους «νεωτάτους» χρόνους. Η λέξη «κοχλιαριοφόροι» είναι επινόηση του Ροΐδη, που πολλά μπορεί να του καταλογίσει κανείς, όμως ανήκει σ’ αυτούς τους αδέσποτους, τους απροσάρμοστους της νεοελληνικής πνευματικής ζωής, που μαστίγωσε αλύπητα την διεφθαρμένη και φαυλεπίφαυλη εν Ελλάδι κομματοκρατία. (Απλώς, σαν τον Κοραή κι αυτός, είχε «μαύρα μεσάνυχτα» από Ορθοδοξία και φόρτωνε πολλά κακώς κείμενα στον κλήρο νομίζοντας, εσφαλμένως, ότι οι δικοί μας κληρικοί είναι σαν τους «καπουτζίνους της Ευρώπης», που θα ‘λεγε και ο Μακρυγιάννης, «δεν ήξεραν ότ’ είναι σεμνοί κι αγαθοί άνθρωποι και με τα έργα των χεριών τους απόχτησαν αυτά, αγωνίζοντας και δουλεύοντας τόσους αιώνες». (Απομνημονεύματα).
Αριστοκρατικής αντίληψης, Συριανός και ευρωτραφής ο Ροΐδης-έχασε όλη του την περιουσία στα «Λαυρεωτικά»-πολυτάλαντος γραφιάς, νόσησε κι αυτός από την ανίατο ασθένεια του νεογραικυλισμού, δεν κατάλαβε την γενέθλια παράδοσή του, με μία μόνη διαφορά από τους τότε και νυν ευρωπιθήκους: Δεν συμπορεύτηκε αλλά στηλίτευε αμείλικτα την περιρρέουσα σκυβαλοκρατία).
Έλεγε, λοιπόν, ο Ροΐδης: «Έκαστος εν τη εξουσία κομματάρχης έχει υπό τας διαταγάς του αριθμόν τινά κοκλιαριοφόρων, ικανόν μεν να τρώγη, ολόκληρον το περιεχόμενον της χύτρας, ουχί όμως και να υπερασπίζη αυτήν κατά των αντιζήλων της». Κατά τον ίδιο συγγραφέα «οι Έλληνες διαιρούνται εις τρεις κατηγορίες. Α) εις συμπολιτευομένους, ήτοι (=δηλαδή), έχοντας κοχλιάριον να βυθίζωσιν εις την χύτραν του προϋπολογισμού, β) εις αντιπολιτευομένους, ήτοι μη έχοντας κοχλιάριον και ζητούντας παντί τρόπω να λάβωσι τοιούτον, και γ) εις εργαζομένους, ήτοι ούτε έχοντας κοχλιάριον ούτε ζητούντας, αλλ’ επιφορτισμένους να γεμίζωσι την χύτραν διά του ιδρώτος αυτών». Κοχλιαριοφόροι είναι τα κομματόσκυλα-υπέροχος χλευασμός-τα οποία κάθε κυβέρνηση, για να αποφύγει τις ενοχλητικές υλακές τους-η γλώσσα μας τους ονομάζει υλακόμωρους, ο διαρκώς υλακτών-τους παραδίδει την κουτάλα, το κοχλιάριον για να γευτούν και αυτοί τα καλούδια της χύτρας του προϋπολογισμού. Αυτά για την κοχλιαριοφορία. Ερχόμαστε τώρα στο δεύτερο σκέλος του άρθρου, τον κωθωνισμό. Προσφεύγουμε και πάλι στο ευκλεές καια ευφρόσυνο θησαυροφυλάκιο της ετυμολογίας. Αείρροη πηγή τιμαλφών ερμηνειών. Ξεφλουδίζεις κάποιες «άσημες» λέξεις και αίφνης, ανακαλύπτεις έκπληκτος ότι στο «φυλλόχωμά» τους φιλοξενούν χρυσόσκονη.
Ο κώθων ήταν αρχαίο στρατιωτικό ποτήριον. Επινοήθηκε, το πρώτον, στην Σπάρτη. Γιατί στρατιωτικό; Είχε τα χείλη του γυριστά προς τα μέσα (=στρεψαύχην). Έτσι δεν άφηνε τους εν εκστρατεία στρατιώτες, που πολλές φορές αναγκάζονταν να πίνουν ακάθαρτο νερό, να βλέπουν τις βορβορώδεις ακαθαρσίες, οι οποίες κατακάθονταν συγκρατούνταν από τα γυριστά προς τα μέσα χείλη. Για να το πούμε απλά, έκρυβε τον κουρνιαχτό τς μάχης. Μ’ αυτόν τον τρόπο το νερό έφτανε στα χείλη του μαχητή καθαρότερο. Βοηθούσε σ’ αυτό και το «λασπώδες» χρώμα του κώθωνος. Αργότερα, γράφει ο Αθήναιος, ο κώθων-και το κωθώνιον, υποκοριστικό του, δηλαδή, ποτηράκι-χρησιμοποιούνταν και για οινοποσία, για μέθη και όργια και σιγά-σιγά, η λέξη κωθώνιον, κωθώνι, κατά το παιδίον, παιδί, πήρε τη σημασία του ανόητου.
Μάλιστα σε σύγχρονα ετυμολογικά λεξικά διαβάζουμε ότι «το κωθώνιον χρησιμοποιήθηκε στην στρατιωτική ορολογία του ελληνικού κράτους, δηλώνοντας το κύπελλο με το πρωινό ρόφημα».
Όταν δε κατέφτασε στην Ελλάδα ο βασιλιάς Όθων και η βαυαρέζικες ακρίδες, ένα από τα προσωνύμια με τα οποία τον στόλισαν είναι και το… «κόθων».
Έκτοτε πολλοί… «κόθωνες» ή κωθώνια ταλαιπώρησαν και ταλαιπωρούν την πολιτική ζωή τούτου του τόπου. Ο κωθωνισμός, η λέξη απαντάται στον Αθήναιο, περίσσεψε τα τελευταία, ιδίως τα «μνημονιακά», χρόνια. Ερωτώ: Δεν είναι κωθωνισμός το να λες, κατέχοντας υψηλότατο αξίωμα, ότι οι Έλληνες είναι τεμπέληδες; Δεν είναι κωθωνισμός, βαρυτάτης μορφής, να ισχυρίζεσαι πως «μαζί τα φάγαμε»; Δεν είναι κωθωνισμός να αναλαμβάνει την διεξαγωγή ολυμπιακών games, όντας δανειοσυντήρητος; Δεν είναι κωθώνια όσοι χαίρονταν και γελούσαν; Το κακό είναι ότι τον κωθωνισμό κάποιων, εμείς τον εισπράττουμε ως καταστροφή και οικονομική φρίκη.
Υπάρχει όμως και ένα είδος κωθωνισμού, επί των εθνικών θεμάτων, το οποίο ισοδυναμεί με έγκλημα. (Πριν προχωρήσω να παραπέμψω σε ένα διαχρονικό φαινόμενο κωθωνισμού της νεοελληνικής πολιτικής ζωής. Δεν είναι κωθωνισμός το να κατηγορεί πάντοτε η αντιπολίτευση την κυβέρνηση για πράγματα που ίδια, όταν ήταν κυβέρνηση, έπραττε ασυστόλως; Να παραθέσω ένα ιστορικό ανέκδοτο από την βιογραφία του μεγάλου πολιτικού ανδρός Ιω. Κωλέττη, τον οποίο ο Μακρυγιάννης ονόμαζε «απατεώνα και ξένη κρεατούρα». Ο Γ.Βλαχογιάννης στην «Ιστορική Ανθολογία» του αναφέρει τα εξής:
«Συνέβηκε, κατά το 1844-1847, ο τότε πρωθυπουργός Ιω.Κωλέττης, να αγορεύει στην Βουλή. Η αντιπολίτευση μάνιζε και φαροκοπούσε ενάντιά του:
-«Δεν σε θέλουμε! Δεν σε θέλουμε», φώναζαν μία μέρα οι βουλευτές.
-«Ηγαπητοί μου», είπε γλυκοπόνηρα ο Κωλέττης, «σεις δεν με θέλετε εγώ όμως σας θέλω».
Όλοι οι πρωθυπουργοί θέλουν την αντιπολίτευση, για να ξεθυμαίνουν, να αμολούν τους λεονταρισμούς που δεν μπορούν, όταν στέκονται προσοχή ενώπιον των… θεσμών).
Έρχομαι, κλείνοντας, στο θέμα του εγκληματικού κωθωνισμού. Πρόσφατα, ένας πολιτικός αρχηγός, ο οποίος όταν δημοσιογραφούσε, γύριζε το 2008 στα χωριά της Φλώρινας προβάλλοντας και προωθώντας τις σκοπιανές τρισαθλιότητες, κατήγγειλε σε μία εκπομπή την περιφορά του Επιταφίου στον Εχίνο της Ξάνθης, υιοθετώντας την στάση των πιο φανατικών τουρκολάγνων της μουσουλμανικής μειονότητας. Η εξαιρετική εφ. «ΑΝΤΙΦΩΝΗΤΗΣ» της Κομοτηνής, στις 1 Μαΐου είχε ασχοληθεί με το θέμα και δημοσίευσε τις απόψεις των γνωστών πρακτόρων του προξενείου, αλλά και νηφάλιες απόψεις Μουσουλμάνων, που έβαζαν τα πράγματα στην θέση τους. Δεν υπήρξε καμμιά πρόκληση κατά της μειονότητας, απλώς τα γνωστά γιουσουφάκια τσίριξαν γιά να δημιουργηθεί θέμα. Ο εν λόγω, λοιπόν, …«κώθων» ένωσε και την δική του τσιριξιά με αυτήν των τουρκοπιασμένων. Τι να πει κανείς; Όπως προσφυώς ειπώθηκε, η ευφυία έχει όρια, ο… κωθωνισμός είναι απεριόριστος…