Βράδυ Χριστουγέννων ήτανε.
Σηκώθηκε ο άγιος Ρωμανός, πήγε στην εκκλησία, ανέβηκε στον άμβωνα κι
άρχισε να ψάλλει: «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει.»
Τα Χριστούγεννα μέσα απ' τα μάτια του Ρωμανού του Μελωδού
Ο Ρωμανός ο Μελωδός καταγόταν από τα Έμεσσα της Συρίας. Αφού έμαθε άριστα ελληνικά, πήγε στη Βηρυτό, έγινε διάκονος, και προς τα τέλη του 5ου αιώνα, στα χρόνια του Αναστασίου του Α', 491-518, έφτασε στην Κωνσταντινούπολη και μόνασε την Παναγία της Κύρου. Συχνά αγρυπνούσε στην Παναγία των Βλαχερνών. Ήτανε κακόφωνος και στεναχωριόταν και παρακαλούσε την Παναγία να του δώσει δύναμη.
Ένα βράδυ, βράδυ Χριστουγέννων ήτανε, ήρθε στον ύπνο του η Παναγία και του έδωσε ένα χαρτί, και του είπε: «Αυτό, Ρωμανέ, να το φας.» Άνοιξε το στόμα του και το 'φαγε και μετά ξύπνησε. Και τότε του 'ρθε Θεία Έμπνευση να γράφει και να μελουργεί ύμνους. Να γράφει, δηλαδή, στίχους και μουσική μαζί. Γι' αυτό ονομάζεται και Μελωδός.
Βράδυ Χριστουγέννων ήτανε. Σηκώθηκε, πήγε στην εκκλησία, ανέβηκε στον άμβωνα κι άρχισε να ψάλλει: «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει.» Το κοντάκιο των Χριστουγέννων, που πήρε το όνομά του από το χαρτί που του έδωσε η Παναγία και ονομαζόταν «κοντός».
Έκτοτε, έγραψε πολλούς και έξοχους ύμνους για τον Χριστό, την Παναγία, τους μεγαλύτερους αγίους, καθώς και για γεγονότα της Καινής και Παλαιάς Διαθήκης, μέχρι το ειρηνικό τέλος της ζωής του, την 1η Οκτωβρίου του 555. Θεωρήθηκε ο πρίγκιπας των μελωδών και ο Πίνδαρος της εκκλησιαστικής μουσικής.
Το σύνολο των ύμνων του κυκλοφόρησε σ' έναν τόμο από τις εκδόσεις Αρμός το 2003 στο πρωτότυπο και απόδοση στα Νέα Ελληνικά του Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη.
Αντιγράφω το Προοίμιο μαζί με τους εφτά πρώτους οίκους και τους τρεις τελευταίους από τους εικοσιτέσσερις στη θαυμάσια νεοελληνική τους απόδοση από τον π.Ανανία. Είναι μόνο μια μικρή γεύση αυτού του μοναδικού έργου που μας εισάγει, μας ξεναγεί και μας εγκαθιστά στο βαθύτερο νόημα της μεγάλης γιορτής των Χριστουγέννων. (ψ υ χ ή μ ο υ)
Στην Αγία και Πάνσεπτη Γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού
- Ρωμανού Μελωδού
Προοίμιον
Η Παναγία σήμερα στον κόσμο φέρνει ως άνθρωπο τον Άγνωστο Θεό,
και η γη το Σπήλαιον στον Απροσπέλαστο παρέχει·
άγγελοι με τους βοσκούς δοξολογούνε
και μάγοι έρχονται στο δρόμο με τ' αστέρι·
αφού προς χάρι μας γεννήθηκε
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.
Οίκοι
α'
Η Βηθλεέμ άνοιξε τον Παράδεισο, ελάτε να δούμε·
την απόλαυση κρυμμένη βρήκαμε, ελάτε να πάρουμε
του παραδείσου τα δώρα, μέσα στο Σπήλαιο·
εκεί φανερώθηκε όνειρο Υπερφυσικό, που προσφέρει άφεσι,
εκεί μέσα ευρέθηκε πηγάδι αχειροποίητο,
απ' όπου ο Δαβίδ παλιά επιθυμούσε να πιη·
εκεί μέσα βρίσκεται Κόρη που εγέννησε Βρέφος
και σταμάτησεν αμέσως τη δίψα του Αδάμ και του Δαβίδ· για τούτο προς το Σπήλαιο ας τρέξουμε, εκεί που εγεννήθη
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.
β'
Ο δημιουργός της μητέρας Γιος της θέλησε κι έγινε·
ο προστάτης των βρεφών Βρέφος στη φάτνη πλάγιαζε·
και προσπαθώντας να Τον καταλάβει Του 'λεγεν η Μητέρα Του:
"Πες μου, παιδί μου, πώς σπάρθηκες ή πώς εφύτρωσες
σε κοιτάζω, Σπλάχνο μου, και μένω κατάπληκτη,
γιατί Σε θηλάζω και γάμο δεν έκανα·
κι ενώ Σε βλέπω σπαργανωμένο
την παρθενία μου ακόμη απείραχτη θωρώ·
γιατί Εσύ την εφύλαξες που διάλεξες κι έγινες
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.
γ'
Υπέροχε Βασιλιά, ποια σχέση έχεις Εσύ, μ' εμάς που επτωχεύσαμε;
Δημιουργέ του ουρανού, γιατί στους χωματένιους ήρθες;
Αγάπησες το Σπήλαιο ή ζήλεψες τη Φάτνη;
Να που δεν βρίσκεται δωμάτιο για τη δούλη Σου στο χώρο που ξεπεζέψαμε·
δε λέω μόνο δωμάτιο μα ούτε και σπήλαιο,
γιατί κι αυτό εδώ 'ναι ξένο·
και στη Σάρρα σαν έγινε μητέρα εδόθηκε κληρονομιά μεγάλη, σ' εμένα όμως ούτε φωλιά.
Χρησιμοποίησα το Σπήλαιο που θεληματικά κατοίκησες Εσύ,
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.
δ'
Ενώ έκανε αυτόν τον νοερό διάλογο
και καθικέτευε Εκείνον, που ξέρει όλα τα μυστικά,
ακούει τους Μάγους το Βρέφος να ζητάνε.
Κι αμέσως τους είπε: «Ποιοι είσθε;»,
κι αυτοί τη ρωτάνε: «Αλήθεια Ποια είσαι Συ,
που γέννησες Τέτοιο Παιδί;
ποιος είναι ο πατέρας και ποια η μητέρα σου;
Διότι έγινες Μητέρα και τροφός Παιδιού, χωρίς πατέρα
του Οποίου καθώς είδαμε το άστρο καταλάβαμε πως ήρθε στον κόσμο
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.
ε'
Γιατί καθαρά ο Βαλαάμ μας παρουσίασε
το νόημα εκείνο που προφήτεψε,
είπε δηλαδή ότι άστρο θ' ανατείλει,
άστρο που σβήνει όλα τα μαντέματα και τα προοιωνίσματα· άστρο που διαλύει των σοφών τις παραβολές,
τις γνώμες και τους γρίφους·
Άστρο απ' τ' αστέρι που φαίνεται
ασύγκριτα λαμπρότερο, γιατί είναι όλων των άστρων Ποιητής,
περί του οποίου έγινε η προφητεία. Απ' τον Ιακώβ ανατέλλει
Νέο παιδί, ο Άχρονος Θεός.
Στ'
Τα παράξενα λόγια η Μαριάμ καθώς άκουσε,
έσκυψε και προσκύνησε το Σπλάχνο της
και κλαίγοντας Του είπε: "Είναι μεγάλα για μένα Παιδί μου,
όλα μεγάλα, τα όσα έκανες σ' εμένα τη φτωχή.
Γιατί να, έξω οι Μάγοι Σε ζητάνε,
οι βασιλιάδες της Ανατολής· το Πρόσωπό Σου επίμονα γυρεύουν
και ικετεόυνε θερμά για να Σε δούνε οι του λαού Σου διαλεχτοί·
γιατί 'ναι αυτοί στ' αλήθεια ο λαός Σου, στους οποίους εφανερώθης
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.
ζ'
Κι επειδή είναι λαός Σου, Παιδί μου, διάταξε
μέσα να 'ρθούνε για να δουν
πλούσια ανέχεια, τίμια φτώχεια·
Εσένα τον Ίδιο έχω δόξα και καύχημα· γι' αυτό και δε ντρέπομαι·
Εσύ είσαι ομορφιά και στολίδι
της φάτνης και εμένα · το να μπούνε·
δε με νοιάζει που είναι ταπεινά εδώ μέσα·
αφού Εσένα κρατάω σαν θησαυρό, Εσένα που ήρθαν βασιλείς για να δούνε,
βασιλείς και μάγοι που έμαθαν ότι εφάνης
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.»
κβ'
Βλέποντας τώρα η Αψεγάδιαστη δώρα πρωτότυπα και όμορφα
οι Μάγοι στα χέρια να βαστάνε και κάτω να πέφτουν και να προσκυνούν,
το αστέρι να δείχνει, τους βοσκούς να δοξάζουν,
όλων αυτών τον Πλάστη και Δημιουργό ικέτευε και έλεγε:
«Παιδί μου, Συ που δέχτηκες τρία δώρα,
τρεις χάρες θέλω να κάνης σε μένα που Σε γέννησα·
Σε παρακαλώ δώσε καλούς αέρες,
καλούς καρπούς στη γη και φύλαγε τους ανθρώπους.
Συμφιλιώσου με όλους για χάρι μου, γιατί εγεννήθης,
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.
κγ'
Είναι αλήθεια, Σωτήρα μου, Εύσπλαχνε, πως δεν είμαι μονάχα δική Σου Μητέρα·
ούτε χωρίς σκοπό σε θηλάζω Εσένα που το γάλα χορηγείς· αλλά για όλους Εγώ θερμά Σε ικετεύω·
με έκανες στόμα και καύχημα όλου του γένους μου·
γιατί εμένα έχει η οικουμένη Σου
προστασία πανίσχυρη, καταφύγιο και στήριγμα·
εμένα κοιτάζουν όσοι διώχθηκαν
απ' τον παράδεισο της απόλαυσης, γιατί τους επαναφέρω και τους κάνω
να αισθανθούνε όλα τα καλά μέσω εμού που σ' εγέννησα
Νέο Παιδί, τον Άχρονο Θεό.
κδ'
Σωτήρα μου, σώσε τον κόσμο· αφού γι' αυτό ήρθες στη γη· κάμε να επικρατήσουν όλα τα δικά Σου· αφού γι' αυτό έλαμψες
σε μένα και στους Μάγους και σ' όλη την κτίσι·
κοίταξε, να οι Μάγοι, που τους φανέρωσες το φως του Προσώπου Σου,
Σε προσκυνούν και δώρα Σου προσφέρουν
χρήσιμα κι όμορφα και πολύ απαραίτητα·
αφού ετούτα χρειάζομαι, επειδή ετοιμάζομαι,
στην Αίγυπτο να ταξιδέψω και να φύγω με Σένα, για Σένα,
Οδηγέ μου, Υιέ μου, Πλάστη μου, Λυτρωτή μου,
Νέο Παιδί, Άχρονε Θεέ.»
πηγή