Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Το πεντοζάλι του θρυλικού επαναστάτη Δασκαλογιάννη


Η άγνωστη ιστορία του οπλαχηργού (καθιέρωσε τον κρητικό χορό) των Σφακιανών στον μεγάλο ξεσηκωμό τον Απρίλιο του 1770 εναντίον των Οθωμανών. Το όνομα του πήραν το στρατόπεδο του Ηρακλείου και το αεροδρόμιο Χανίων

Τον Απρίλιο του 1770, ενώ μαινόταν ο ρωσοτουρκικός πόλεμος, 2.000 Σφακιανοί όρμησαν εναντίον των Οθωμανών αναζητώντας τη λευτεριά. Ανάμεσά τους, το «Σεϊτάν τακίμι», το «Σώμα Δαιμόνων», όπως αποκαλούσαν οι Τούρκοι τους εκπαιδευμένους σε επιδρομές μέσα στο σκοτάδι «Νυχτοπολεμιστές». Και ψυχή τους, ο Ιωάννης Βλάχος, ο Δασκαλογιάννης, ο οπλαρχηγός που καθιέρωσε τον πεντοζάλη. Δυόμισι αιώνες αργότερα, ο Ελληνικός Στρατός τον τιμά αφιερώνοντάς του το στρατόπεδο Ηρακλείου, το ελληνικό κράτος ονομάζει «Δασκαλογιάννης» το αεροδρόμιο Χανίων και οι απανταχού Κρήτες διηγούνται ακόμη την ιστορία του στα παιδιά και τα εγγόνια τους...

Το 1768 η Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας κήρυξε τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Επιθυμώντας να δημιουργήσει κάποιο είδος αντιπερισπασμού, έστειλε στην Πελοπόννησο τους αδελφούς Ορλώφ επικεφαλής ρωσικής δύναμης και τα Ορλωφικά ξέσπασαν με την εμφάνιση διάσπαρτων επαναστατικών εστιών. Πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξαν οι Μανιάτες, στο πλευρό των οποίων έσπευσαν και αρκετοί Σφακιανοί. Σύντομα τα Ορλωφικά θα έβαζαν φωτιά και στην ίδια την Κρήτη, στην ορεινή και άγρια περιοχή των Σφακίων, που τελούσε υπό ένα ιδιότυπο καθεστώς, καθώς από το 1658 οι ντόπιοι είχαν απαλλαγεί από την πολυπληθή παρουσία των Οθωμανών και με τη στροφή τους προς τη θάλασσα είχαν ευημερήσει.



Ηγετική φυσιογνωμία στα Σφακιά ήταν ο Ιωάννης Βλάχος, γεννημένος το 1722, πλούσιος έμπορος, που είχε τότε υπό την κατοχή του τέσσερα μεγάλα τρικάταρτα καράβια που αρμένιζαν όλη τη Μεσόγειο. Μορφωμένος και πολύγλωσσος καθώς ήταν, απέκτησε από τους συντοπίτες του ως ένδειξη σεβασμού το προσωνύμιο «Δάσκαλος» ο Δασκαλογιάννης. Ηδη από το 1765 εμφανίζεται ως «κετχουντάς» (πρόεδρος) της επαρχίας του και έχει αποκτήσει σημαντικές επαφές με προσωπικότητες της εποχής. Η γνωριμία του με τον Μπενάκη και τους Μπέηδες της Μάνης, και ίσως και με τον Θεόδωρο Ορλώφ, τον ώθησε στην προετοιμασία της Επανάστασης. Το 1769 και έως την άνοιξη του 1770 συγκέντρωνε όπλα και εφόδια, φρόντιζε για την οχύρωση καίριων στρατηγικών σημείων και παρά τις αντιρρήσεις που είχαν ορισμένοι επιφανείς Σφακιανοί, κατάφερε να πείσει τους συμπατριώτες του να τον ακολουθήσουν.

Ετσι, το Πάσχα του 1770, στις 4 Απριλίου, άρχισε η Επανάσταση. Δύο χιλιάδες Σφακιανοί όρμησαν στις γειτονικές επαρχίες του Αποκόρωνα, της Κυδωνίας και του Αγ. Βασιλείου. Ανάμεσά τους υπήρχαν και οι «Νυχτοπολεμιστές» του Γιωργακομάρκου από τον Καλλικράτη, οι οποίοι ήταν εκπαιδευμένοι στις νυχτερινές επιδρομές κατά των Τούρκων στα πεδινά. «Σεϊτάν τακίμι», δηλαδή «Σώμα Δαιμόνων», τους αποκαλούσαν οι Οθωμανοί που υπέφεραν από αυτούς. Τρομαγμένοι στην αρχή οι Τούρκοι, κατέφυγαν στα φρούρια της περιοχής. Η αντίδρασή τους όμως ήταν άμεση και αποφασιστική.

Τον Μάιο, ο πασάς των Χανίων συγκέντρωσε δύναμη 15.000 αντρών, οι οποίοι κινήθηκαν κατά των ολιγάριθμων επαναστατών, που οχυρώθηκαν στο οροπέδιο της Κράπης, βόρεια από του Ασκύφου, την κεντρική «πύλη» των Σφακίων. Παρά τη συντριπτική εις βάρος τους αναλογία δυνάμεων, οι επαναστάτες κράτησαν ηρωικά τη δύναμη των Οθωμανών τις πρώτες ημέρες της μάχης. Η μαχητικότητά τους δεν κάμφθηκε ούτε και όταν οι Τούρκοι, όπως λέγεται, κατά τις επιθέσεις τους τοποθετούσαν μπροστά τους «σακουλιέρηδες», τους χριστιανούς κουβαλητές εφοδίων που είχαν μαζί τους. Ωσπου πληροφορήθηκαν ότι άλλο τουρκικό σώμα, 8.000 αντρών, που απέστειλαν οι πασάδες του Ρεθύμνου και του Μ. Κάστρου, πλησίαζε από τα ανατολικά, από το μέρος του Καλλικράτη, με σκοπό να παρακάμψει τις θέσεις τους. Διαιρώντας τις δυνάμεις τους, και παρά την πεισματική αντίστασή τους, οι Σφακιανοί αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στα όρια της επαρχίας τους. Οι Τούρκοι, από την άλλη, ενώθηκαν στην περιοχή του Ασκύφου, πατώντας στις 6 Ιουνίου 1770, έπειτα από πολλά χρόνια, το σφακιανό έδαφος.

Μάχες

Η κατάσταση πλέον ήταν απελπιστικά δύσκολη για τους Σφακιανούς. Η ρωσική βοήθεια δεν ήλθε ποτέ και η υπόλοιπη Κρήτη δεν ακολούθησε τον ξεσηκωμό τους, καθώς βρισκόταν υπό την πρωτόγνωρη σε αριθμό για τον ελληνικό χώρο και σκληρότατη οθωμανική κατοχή. Οι επαναστάτες όμως δεν παραδόθηκαν. Από χωριό σε χωριό έδωσαν μάχη, σώμα με σώμα πολλές φορές, με τον πολυάριθμο αντίπαλο στρατό, προσπαθώντας να προσφέρουν τον χρόνο στα γυναικόπαιδα να βρουν ασφάλεια έξω από την Κρήτη ή στις σπηλιές και στα βουνά της περιοχής. Ανάμεσα σε αυτούς που έπεσαν στα χέρια του εχθρού ήταν και οι δύο θυγατέρες του Δασκαλογιάννη.

Η Νίμπρος, η Χώρα των Σφακίων, η Ανώπολη, η Αράδαινα, όλα τα χωριά της περιοχής καταστράφηκαν. Τα Σφακιά ξεθεμελιώθηκαν. Από τις σφακιανές Μαδάρες, όμως, από τις βουνοκορφές, με όσα γυναικόπαιδα δεν είχαν φύγει ή υποστεί τη σφαγή και την αιχμαλωσία να είναι κρυμμένα στο φαράγγι της Σαμαριάς, οι επαναστάτες συνέχιζαν να πολεμούν· άρχιζαν πλέον τον ανταρτοπόλεμο. Ολο το καλοκαίρι και στις αρχές του φθινοπώρου αμύνθηκαν γενναία κατά των Τούρκων. Αλλά καθώς ερχόταν ο βαρύς χειμώνας, η θέση τους επιβαρύνθηκε ακόμη περισσότερο.

Ο πασάς, από τη μεριά του, προσπαθούσε να πείσει τον Δασκαλογιάννη να παραδοθεί και να δηλώσει υποταγή, εγγυώμενος την προσωπική του ασφάλεια, προκειμένου ο στρατός του να υποχωρήσει από τα Σφακιά. Λέγεται μάλιστα ότι πειθανάγκασε τον αιχμάλωτο αδελφό του Δασκαλογιάννη, τον Νικολό Σγουρομάλλη, να του γράψει για να τον διαβεβαιώσει για τις τουρκικές προθέσεις. Εν τέλει, παρά τις αντιρρήσεις των υπόλοιπων ηγετών, ο Ελληνας αρχηγός, υπό το βάρος της αποτυχίας του κινήματός του, αποφάσισε να δεχτεί την πρόσκληση του πασά, ώστε να αποφευχθεί η ολοκληρωτική καταστροφή των Σφακιανών. Μαζί του ακολούθησαν και περίπου 70 πρόκριτοι της περιοχής.

Ολοκαύτωμα
Η μοίρα που περίμενε όμως αυτούς και τα Σφακιά ήταν ιδιαίτερα σκληρή. Τον Μάρτιο οι Τούρκοι επέβαλαν τους ιδιαίτερα σκληρούς όρους τους: επιβολή κεφαλικού φόρου, παράδοση των όπλων και των πρωταίτιων του κινήματος, αποχή από την προσφορά βοήθειας προς τα χριστιανικά πλοία, άσκηση της δικαστικής εξουσίας στην περιοχή από διορισμένο ιεροδίκη, απαγόρευση επιδιόρθωσης των εκκλησιών και ανέγερσης νέων ναών, απαγόρευση ανέγερσης πύργων, υποχρέωση υιοθέτησης της ενδυμασίας των «ραγιάδων». Από τους πρόκριτους που συνόδευσαν τον Δασκαλογιάννη, ορισμένοι εκτελέστηκαν και οι περισσότεροι ρίχτηκαν υπό άθλιες συνθήκες στις φυλακές του Μ. Κάστρου.

Οι έγκλειστοι Σφακιανοί κατόρθωσαν έπειτα από τρία χρόνια στη φυλακή να δραπετεύσουν και να επιστρέψουν στον τόπο τους, αγνώριστοι πια από τις ταλαιπωρίες. Εκεί αντίκρισαν τα Σφακιά ρημαγμένα και ερημωμένα από τις πρωτοφανείς καταστροφές και λεηλασίες. Από τις δύο κόρες του Δασκαλογιάννη λέγεται ότι η μία αυτοκτόνησε. Η δεύτερη, η Μαρία, δόθηκε σύζυγος του Αμπλού Αχμέτ πασά, αξιωματούχου του νησιού, και έφυγε μαζί του για την Κωνσταντινούπολη. Το 1820, χήρα πια, έγινε καλόγρια στην Τήνο, απ' όπου το 1821 συνέβαλε στην Επανάσταση στην Κρήτη.

Το κόστος που πλήρωσαν τα Σφακιά για την Επανάσταση ήταν ιδιαίτερα επαχθές. Ομως, η θέληση για αντίσταση δεν κάμφθηκε. Μόλις τρία χρόνια μετά την εκτέλεση του αρχηγού τους, Σφακιανοί επιδρομείς εκτέλεσαν τον πανίσχυρο Τουρκοκρητικό γενίτσαρο Αγά Ιμπραήμ Αληδάκη, καταστρέφοντας τον πύργο του στο Μπρόσνερο. Ο ίδιος ο Δασκαλογιάννης, αγνός επαναστάτης, λάτρης της ελευθερίας και ηρωικός αγωνιστής, μετατράπηκε σε σύμβολο όλων των μετέπειτα Κρητικών επαναστατών. Και το πνεύμα της επανάστασης του 1770 ενέπνευσε αδιαμφισβήτητα τον δεκάχρονο ξεσηκωμό του νησιού το 1821 και τη συμμετοχή σ' αυτόν της ίδιας της περιοχής των Σφακίων.


Το μαρτυρικό τέλος
Για τον Δασκαλογιάννη ο πασάς επιφύλαξε την πιο φριχτή τιμωρία. Αφού χωρίς αποτέλεσμα προσπάθησε να τον πείσει να βοηθήσει στην παράδοση των υπόλοιπων αδελφών του, ο πασάς διέταξε και τον οδήγησαν στην πλατεία Ατ-Μεϊντάν, προς την ανατολική πύλη του Ηρακλείου, στις 17 Ιουνίου 1771, όπου ο Τούρκος δήμιος τον έγδαρε ζωντανό. Οπως παραδίδεται, τις λωρίδες από το δέρμα του τις πέταγε περιπαιχτικά στον όχλο που παρακολουθούσε την εκτέλεση. Λέγεται ακόμη ότι ο αδελφός του Νικολός αναγκάστηκε να παραστεί στην εκτέλεση, δεν άντεξε το φριχτό μαρτύριο του αδελφού του και κατέληξε τρελός. Ο Δασκαλογιάννης, όμως, υπέμεινε τα πάντα ως το τέλος αλύγιστος. Το σώμα του έμεινε άταφο, σε κοινή θέα, ακόμη δύο ημέρες.


Το τραγούδι του Δασκαλογιάννη
Το 1786 ο ηρωικός αγώνας και ο μαρτυρικός θάνατος του Δασκαλογιάννη έγιναν λαϊκό τραγούδι, για να διασωθούν στη μνήμη του κρητικού λαού. Αμεσος γνώστης των γεγονότων, ο αγράμματος τυροκόμος από το Μουρί Σφακίων μπαρμπα-Παντζελιός διηγήθηκε την ιστορία του σε 1.034 δεκαπεντασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους στον Αναγνώστη του παπα-Σήφη του Σκορδύλη, όπως αναφέρεται στο ίδιο το τραγούδι. Σαν ένας νέος Ομηρος της λαϊκής μας παράδοσης, ο μπαρμπα-Παντζελιός αρχίζει το τραγούδι του παρακαλώντας τον Θεό να του δώσει την απαραίτητη έμπνευση: «Θε μου και δώσ' μου φώτιση, καρδιά σαν το καζάνι / να κάτσω να συλλογιστώ τον Δάσκαλο τον Γιάννη». Με πολλές εκδόσεις στο παρελθόν, στην εποχή μας το τραγούδι ενέπνευσε συνθέτες όπως ο Νίκος Μαμαγκάκης και ο Γιάννης Μαρκόπουλος. Μελοποιήθηκε αποσπασματικά το 1978 από τον παπα-Αγγελο Ψυλλάκη, εφημέριο από τα Σφακιά και εκτελεστή ριζίτικων τραγουδιών. Υπάρχει επίσης στον δίσκο του Αντώνη Μαρτσάκη «Τση χώρας και τση ρίζας», που κυκλοφόρησε πρόσφατα.



Πεντοζάλης: ο πολεμικός χορός της Επανάστασης
Ο πεντοζάλης φαίνεται να έχει τις ρίζες του στην Επανάσταση του Δασκαλογιάννη. Σύμφωνα με την παράδοση, ο χορός πήρε τη σύγχρονη μορφή του εκείνα τα χρόνια και πιθανόν προήλθε από τον μετασχηματισμό παλαιότερου, πυρρίχιου χορού, αποκτώντας και τους ανάλογους συμβολισμούς. Η ονομασία του συμβολίζει το πέμπτο ζάλο (βήμα), την πέμπτη, δηλαδή, κατά σειρά ελπίδα για την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους. Εχει δέκα βήματα, σε ανάμνηση της ημέρας κατά την οποία οι Σφακιανοί έλαβαν την απόφαση της Επανάστασης, της 10ης Οκτωβρίου 1769. Τέλος, η μουσική του αποτελείται από δώδεκα παρτές (μουσικές φράσεις), προς τιμήν των δώδεκα ηγετών του ξεσηκωμού. Κατά την παράδοση -όπως την κατέγραψε ο μουσικός Κωστής Παπαδάκης ή Ναύτης και την υποστηρίζει ο Ι. Τσουχλαράκης στο βιβλίο του «Οι χοροί της Κρήτης και αλλού»- στα μέσα του 1769 ο Δασκαλογιάννης ζήτησε από τον βιολάτορα της εποχής Στέφανο Τριανταφυλλάκη ή Κιώρο από το Γαλουβά Λουσακίων Κισσάμου να ετοιμάσει έναν πυρρίχιο χορό για την Επανάσταση. Χαρακτηριστικό είναι και το περιεχόμενο μιας επιστολής, στην οποία ως αποστολέας φέρεται ο Δασκαλογιάννης και ως παραλήπτης ο Κιώρος. Εκτός του ότι φανερώνει την επικοινωνία των δύο ανδρών, η επιστολή ενισχύει την παράδοση, καθώς σ' αυτήν γίνεται κεκαλυμμένη αναφορά για πέμπτο ζάλο και δώδεκα «κουμπάρους», υπονοώντας το επικείμενο κίνημα και τους δώδεκα ηγέτες του! Εως τις αρχές της δεκαετίας του 1960, στις επαρχίες Σελίνου και Κισάμου, όταν χόρευαν πεντοζάλη, στο άκουσμα κάθε σκοπού της μουσικής φώναζαν το όνομα του καπετάνιου στον οποίο αντιστοιχούσε ο σκοπός, προς τιμήν του Δασκαλογιάννη και των συντρόφων του.

Γιάννης Μαθιουδάκης
Δρ. Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

...έκανες κου πε πε;