Τετάρτη 15 Απριλίου 2015

Το Στοιχειό της Χάρμαινας



Αν είσαι αρνί, αυτή εδώ η πόλη δεν είναι και το καλύτερο που μπορεί να σου συμβεί. Διότι δεν μπορεί παρά να έχεις ακούσει τις φήμες που κυκλοφορούν. Δηλαδής χελόου, από τα πρώτα πράματα που μαθαίνει κάθε σοβαρό αρνί, πριν καλά-καλά αρχίσει να βελάζει, είναι ότι στα Σάλωνα, σφάζουν αρνιά! Και ως γνωστόν, όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά. Και θράκα. Και σούβλα μη-χειρότερα!

Ίσως γι'αυτό τα Σάλωνα δεν είναι και πολύ δημοφιλής τουριστικός προορισμός. Και αν τυχόν πεις σε κάποιον πως πήγες για μία βόλτα κατά κει, θα σε κοιτάξει με κάποια απορία ή και έναν σνομπισμό στο μάτι. Θα σε πει και ντεκαντάνς και μπασκλασαρία. Αλλά επειδής εμείς δεν ήμεθα πρόβατα (μπεε!), νάμαστε εδώ που αγναντεύουμε την πόλη από αψηλά.



Ιδού πόζα πανοραμίκ, για να μπορέσεις να θαυμάσεις κι εσύ ετούτο το ιδιαίτερο μέρος απ'άκρη σ'άκρη του. Από εδώ επάνου μπορείς να καταλάβεις γιατί οι αρχαίοι ήρθαν κι εγκαταστάθηκαν σε ετούτον τον τόπο. Μα γιατί είναι ευλογημένος, με καταπράσινους λόφους και βουνά, που τον αγκαλιάζουνε και τον κανακεύουνε. Κι έτσι τον ονομάσανε Άμφισσα. Από το ρήμα "αμφιέννυμι" που σημαίνει ντύνω ή περιβάλλω. Διότι περιβάλλεται από τη Γκιώνα και από τον Παρνασσό. Διότι ντύνεται με τη βλάστησή τους.



Εκεί που τελειώνουν οι ανηφοριές της πόλης, ξεκινά ένας πευκόφυτος λόφος. Ναι, ακόμα δεν ήρθαμε και αρχίσαμε τα σκαρφαλώματα.



Στην κορφή του λόφου, θα συναντήσεις τα Κυκλώπεια Τείχη της Άμφισσας. Πέτρες είναι, μη φανταστείς τίποτις εξαντρίκ. Αλλά πέτρες θηριώδεις και πανάρχαιες. Και βέρι βέρι ιμπρέσιβ.



Μέσα από μία μικρή δίοδο, περνάς στα ενδότερα. Και αρχίζεις να περιπατείς ανάμεσα σε ερείπια οχυρώσεων. Που ανάγονται στη φραγκοκρατία.



Βλέπεις, ετούτο το ύψωμα με την ανεμπόδιστη θέα στο Κρισαίο Πεδίο, αποτελούσε πάντα ιδανικό σημείο να κάθεσαι να κατοπτεύεις, να κόβεις κίνηση, να κουτσομπολεύεις τον κάθε τρεχαγύρευε που κινείται στας περιοχάς και άμα λάχει να κατεβαίνεις κιόλας και να του κάμεις μαγκιές τύπου "τίνος είσ'εσύ ωρέ;", "για που τό'βαλ΄ς πατριώτ;" και τέτοια.


Ο δεύτερος λόγος για τον οποίον βεβαίως επιλέξανε οι αρχαίοι να στήσουν εδώ το κονάκι τους είναι ότι εκτός που μπορούσαν να κοιτάνε το Κρισαίο Πεδίο, μπορούσαν και να το αξιοποιήσουν. Διότι αυτός ο καταπληκτικός ασημόχρωμος ελαιώνας βγάζει εδώ και αιώνες θαυμάσιο λάδι.  Να κόψεις μία ντομάτα, λίγο αγγουράκι, μισό κρομμύδι, ένα κομμάτι φέτα, να το κάμεις χωριάτικη. Ή να ρίξεις κάνα κολοκύθι και καμιά πατάτα στην κατσαρόλα, να σκαρώσεις κάνα λαδερό. Ευλογημένο το λάδι, κρατά ετούτην την πόλη εδώ και χιλιάδες χρόνια ζωντανή.



Ετούτο το λάδι όμως, έμελλε κάποτες και να την καταστρέψει. Στην αρχαιότητα βλέπεις, οι γειτονικοί Δελφοί ως αμείλικτη ρελίτζιους κορπορέισον που ήταν, είχαν βάλει χέρι στον ελαιώνα (κάτι σαν την υπόθεση του Βατοπεδίου), αλλά οι Αμφισσείς συνέχισαν να τον διεκδικούν και να τον καλλιεργούν. Οι Δελφοί στράφηκαν τότες στον Φίλιππο τον Β' της Μακεδονίας, ο οποίος ήρθε ως εδώ, συνέτριψε τις δυνάμεις της πόλης και την κατέσκαψε εκ θεμελίων, γκρεμίζοντας την ακρόπολή της.


Η Άμφισσα επανέκαμψε και κατά την ρωμαϊκή περίοδο, γνώρισε νέα άνθιση και αυγάτισε ο πληθυσμός της. Μάλιστα, κατά τους αυτοκρατορικούς ρωμαϊκούς χρόνους, έφθασε να γίνει μία από τις πιο ακμαίες πόλεις του ελλαδικού χώρου.


Κατα τη Βυζαντινή περίοδο, η Άμφισσα ησυχία δεν είχε. Το 10ο αιώνα κουβαληθήκανε μέχρις εδώ οι Βούλγαροι του Σαμουήλ και την εκάμανε λαμπόγυαλο. Τον 11ο αιώνα, έπεσε η πανούκλα και την αποδεκάτισε. Και νάσου οι Φράγκοι, οι Καταλανοί, οι Ιωαννίτες Ιππότες, οι Οθωμανοί -κέντρο διερχομένων γινήκαμε.

Αλλά νισάφι με τα χιστόρικαλ ριβιούς -εγώ για άλλο λόγο σε έφερα μέχρις εδώ. Για να σου δείξω την πιο αγαπημένη μου συνοικία της Άμφισσας. Πούρχομαι, την περιπατώ και την απολαμβάνω.



Χάρμαινα τη λέμε. Αν και σε κάποιους είναι γνωστή και ως συνοικία των Ταμπάκηδων.



Ναι το ξεύρω, έχεις πολλές άγνωστες λέξεις. Λίγη υπομονή και όλα θα σου τα εξηγήσω.



Στη Χάρμαινα ήταν συγκεντρωμένα όλα τα εργαστήρια που ασχολούνταν με την κατεργασία του δέρματος. Τα βυρσοδεψία ντε! Βλέπεις, εδώ πιο πέρα, υπάρχει μία πηγή από την οποία έτρεχε άφθονο νερό. Και μέσω ενός βέρι βέρι σοφίστικέιτεντ δικτύου υδρορροών, το νερό διερχόταν μέσα από τα εργαστήρια, ξέπλενε τα δέρματα και τους χάριζε ένα θαυμάσιο ανεξίτηλο και στιλπνό κίτρινο χρώμα. Που το συνδυάζεις τελοσπάντων, με μαύρο πανταλόνι αν είσαι κάζουαλ τύπος, κόκκινο τι-σερτ και τζινάκι αν είσαι τρέντις ή το φοράς και σκέτο αν είσαι τίποτις νεάντερνταλ.


Οι τεχνίτες της επεξεργασίας του δέρματος ονομάζονται ταμπάκηδες. Και το προϊόν της δουλειάς τους είναι περιζήτητο και ακριβό. Αλλά μην βιάζεσαι να ασχοληθείς επαγγελματικώς με το άθλημα: εκτός αν είσαι βασταζερός και σου αρέσουν τα βαρέα και ανθυγιεινά.


Κάτσε να σου το περιγράψω εγώ ως διαδικασία για να πάρεις μία ιδέα: παίρνεις το δέρμα από το σφαγείο (βάλε γάντι, παίζει σπλάτερ) και το ρίχνεις στη βαρέλα πλυσίματος. Για να πάρει μία πλύση και να φύγει η τρίχα. Μετά, το περνάς μία βαφή με βελανίδι. Πούναι ζούπερ θαυματουργή, διότι το καθιστά ανθεκτικό στη χρυσή γραφή. Που σημαίνει ότι μπορείς να γράψεις με χρυσά γράμματα το μπραντ νέιμ σου ή καμία αφιέρωση ή μία μαντινάδα βρε αδελφέ, να μερακλώσουμε λιγάκι.


Ύστερα, το λιγδώνουμε το δέρμα, του περνάμε μία βαφή (κόκκινο, τιρκουάζ, μενεξεδί), το κρεμάμε για κάμποσες μέρες να στεγνώσει, το γυαλίζουμε και γεια σας. Ναι, η βυρσοδεψία συγκαταλέγεται στα πλέον δύσκολα και επίπονα επαγγέλματα -μαζί με τον μεταλλωρύχος, τον ναρκαλιευτή, τον ταϊστή πιράνχας, τον υπουργό οικονομίας της Ελλάδας και τον μέικαπ άρτιστ της Πάρις Χίλτον.



Εξού και έχουν μείνει ελάχιστα εργαστήρια που συνεχίζουν (ρισπέκτ!) την πατρογονική παράδοση των ταμπάκηδων.



Στο κέντρο της Χάρμαινας, βρίσκεται το Τουλασίδι. Ένα κτήριο αψηλό, εντυπωσιακό, θεωρητικό. Που κάποτες ήταν κοινόχρηστος χώρος των ταμπάκηδων οι οποίοι έρχονταν εδώ για να ξετριχιάσουν τα δέρματά τους, αλλά τώρα έχει γίνει πολιτιστικός χώρος και προστατεύεται από το Δήμο.


Τα βυρσοδεψία της Χάρμαινας εμφανίστηκαν γύρω στο 1600 και για κάμποσους αιώνες ήκμαζαν, αποτελώντας τη δεύτερη σημαντικότερη πηγή εσόδων για την πόλη, μετά το λάδι.


Από τα σαράντα τόσα κτήρια της Χάρμαινας, αρκετά έχουν αναπαλαιωθεί και αναδειχθεί. Άλλα, μένουν ερειπωμένα ή μισογκρεμισμένα. Ως σύνολο όμως συνθέτουν μία ιδιαίτερα γοητευτική -και μάλλον άγνωστη στους περισσότερους- εικόνα.

Θα πεις, μα καλά, πώς είναι δυνατόν να βρίσκει κανείς γοητεία σε ένα μέρος που επεξεργάζονταν δέρματα και ξέπλεναν αίματα από σφαγμένα ζώα; Διότι αν είσαι το αρνί που λέγαμε στην αρχή, ετούτος ο τόπος ισοδυναμεί για σένα με το Άουσβιτς και το Νταχάου.


Όχι, η γοητεία δεν βρίσκεται στα δέρματα που χάσκουν κρεμασμένα από τα σκοινιά και λιάζονται για να στεγνώσουν. Αλλά στην ιστορία των ανθρώπων που κατοίκησαν εδώ. Μία μακραίωνη ιστορία πούναι κεντημένη με μόχθο και με κάματο. Στα σπίτια, στα εργαστήρια, στις ανηφοριές με τις οποίες αναμετριούνταν με την καθημερινότητά τους.


Στα στενά σοκάκια. Που ακούς να ψιθυρίζουν ακόμα τις ιστορίες για το περίφημο Στοιχειό. Το φάντασμα του Κωνσταντή. Που πήγε ο έρμος και γκρεμίστηκε από την Ακρόπολη πούμασταν πριν, σαν βρήκε την αγαπημένη του Λενιώ σκοτωμένη μετά από μία καταιγίδα. Ένα Στοιχειό που το ζώνει η μοναξιά. Και που στριγκλίζει και βογκά και σέρνει το βάρος της θλίψης του, γυρεύοντας τη λύτρωσή του.


Διότι ναι, η γοητεία ξετυλίγεται μπροστά σε εκείνους που μπορούν να τη διακρίνουν. Σε εκείνους που μπορούν να την καταλάβουν και να την εκτιμήσουν. Και κάπως έτσι, να εντάξουν τον εαυτό τους στην ιστορική συνέχεια, να ιδούν τη ζωή τους στην πραγματικές της διαστάσεις.



Εδώ στην Άμφισσα, μπορεί κανείς να συναντήσει αυτή τη μακραίωνη ιστορική συνέχεια που οδηγεί στο σήμερα. Και να ξετυλίξει το κουβάρι της αφήγησης. Από τα Κυκλώπεια τείχη και το φράγκικο οχυρό μέχρι τα εργαστήρια των ταμπάκηδων και τα νεοκλασικά αρχοντόσπιτα.


Κι από το Κρισαίο Πεδίο με τον καρπερό ελαιώνα του ως τις αυλές των σπιτιών στο κέντρο της πόλης. Και ως τα σοκάκια της Χάρμαινας που κατοικεί το Στοιχειό.

Οι κάτοικοι της Άμφισσας θεωρούσαν παλιά πως κάθε πηγή, κάθε συνοικία, κάθε λημέρι, διέθετε κι από ένα Στοιχειό. Και πως από καιρού εις καιρόν, τα Στοιχειά πιανόντουσαν στα χέρια και παλεύανε. Εδώ και πολλά χρόνια όμως, τα Στοιχειά έχουν σιωπήσει. Ίσως σχωρέθηκαν. Ίσως λησμονήθηκαν. Αλλά φοβούμαι, αντικαταστάθηκαν. Από άλλα Στοιχειά, πιο επικίνδυνα. Που δεν παραμονεύουν στις πηγές και στα ρουμάνια. Αλλά κατοικούνε τους ανθρώπους και χαρχαλεύουνε τα μέσα τους. Κι αν θες τη γνώμη μου, μέρη σαν κι ετούτο, βοηθούνε να εξημερώσει κανείς το Στοιχειό του. Να το φέρει εδώ και να τ' απελευθερώσει. Να του γελάσει, να του μιλήσει και να μονιάσουνε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

...έκανες κου πε πε;